"Πολλοί άνθρωποι είχαν ελπίδες ότι η εξάντληση των ηωσινοφίλων θα είχε μεγάλο αντίκτυπο στις ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές EGID, αλλά αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι κλινικές δοκιμές είναι τόσο σημαντικές", λέει ο Rothenberg. "Ακόμη και όταν τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά, μαθαίνουμε από αυτά και αυτό μας επιτρέπει να προχωρήσουμε σε άλλες πιθανές προσεγγίσεις για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων".
Ηωσινόφιλη Τροφική Αλλεργία: Τα καλά νέα: Θεραπεία με μονοκλωνικό αντίσωμα που ονομάζεται benralizumab αποδείχθηκε αρκετά αποτελεσματική σε κλινική δοκιμή, όσον αφορά την εξάντληση του αριθμού των ηωσινοφίλων που βρίσκονται στο αίμα και στους ιστούς του πεπτικού συστήματος ασθενών με ηωσινοφιλική γαστρίτιδα. Τα όχι και τόσο καλά νέα: η εξάλειψη των ηωσινόφιλων δεν ήταν αρκετή για να σταματήσουν τα συμπτώματα που νιώθουν οι άνθρωποι με αυτή τη σπάνια και σοβαρή μορφή τροφικής αλλεργίας. Ούτε η θεραπεία επηρέασε βασικές μετρήσεις της υγείας των ιστών του εντέρου και των σχετικών προτύπων γονιδιακής έκφρασης. Αυτά τα παραδειγματικά αποτελέσματα της κλινικής δοκιμής Φάσης 2 δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό έντυπο Γαστρεντερολογίας και Ηπατολογίας The Lancet (The Lancet Gastroenterology & Hepatology). “Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι οι μηχανισμοί που οδηγούν σε αυτή τη νόσο είναι σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητοι από την υπερβολική παραγωγή ηωσινοφίλων. Αυτό σημαίνει ότι η προσοχή μας θα πρέπει να στραφεί προς άλλους θεραπευτικούς στόχους για την εξεύρεση θεραπευτικών αγωγών και ότι θα πρέπει να επανεξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο ορίζουμε την ύφεση αυτής της νόσου”, λέει ο Marc Rothenberg, MD, Ph.D., αντίστοιχος συγγραφέας της μελέτης και μία από τις σημαντικότερες αυθεντίες παγκοσμίως για τις ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές (EGID).
Ο Rothenberg διευθύνει το Τμήμα Αλλεργίας και Ανοσολογίας στο Cincinnati Children’s. Είναι, επίσης, επικεφαλής του Κέντρου Ηωσινοφιλικών Διαταραχών του Σινσινάτι (CCED) στο Ιατρικό Κέντρο του Νοσοκομείου Παίδων του Σινσινάτι (Cincinnati Children’s) και είναι κύριος ερευνητής και συν-επικεφαλής της εθνικής κοινοπραξίας ερευνητών για τις ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές παθήσεις (‘Consortium of Eosinophilic Gastrointestinal Disease Researchers’ – CEGIR). Ο Rothenberg έχει αφιερώσει δεκαετίες στη μελέτη και τη θεραπεία παιδιών που ζουν με αυτή τη συλλογή σοβαρών φλεγμονωδών αντιδράσεων σε κατά τα άλλα κοινά τρόφιμα. Για πολλά από αυτά, οι αλλεργικές αντιδράσεις είναι τόσο έντονες που πρέπει να ακολουθούν εξαιρετικά αυστηρές και περιορισμένες δίαιτες. Οι διατροφικές δυσκολίες μπορεί να περιορίσουν την ανάπτυξη και να οδηγήσουν σε άλλες μακροπρόθεσμες επιπλοκές.
