Το «social jet lag» αναφέρεται στη διαφορά ανάμεσα στις βιολογικές ώρες
ύπνου ενός ατόμου και στις κοινωνικές υποχρεώσεις του, όπως το σχολείο ή οι κοινωνικές δραστηριότητες. Αυτή η κατάσταση εμφανίζεται κυρίως στους
εφήβους, οι οποίοι συχνά έχουν πιο αργές και διαταραγμένες βιολογικές ρυθμίσεις σε σύγκριση με τους ενήλικες. Εξηγείται κυρίως από τις αλλαγές στη βιολογία των εφήβων, καθώς η παραγωγή μελανίνης, η ορμόνη που ευθύνεται για τον ύπνο, καθυστερεί, με αποτέλεσμα οι έφηβοι να αισθάνονται πιο ενεργοί τη νύχτα και πιο κουρασμένοι το πρωί.
Οι φοιτητές ή οι μαθητές που ξενυχτούν για να ολοκληρώσουν τα μαθήματά τους ή να συμμετάσχουν σε κοινωνικές δραστηριότητες, συχνά υποφέρουν από έλλειψη ύπνου κατά τη διάρκεια της εβδομάδας. Καθώς οι υποχρεώσεις τους απαιτούν να ξυπνούν νωρίς το πρωί, η συσσώρευση της αϋπνίας δημιουργεί ένα είδος “jet lag”, παρόμοιο με εκείνο που βιώνουν οι ταξιδιώτες όταν αλλάζουν ζώνες ώρας.
Η επίδραση του social jet lag μπορεί να είναι σημαντική και ποικίλη. Οι έφηβοι μπορεί να αντιμετωπίσουν προβλήματα συγκέντρωσης, μειωμένη απόδοση στο σχολείο, αυξημένα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, καθώς και προβλήματα υγείας, όπως η παχυσαρκία. Με την έλλειψη ύπνου, το σώμα τους δυσκολεύεται να λειτουργήσει σωστά, οδηγώντας σε αρνητικές συνέπειες τόσο ψυχολογικές όσο και σωματικές.
Μια πιθανή λύση στο πρόβλημα του social jet lag είναι η υιοθέτηση ενός σταθερού προγράμματος ύπνου. Η δημιουργία μιας ρουτίνας που περιλαμβάνει σταθερές ώρες ύπνου και ξυπνήματος, ακόμα και τα Σαββατοκύριακα, μπορεί να βοηθήσει στη ρύθμιση των βιολογικών ρυθμών του σώματος. Επιπλέον, η μείωση της έκθεσης σε οθόνες και ψηφιακές συσκευές πριν από τον ύπνο μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας του ύπνου.
Συνοπτικά, το social jet lag είναι ένα φαινόμενο που πλήττει πολλούς εφήβους σήμερα, επηρεάζοντας αρνητικά την υγεία και την ευημερία τους. Η ευαισθητοποίηση των γονέων και των εκπαιδευτικών σχετικά με την ανάγκη των εφήβων για επαρκή ύπνο μπορεί να είναι κρίσιμη στην αντιμετώπιση αυτής της προκλητικής κατάστασης.