της Αρετής Διαμάντη
Στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα το πρόβλημα της υπογεννητικότητας εκτείνεται σε όλη τη χώρα και αποτυπώνεται ανάλογα με τις διαμορφωμένες ανάγκες σε τρεις γεωγραφικές ζώνες-περιοχές, στις ακριτικές, ηπειρωτικές και νησιωτικές περιοχές αλλά και στις ημιαστικές περιοχές καθώς και στις αστικές περιοχές.
Τα στοιχεία είναι απο την στοχευμένη μελέτη για την υπογεννητικότητα από την HOPEgenesis, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πειραιώς και την υποστήριξη του Ομίλου Eurolife ERB .
O πρώτος, η αβεβαιότητα, στον εργασιακό χώρο. Ο δεύτερος παράγοντας έχει τρεις διαστάσεις: την διαθεσιμότητα υπηρεσιών υγείας, την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας. Ο τρίτος και κυριότερος παράγοντας είναι ο οικονομικός, αφενός μεν λόγω της οικονομικής κρίσης, αφετέρου δε λόγω της μεγάλης σημασίας που έχει το οικογενειακό εισόδημα κατά τη διάρκεια της ζωής ενός παιδιού όπως και ο παράγοντας του διαθέσιμου χρόνου που αποτελεί έναν περιορισμό κυρίως στα πρώτα χρόνια ζωής των τέκνων. Συνεπώς, η επίπτωση του εισοδήματος έχει έναν πιο μακροχρόνιο ορίζοντα.
Ο στόχος της παρούσας μελέτης επικεντρώνεται στη διερεύνηση όλων των παραγόντων που επηρεάζουν την γονιμότητα των νέων ζευγαριών και η συγκεκριμένη έρευνα- μοντέλο μελέτης έχει διεξαχθεί σε υποσύνολο του πληθυσμού, με εκπεφρασμένο ενδιαφέρον για την έναρξη της διαδικασίας τεκνοποίησης. Ένα σημαντικό εύρημα, όπως σημειώνεται, είναι ότι το 86% των ενδιαφερομένων θα προχωρούσε άμεσα σε διαδικασία τεκνοποίησης, εφόσον καλύπτονταν οι ιατρικές δαπάνες κύησης και τοκετού.
Η δειγματοληψία της έρευνας πραγματοποιήθηκε την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2019 σε δείγμα 121 ενήλικων ατόμων προερχόμενων από το αρχείο της αστικής μη κερδοσκοπικής οργάνωσης HOPEgenesis, και πρόκειται για ζευγάρια τα οποία συμμετείχαν σε προγράμματα επιδότησης για την διαδικασία γεννήσεως τέκνου ή για ζευγάρια που ενδιαφέρονται για να ενταχθούν μελλοντικά στα εν λόγω προγράμματα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η μεγαλύτερη προτεραιότητα, για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας «έγκειται στην αναστροφή των πτωτικών τάσεων στη γονιμότητα του γηγενούς πληθυσμού. Για να επιτευχθεί αυτό, σημειώνεται ότι, πρώτη προϋπόθεση είναι η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη της χώρας, σε μακροχρόνια βάση, ούτως ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στις προοπτικές των ιδίων και των οικογενειών τους. Στη συνέχεια, πρέπει να εκπονηθεί μια εθνική πολιτική οικονομικής ενίσχυσης των οικογενειών για τις δαπάνες εγκυμοσύνης και, κυρίως, τοκετού, καθώς και των δαπανών για βρεφονηπιακούς σταθμούς».
«….Οι περιοχές με μικρό πληθυσμό, ακριτικές ηπειρωτικές με δύσκολη πρόσβαση σε δομές υγείας και ακριτικά νησιά, αλλά και ορεινές ημιαστικές περιοχές παρουσιάζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα υπογεννητικότητας. Και αυτό γιατί οι κεντρικές δομές υγείας, λόγω της γεωγραφικής τους ιδιαιτερότητας, αδυνατούν να προσφέρουν ικανοποιητικές υπηρεσίες υγείας σε αυτές τις περιοχές. Η τοπική παρουσία γυναικολόγου ή μαίας, ακόμα και υποτυπώδους κέντρου υγείας είναι αδύνατη, ενώ η παρουσία του αγροτικού ιατρού δεν δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας και ηρεμίας στις γυναίκες, προκειμένου να πάρουν τη δύσκολη απόφαση για εγκυμοσύνη. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι υπάρχει μια τελείως διαφορετική προσέγγιση στις γυναίκες αυτές, οι οποίες στην πλειοψηφία τους είναι νέες και υγιείς γυναίκες, τη στιγμή που παίρνουν την μεγάλη απόφαση να κάνουν ένα παιδί.
Το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν αφορά τις γυναίκες κατοίκους ημιαστικών και αστικών περιοχών, όπου οι δομές υγείας είναι ικανοποιητικές όσον αφορά τόσο στην απόσταση, όσο και στην ποιότητα της υπηρεσίας. Τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζουν είναι διαφορετικά, οικονομικού περιεχομένου, αλλά και κυρίως στοιχείων που έχουν να κάνουν με τη σύνδεση της μητρότητας με τις συνθήκες και το κανονιστικό πλαίσιο της εργασίας, κάτι που φαίνεται και από τη συγκεκριμένη μελέτη.
