Αρχικά, η πρόσληψη πληροφοριών από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να προκαλέσει έντονα συναισθηματικά αντανακλαστικά. Οι νέοι είναι πιο πιθανό να επηρεαστούν από την κοινωνική αποδοχή και την εικόνα που προβάλλεται στα μέσα. Εάν αισθάνονται ότι δεν πληρούν τις προσδοκίες ή ότι δεν εισπράττουν την αναγνώριση που βλέπουν άλλοι να λαμβάνουν, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε συναισθηματικά προβλήματα, όπως άγχος και κατάθλιψη.
Επιπλέον, η συνεχής ροή πληροφοριών και η ανάγκη άμεσου feedback μέσω like και σχολίων ενδέχεται να δημιουργήσουν μια εξάρτηση. Οι νέοι είναι πιο πιθανό να αναζητούν επιβεβαίωση μέσω των κοινωνικών δικτύων, γεγονός που ενισχύει την αίσθηση της αξίας τους μέσω αυτής της ψηφιακής αλληλεπίδρασης. Η θετική και αρνητική ανατροφοδότηση μπορούν να έχουν άμεσες επιπτώσεις στη διάθεση και την αυτοεκτίμησή τους.
Η κοινωνική τους ζωή κινείται πλέον σε μεγάλο βαθμό στον ψηφιακό κόσμο, με αποτέλεσμα οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις να επηρεάζονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι νέοι συχνά συγκρίνουν τον εαυτό τους με άλλους και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αίσθηση ανεπάρκειας. Επίσης, η δυνατότητα σύντομων και επιφανειακών αλληλεπιδράσεων αντικαθιστά τις πιο βαθιές, ανθρώπινες σχέσεις, που είναι κρίσιμες για την ανάπτυξή τους.
Τέλος, οι αλγορίθμοι που διέπουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι σχεδιασμένοι ώστε να κρατούν τους χρήστες αφοσιωμένους. Οι πληροφορίες που αυτοί προβάλλουν συχνά δουλεύουν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ενισχύουν την προσοχή και την επιθυμία για περισσότερο περιεχόμενο, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε εθιστική συμπεριφορά και στην απομάκρυνση από την πραγματική ζωή.
Συνολικά, ο συνδυασμός των βιολογικών παραγόντων, της επιρροής της κοινωνικής αποδοχής και των ψηφιακών αλληλεπιδράσεων καθιστά τον εγκέφαλο των νέων πιο ευάλωτο στις επιδράσεις των κοινωνικών δικτύων, με δυνητικά σοβαρές επιπτώσεις για την ψυχική τους υγεία και την κοινωνική τους ανάπτυξη.