ΗΠΑ: Η έκθεση σε δυνητικά επιβλαβείς χημικές ουσίες αυξάνεται μεταξύ των εγκύων γυναικών, προειδοποιεί μια νέα μελέτη.
«Αυτή είναι η πρώτη φορά που καταφέραμε να μετρήσουμε τις ποσότητες χημικών ουσιών σε μια τόσο μεγάλη και ποικιλόμορφη ομάδα εγκύων γυναικών – και όχι απλώς να αναγνωρίσουμε τις χημικές ουσίες», δήλωσε η ανώτερη συγγραφέας της μελέτης Tracey Woodruff, διευθύντρια του Προγράμματος για την Αναπαραγωγική Υγεία και το Περιβάλλον του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο. Για τη μελέτη, η ομάδα της Woodruff ανέλυσε δείγματα ούρων 12 ετών από 171 γυναίκες στην Καλιφόρνια, τη Τζόρτζια, το Ιλινόις, το Νιου Χάμσαϊρ, τη Νέα Υόρκη και το Πουέρτο Ρίκο που ήταν εγγεγραμμένες στο πρόγραμμα Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ για τις περιβαλλοντικές επιδράσεις στην υγεία των παιδιών.
Περίπου το ένα τρίτο (34%) ήταν λευκές, το 40% ήταν Ισπανόφωνες, το 20% ήταν μαύρες και το υπόλοιπο 6% ήταν από άλλες ή πολλαπλές εθνοτικές ομάδες. Οι συγγραφείς της μελέτης έλεγξαν τα δείγματα ούρων για 103 χημικές ουσίες, και κυρίως για φυτοφάρμακα, πλαστικά και χημικά υποκατάστατα για BPA και φθαλικές ενώσεις. Πάνω από το 80% των χημικών ουσιών βρέθηκαν σε τουλάχιστον μία από τις γυναίκες στη μελέτη και περισσότερο από το ένα τρίτο βρέθηκαν στην πλειονότητα των γυναικών. Ορισμένες από αυτές τις χημικές ουσίες υπήρχαν σε υψηλότερες ποσότητες από ό,τι είχαν βρει προηγούμενες μελέτες, ανέφεραν οι ερευνητές.
Πολλές από τις χημικές ουσίες στις οποίες είχαν εκτεθεί οι γυναίκες ήταν νέες μορφές χημικών ουσιών που έχουν απαγορευτεί ή καταργηθεί σταδιακά, αλλά μπορεί να είναι εξίσου επιβλαβείς με αυτές που αντικατέστησαν. Οι ερευνητές βρήκαν επίσης ότι πολλές από τις γυναίκες είχαν εκτεθεί σε νεονικοτινοειδή, ένα είδος φυτοφαρμάκου που είναι τοξικό για τις μέλισσες, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε διαδικτυακά στις 10 Μαΐου στο περιοδικό Environmental Science & Technology.
Οι μη λευκές γυναίκες, εκείνες με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, όσες ήταν ανύπαντρες και εκείνες που είχαν εκτεθεί στον καπνό είχαν υψηλότερα επίπεδα συνολικής έκθεσης σε χημικές ουσίες, σύμφωνα με τα ευρήματα. Οι Ισπανόφωνες είχαν ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα parabens, τα οποία χρησιμοποιούνται ως συντηρητικά, καθώς και φθαλικές ενώσεις και δισφαινόλες, που χρησιμοποιούνται στα πλαστικά.
«Ενώ τα φυτοφάρμακα και οι χημικές ουσίες αντικατάστασης επικρατούσαν σε όλες τις γυναίκες, με έκπληξη ανακαλύψαμε ότι οι Λατίνες είχαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα parabens, φθαλικών ενώσεων και δισφαινόλες», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Jessie Buckley, αναπληρώτρια καθηγήτρια περιβαλλοντικής υγείας, μηχανικής και επιδημιολογίας στο Johns Hopkins Bloomberg School of Public Health, στη Βαλτιμόρη.«Αυτό θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα υψηλότερης έκθεσης σε προϊόντα με χημικές ουσίες, όπως επεξεργασμένα τρόφιμα ή προϊόντα προσωπικής φροντίδας», διευκρίνισε.
Σημειώνεται ότι η έκθεση σε χημικές ουσίες μπορεί να προέλθει από τον αέρα, τα τρόφιμα, το νερό, τα πλαστικά και άλλα βιομηχανικά και καταναλωτικά προϊόντα. Αν και αυτές οι χημικές ουσίες μπορεί να σημαίνουν κινδύνους για την εγκυμοσύνη και την ανάπτυξη του παιδιού, λίγες παρακολουθούνται τακτικά στους ανθρώπους, σημείωσαν οι συγγραφείς της μελέτης.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον ΚόσμοΑκολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube