Η Νόσος του Έμπολα (EVD) ή αιμορραγικός πυρετός Έμπολα (EHF) είναι μια ανθρώπινη νόσος που προκαλείται από τον ιό Έμπολα. Παραθέτουμε τις βασικές γνώσεις που υπάρχουν για τον ιό και την ασθένεια μέχρι σήμερα.
Συμτπώματα. Τα συμπτώματα εμφανίζονται από δύο ημέρες έως και τρεις εβδομάδες από την επαφή με τον ιό. Αυτά περιλαμβάνουν υψηλό πυρετό, πόνους στον λάρυγγα, μυαλγίες και κεφαλαλγίες. Εμφανίζονται, επίσης, συμπτώματα ναυτίας, εμέτου και διάρροιας, με ηπατικές και νεφρικές διαταραχές, μυαλγίες και επιπεφυκίτιδα Σε αυτό το σημείο αναφέρονται ενίοτε αιμορραγικά προβλήματα και εντός μιας εβδομάδας συνήθως αναπτύσσεται σοκ, κυρίως εξαιτίας της αιμορραγίας.
Πώς μεταδίδεται; Μέχρι σήμερα δεν έχει τεκμηριωθεί η διάδοση μέσω του αέρα στο φυσικό περιβάλλον. Πιστεύεται ότι τα φρουτοφάγα χειρόπτερα (είδος νυχτερίδας) μεταφέρουν και μεταδίδουν τον ιό, χωρίς να μολυνθούν. Ο ιός Ebola μεταδίδεται από άτομο σε άτομο, με την άμεση επαφή (μέσω αμυχών του δέρματος ή βλεννογόνων) με αίμα, εκκρίσεις, όργανα, ιστούς, ή άλλα σωματικά υγρά (π.χ. σάλιο, ούρα, κόπρανα, σπέρμα κλπ.) μολυσμένων ατόμων, νεκρών ή ζωντανών, καθώς και με την έμμεση επαφή με αντικείμενα (όπως ρούχα, σεντόνια, χρησιμοποιημένες βελόνες) που έχουν μολυνθεί από σωματικά υγρά ασθενών. Στους τρόπους μετάδοσης περιλαμβάνεται και η χωρίς προφυλάξεις σεξουαλική επαφή με ασθενείς, έως και εφτά εβδομάδες (περίπου 2 μήνες) μετά την ανάρρωση τους.
Η μετάδοση στο περιβάλλον του νοσοκομείου. Είναι συχνή, με την έκθεση επαγγελματιών υγείας και άλλων ατόμων που φροντίζουν ασθενείς χωρίς να λαμβάνουν τις απαραίτητες προφυλάξεις. Οι ασθενείς θεωρούνται μολυσματικοί από τη στιγμή που παρουσιάζουν συμπτώματα. Η ασθένεια μεταδίδεται, επίσης, μέσω της άμεσης επαφής με αίμα και άλλα σωματικά υγρά από μολυσμένα άγρια ζώα, νεκρά ή ζωντανά, όπως π.χ. πιθήκους, γορίλες, αντιλόπες και νυχτερίδες.
Η μόλυνση. Μόλις επέλθει μόλυνση σε ανθρώπινο οργανισμό, η νόσος μπορεί να εξαπλωθεί και μεταξύ των ανθρώπων. Οι άντρες επιζώντες είναι σε θέση να μεταδώσουν τη νόσο μέσω του σπέρματος επί σχεδόν δύο μήνες. Για να γίνει η διάγνωση, συνήθως εξαιρούνται πρώτα άλλες ασθένειες με παρόμοια συμπτώματα, όπως ελονοσία, χολέρα και άλλοι ιογενείς αιμορραγικοί πυρετοί. Προκειμένου να επιβεβαιωθεί η διάγνωση, τα δείγματα αίματος ελέγχονται για ιογενή αντισώματα, ιικό RNA, ή για τον ιό καθαυτόν.
Θεραπεία. Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για την ασθένεια. Στις προσπάθειες για παροχή βοήθειας σε άτομα που έχουν μολυνθεί περιλαμβάνονται είτε η από του στόματος θεραπείαενυδάτωσης (η πόση ελαφρώς γλυκού ή αλμυρού νερού) ή τα υγρά με ενδοφλέβια έγχυση. Η νόσος έχει υψηλά ποσοστά θνησιμότητας: ποσοστό 50% έως και 90% των ατόμων που μολύνονται από τον ιό, καταλήγει συνήθως στον θάνατο.