Στις ακριτικές ηπειρωτικές και νησιωτικές περιοχές υπάρχει πρόβλημα επάρκειας ιατρικών υπηρεσιών κατά την φάση της εγκυμοσύνης καθώς και του τοκετού. Σε αυτές τις περιοχές χρειάζεται σαφέστατη ενίσχυση των ιατρικών υπηρεσιών, είτε μέσω κεντρικών δομών υγείας, είτε μέσω οργανισμών-φορέων που υποστηρίζουν ιατρικά τις περιοχές αυτές. Απαιτείται οικονομική υποστήριξη για τα σχετικά ιατρικά έξοδα κατά την εγκυμοσύνη και τον τοκετό, αλλά δεν είναι έντονο το πρόβλημα της έλλειψης βρεφονηπιακών σταθμών.
Στις ημιαστικές περιοχές υπάρχει διαθεσιμότητα κατάλληλων ιατρικών υποδομών, αλλά επιζητείται οικονομική ενίσχυση για ιατρικές δαπάνες κύησης και τοκετού, και, κατά περίπτωση, για δαπάνες βρεφονηπιακών σταθμών, προκειμένου να πάρουν τη δύσκολη απόφαση να δημιουργήσουν οικογένεια.
Στις αστικές περιοχές το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι τα πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας καθώς και οι περιορισμοί που επιβάλλει το εργασιακό περιβάλλον στις γυναίκες που θα επιθυμούσαν να τεκνοποιήσουν. Απαραίτητη προϋπόθεση για τεκνοποίηση είναι η κάλυψη των ιατρικών δαπανών κύησης και τοκετού καθώς και οι δαπάνες βρεφονηπιακών σταθμών. Επίσης, πρέπει να επανεξεταστεί το πλαίσιο που διασυνδέει την μητρότητα με την εργασία στις ημιαστικές και αστικές περιοχές, ακολουθώντας διαδικασίες και δομές δοκιμασμένες από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, προκειμένου να υποστηριχτεί η μητρότητα παράλληλα με την εργασία. Στον τομέα αυτόν, η χώρα μας υστερεί σημαντικά σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες» .
Τα συμπεράσματα δείχνουν ότι: δεν υπάρχουν γενικές λύσεις για όλες τις περιπτώσεις σε σχέση με το γηγενή πληθυσμό, αλλά θα πρέπει να σχεδιαστούν επιμέρους πολιτικές για την βελτίωση του δείκτη γεννήσεων ανάλογα με το επίπεδο οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των περιφερειών της χώρας.
Οι πολιτικές υγείας
Οι πολιτικές υγείας οφείλουν να στοχεύουν στο να αυξάνουν το σχετικό εισόδημα, το οποίο αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της γεννητικότητας. Και οι πολιτικές προσαρμογές οφείλουν να στοχεύουν στην αύξηση του σχετικού εισοδήματος ώστε να μειώσουν το οικονομικό φορτίο των νοικοκυριών.
Ανατροπή της υπογεννητικότητας
Για την ανατροπή της υπογεννητικότητας του πληθυσμού στη χώρα, θα πρέπει να εκπονηθεί μια συνολική στρατηγική που θα βασίζεται στο γεγονός της υπερεπάρκειας πόρων από την πλευρά της «προσφοράς υπηρεσιών υγείας» με μία πολιτική οικονομικής υποστήριξης και υποδομών.
Στην διάδοση της πιστοποιημένης επαγγελματικής εκπαίδευσης, μέσω συστημάτων E-Learning, στην ελληνική και αγγλική γλώσσα.
Στην δημιουργία ενός κεντρικού ιστότοπου, όπου οι χρήστες θα έχουν την ευχέρεια πρόσβασης στις κύριες διεθνείς πηγές πληροφόρησης. Το Εργαστήριο θα εξυπηρετεί σε μόνιμη βάση τις ανάγκες των πτυχιούχων των σχετικών ειδικοτήτων, καθώς και τις ανάγκες των εξειδικευμένων στελεχών της αγοράς, για παραγωγή, απόκτηση και διάδοση τεχνογνωσίας σε σύγχρονα θέματα που έχουν σχέση με τα αντικείμενα του Εργαστηρίου.
Στην κάθε μορφής συνεργασία ή συμμετοχή σε κέντρα ερευνών και ακαδημαϊκά ιδρύματα ημεδαπής και αλλοδαπής, και άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, εφόσον οι επιστημονικοί στόχοι, συμπίπτουν, συμβαδίζουν και αλληλοσυμπληρώνονται με εκείνους του εργαστηρίου.
Στην διοργάνωση επιστημονικών διαλέξεων, θερινών σχολείων, ημερίδων, σεμιναρίων, συμποσίων, συνεδρίων και άλλων επιστημονικών εκδηλώσεων, καθώς και την πραγματοποίηση δημοσιεύσεων και εκδόσεων, και την πρόσκληση Ελλήνων και ξένων αναγνωρισμένων επιστημόνων.
Στην παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, κατά τα προβλεπόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία.
Στην παραγωγή έντυπου και ηλεκτρονικού υλικού.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube