Τα μικρόβια του εντέρου, που είναι γνωστά και ως εντερικό μικροβίωμα, έχουν αποδειχτεί ότι έχουν επιρροή στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ). Οι έρευνες έχουν δείξει ότι διάφορα είδη βακτηρίων στο έντερο μπορούν να παράγουν νευροδιαβιβαστές, όπως η σεροτονίνη, η οποία σχετίζεται με τη ρύθμιση της διάθεσης και του άγχους. Χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης έχουν συνδεθεί με την ανωριμότητα του εγκεφάλου και την αύξηση της επιθετικής συμπεριφοράς.
Επιπλέον, το εγκεφαλικό γάγγλιο και ο προμετωπιαίος φλοιός, που εμπλέκονται στην ρύθμιση της επιθετικότητας και των κοινωνικών συμπεριφορών, επηρεάζονται από τις χημικές ουσίες που παράγονται στο έντερο. Έχει αποδειχθεί ότι οι διαταραχές στο εντερικό μικροβίωμα μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένα επίπεδα άγχους και επιθετικότητας. Αυτές οι αλλαγές στη συμπεριφορά μπορούν να προσδιορίσουν το πώς οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η διατροφή και το άγχος, επηρεάζουν την ψυχολογική κατάσταση ενός ατόμου.
Οι επιπτώσεις του άξονα εντέρου-εγκεφάλου στην επιθετικότητα έχουν σημασία και σε ψυχολογικά και ψυχιατρικά προβλήματα. Διαταραχές όπως η κατάθλιψη και η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) έχουν συνδεθεί με ανωμαλίες στο μικροβίωμα του εντέρου, οι οποίες πιθανώς να συμβάλλουν σε συμπεριφορές επιθετικότητας. Μελετώντας τη σύνθεση και την υγεία του εντερικού μικροβιώματος, οι επιστήμονες προσπαθούν να γίνουν κατανοητές οι βιολογικές βάσεις πίσω από τις επιθετικές συμπεριφορές και να αναπτυχθούν νέες θεραπείες.
Συνοψίζοντας, ο άξονας εντέρου-εγκεφάλου φαίνεται να έχει κρίσιμο ρόλο στην επιθετικότητα, προσδιορίζοντας τις ψυχολογικές και βιολογικές αιτίες πίσω από τη συμπεριφορά αυτή. Η έρευνα σε αυτόν τον τομέα ανοίγει νέους δρόμους στην κατανόηση και αντιμετώπιση της επιθετικότητας, παρέχοντας ελπίδα για αποτελεσματικές παρεμβάσεις στο μέλλον.