Η ιστορία του ιού. Το EVD εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο Σουδάν και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Κρούσματα της νόσου εμφανίζονται συνήθως σε τροπικές περιοχές της Υποσαχάριας Αφρικής. Από το 1976 όταν εντοπίστηκε για πρώτη φορά, έως το 2013, έχουν μολυνθεί λιγότερα από 1.000 άτομα ανά έτος. Η μεγαλύτερη έξαρση μέχρι σήμερα είναι η συνεχιζόμενη Έξαρση του ιού Έμπολα 2014, η οποία επηρεάζει τη Γουινέα, τη Σιέρα Λεόνε, τη Λιβερία και τη Νιγηρία. Ήδη, τον Αύγουστο του 2014 έχουν εντοπιστεί περισσότερα από 1.600 κρούσματα. Οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός εμβολίου συνεχίζονται, ωστόσο, το κατάλληλο εμβόλιο δεν έχει αναπτυχθεί ακόμα.
Αιτία. Η νόσος προκαλείται από κάποιο από τα τρία είδη του ιού Έμπολα. Η ασθένεια μεταδίδεται όταν έλθει κανείς σε επαφή με το αίμα ή τα σωματικά υγρά μολυσμένου ζώου ή ανθρώπου. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι οι νυχτερίδες της υπο-οικογένειας Pteropodinae που αφθονούν στα αφρικανικά δάση θεωρείται ότι μεταφέρουν τον ιό, χωρίς να προσβάλλονται από αυτόν.
Επίσης, σχετικές έρευνες έδειξαν ότι ο ιός μπορεί να μεταφερθεί και από το γένος των νυκτερίδων tadarida, υποδηλώνοντας ότι οι νυχτερίδες είναι πηγή του ιού. Ο ιός Μάρμπουργκ, που σχετίζεται με τον Έμπολα, βρέθηκε επίσης στην υπο-οικογένεια Pteropodinae στην Ουγκάντα.
Από τη στιγμή που επιμολύνεται ένας οργανισμός, η ασθένεια μεταδίδεται από το ένα άτομο στο άλλο. Άτομα που επιβιώνουν είναι δυνατόν να μεταδώσουν την ασθένεια σεξουαλικά σχεδόν για δύο μήνες μετά τη θεραπεία τους. Προκειμένου να γίνει διάγνωση, τυπικά εξαιρούνται πρώτα άλλες ασθένειες με παρόμοια συμπτώματα, όπως ηελονοσία, η χολέρα και άλλου είδους αιμορραγικός πυρετός. Κατόπιν το αίμα διερευνάται για αντισώματα προς τον ιό ή για την παρουσία του ίδιου του ιού, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η διάγνωση.
Πρόληψη. Η πρόληψη περιλαμβάνει μέτρα για τη μείωση της μετάδοσης από μολυσμένους πιθήκους και χοίρους σε ανθρώπους. Τούτο σημαίνει προληπτικούς ελέγχους αυτών των ζώων για μόλυνση, επακόλουθη θανάτωση εφόσον αποδειχθούν θετικά στον ιό και κατάλληλο ενταφιασμό. Το κατάλληλο μαγείρεμα του κρέατος και η προστατευτική ενδυμασία κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και χειρισμού κρεάτων είναι επίσης επιβοηθητική, όπως και η προστατευτική ενδυμασία και το πλύσιμο των χεριών, όταν βρίσκεται κανείς κοντά σε άτομο που έχει προσβληθεί από τη νόσο. Δείγματα σωματικών υγρών και ιστών από νοσήσαντες χρειάζονται ειδικό χειρισμό. Παρόλες τις προσπάθειες για την ανάπτυξη εμβολίου δεν στάθηκε έως σήμερα δυνατή η παρασκευή του. Την 1η Αυγούστου 2014 οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι θα ξεκινήσουν πειραματικό εμβολιασμό κατά του ιού από τον Σεπτέμβριο, εφόσον υπάρχουν θετικά αποτελέσματα από σχετικές δοκιμές σε πρωτεύοντα.
Μάθετε περισσότερα:
www.who.int/csr/disease/ebola/en/
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube