Η διάγνωση γίνεται συνήθως μέσω ενδοσκόπησης και βιοψίας, όπου ένας γιατρός εξετάζει τον οισοφάγο για συγκεκριμένα ιστολογικά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένης της παρουσίας ηωσινόφιλων. Η καταμέτρηση 15 ή περισσότερων ηωσινόφιλων ανά πεδίο υψηλής ισχύος στον οισοφαγικό ιστό είναι ένα κοινό διαγνωστικό κριτήριο. Επιπλέον, το ιστορικό ενός ασθενούς και το μοτίβο των συμπτωμάτων μπορεί να καθοδηγήσουν τους κλινικούς γιατρούς στον εντοπισμό πιθανών τροφικών ερεθισμάτων.
Η θεραπεία για την EoE περιλαμβάνει μια πολύπλευρη προσέγγιση, εστιάζοντας τόσο στην ανακούφιση των συμπτωμάτων όσο και στην υποκείμενη φλεγμονή. Οι κύριες στρατηγικές περιλαμβάνουν:
- Διατροφική διαχείριση : Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει δίαιτες εξάλειψης όπου συγκεκριμένες ομάδες τροφίμων, συχνά κοινά αλλεργιογόνα όπως τα γαλακτοκομικά, το σιτάρι, η σόγια, τα αυγά, τα φιστίκια και τα οστρακοειδή, αφαιρούνται για να εντοπιστούν και να αποφευχθούν τα ερεθίσματα. Μερικοί ασθενείς επωφελούνται από σκευάσματα που βασίζονται σε αμινοξέα ή συγκεκριμένες δίαιτες, όπως η δίαιτα αποβολής έξι τροφών, η οποία αφαιρεί συστηματικά και επαναφέρει τα τρόφιμα.
- Φάρμακα : Τα τοπικά κορτικοστεροειδή, όπως η φλουτικαζόνη ή η βουδεσονίδη, μπορούν να καταποθούν για να μειωθεί η φλεγμονή και ο αριθμός των ηωσινοφίλων στον οισοφάγο. Τα συστηματικά κορτικοστεροειδή μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σοβαρές περιπτώσεις, αλλά δεν συνιστώνται για μακροχρόνια αντιμετώπιση λόγω πιθανών παρενεργειών.
- Διαστολή οισοφάγου : Σε περιπτώσεις στενώσεων ή σοβαρής δυσφαγίας, μπορεί να χρειαστεί ενδοσκοπική διαστολή για τη διεύρυνση του οισοφάγου και τη βελτίωση της κατάποσης.
Η διαχείριση της EoE είναι συχνά συνεργατική, με τη συμμετοχή τόσο αλλεργιολόγων όσο και γαστρεντερολόγων για τη βελτιστοποίηση της θεραπείας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των προσβεβλημένων ατόμων. Η τακτική παρακολούθηση και παρακολούθηση είναι ζωτικής σημασίας, καθώς η EoE μπορεί να είναι μια χρόνια πάθηση που απαιτεί συνεχή φροντίδα.