Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του συνδρόμου Capgras είναι η διαφορά μεταξύ της συναισθηματικής αναγνώρισης και της γνωστικής ταύτισης οικείων προσώπων. Αυτοί που επηρεάζονται μπορεί να αναγνωρίσουν το πρόσωπο ενός αγαπημένου προσώπου, αλλά αποτυγχάνουν να βιώσουν μια συναισθηματική σύνδεση, οδηγώντας τους στο συμπέρασμα ότι το αληθινό άτομο έχει αντικατασταθεί. Αυτή η κατάσταση υπογραμμίζει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης γνώσης, που περιλαμβάνει τόσο την αντιληπτική αναγνώριση των προσώπων όσο και τις συναισθηματικές αντιδράσεις που σχετίζονται με αυτά τα πρόσωπα.
Νευροβιολογικά, το σύνδρομο Capgras έχει συνδεθεί με δυσλειτουργία στο μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου, το οποίο είναι υπεύθυνο για τη συναισθηματική επεξεργασία, και την ατρακτοειδή έλικα, που εμπλέκεται στην αναγνώριση του προσώπου. Ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι μια αποσύνδεση μεταξύ αυτών των περιοχών μπορεί να οδηγήσει στη γνωστική σύγχυση που βιώνουν τα άτομα με το σύνδρομο.
Η θεραπεία για το σύνδρομο Capgras είναι προκλητική και συχνά περιλαμβάνει την αντιμετώπιση της υποκείμενης ψυχολογικής ή νευρολογικής κατάστασης. Μπορεί να συνταγογραφηθούν αντιψυχωσικά φάρμακα και η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει τα άτομα να αντιμετωπίσουν και να εκλογικεύσουν τις αυταπάτες τους. Η οικοδόμηση ενός σταθερού και υποστηρικτικού περιβάλλοντος είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τη διαχείριση των συμπτωμάτων.
Ενώ το σύνδρομο Capgras είναι σχετικά σπάνιο, οι επιπτώσεις του εκτείνονται πέρα από μεμονωμένες περιπτώσεις, παρέχοντας μια εικόνα για τις περιπλοκές της ανθρώπινης αντίληψης και τις συναισθηματικές αποχρώσεις των διαπροσωπικών σχέσεων. Η κατανόηση αυτού του συνδρόμου συμβάλλει σε ευρύτερες συζητήσεις σχετικά με την ψυχική υγεία, τον ρόλο των συναισθημάτων στις γνωστικές διαδικασίες και πώς ο εγκέφαλος κατασκευάζει την κατανόησή μας για την πραγματικότητα.