Τι είναι οι ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές EGIDs;
Οι ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές EGID έχουν διακριθεί από άλλες τροφικές αλλεργίες επειδή τα συμπτώματα συνήθως δεν εμφανίζονται αμέσως μετά την κατανάλωση του προσβλητικού τροφίμου. Οι ασθενείς με ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές EGID έχουν ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα ηωσινοφίλων στους ιστούς του πεπτικού τους συστήματος. Τα ηωσινόφιλα είναι ένας από τους διάφορους τύπους λευκών αιμοσφαιρίων που αποτελούν μέρος του φυσιολογικά προστατευτικού ανοσοποιητικού μας συστήματος. Εμφανίζονται, όμως, σε υψηλές ποσότητες σε ορισμένες ασθένειες όπως οι ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές EGID και το άσθμα. Στην περίπτωση του άσθματος, τα ηωσινόφιλα μπορούν να προωθήσουν την υπερβολική φλεγμονή και τη βλάβη των ιστών και η μείωση των επιπέδων τους μπορεί να έχει σημαντικό κλινικό όφελος. Αλλά ο ακριβής ρόλος των ηωσινοφίλων στις ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές EGID δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί. Η ηωσινοφιλική οισοφαγίτιδα (ΕΟΕ) είναι η πιο συχνή μορφή των ηωσινοφιλικών γαστρεντερικών διαταραχών EGID, η οποία προσβάλλει περίπου 1 στα 2.000 άτομα (ή περίπου 166.000 άτομα στις ΗΠΑ). Λιγότερα από 50.000 άτομα στις ΗΠΑ, σε συνδυασμό, πιστεύεται ότι πάσχουν από άλλες μορφές ηωσινοφιλικών γαστρεντερικών διαταραχών EGID, συμπεριλαμβανομένης της ηωσινοφιλικής γαστρίτιδας, της ηωσινοφιλικής εντερίτιδας και της ηωσινοφιλικής κολίτιδας. Με την πάροδο των ετών, ο αριθμός των ηωσινοφίλων έχει αναδειχθεί ως ο βασικός βιοδείκτης για την παρακολούθηση της σοβαρότητας της νόσου των ηωσινοφιλικών γαστρεντερικών διαταραχών EGID. Οι φαρμακευτικές εταιρείες δοκιμάζουν, επίσης, νέα και υπάρχοντα βιολογικά φάρμακα και άλλες θεραπείες για την ικανότητά τους να μειώνουν τον αριθμό των ηωσινοφίλων. Η μπενραλιζουμάμπη, που παρασκευάζεται από την AstraZeneca, είναι ένα τέτοιο φάρμακο, καθώς απομακρύνει με ασφάλεια τα ηωσινόφιλα από τον οργανισμό και αποτελεί πλέον εγκεκριμένη θεραπεία για το σοβαρό άσθμα που σχετίζεται με ηωσινόφιλα.
Μεικτά αποτελέσματα για το φάρμακο απομάκρυνσης των ηωσινοφίλων.
Η μελέτη που διεξήχθη από τους Kara Kliewer, Ph.D., Rothenberg και τους συναδέλφους τους αφορούσε 26 ασθενείς με ενεργό νόσο ηωσινοφιλικής γαστρίτιδας, ηλικίας 12 έως 60 ετών, στους οποίους ανατέθηκε τυχαία να λάβουν είτε το θεραπευτικό φάρμακο είτε εικονικό φάρμακο. Οι συμμετέχοντες έλαβαν τρεις ενέσεις ο καθένας σε διάστημα 12 εβδομάδων. Από τους 13 που έλαβαν το φάρμακο, οι 10 πέτυχαν τεχνική “ύφεση”. Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των ηωσινοφίλων στο αίμα και το στομάχι τους μειώθηκε σημαντικά, στην πραγματικότητα σχεδόν στο μηδέν. Ωστόσο, δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στα συμπτώματα, συμπεριλαμβανομένου του πόνου, των ενδοσκοπικών ευρημάτων, των βαθμολογιών ποιότητας ζωής ή άλλων μέτρων που αναφέρθηκαν μεταξύ των ομάδων του φαρμάκου και του εικονικού φαρμάκου. Αν και οι δομικές ανωμαλίες των ιστών βελτιώθηκαν για έξι από τους 13 συμμετέχοντες που έλαβαν φαρμακευτική αγωγή, επιδεινώθηκαν ή παρέμειναν ίδιες για τους άλλους επτά. Εν τω μεταξύ, μια ανάλυση 48 γονιδίων που είναι γνωστό ότι επηρεάζονται από τις ηωσινοφιλικές διαταραχές δεν έδειξε καμία βελτίωση στα ανώμαλα πρότυπα έκφρασης. “Τα ευρήματα αυτά παρέχουν αδιάσειστα στοιχεία για την αλλαγή του παραδείγματος, μετατοπίζοντας την προσοχή από τα ηωσινόφιλα ως τον κύριο παράγοντα και βιοδείκτη στις ηωσινόφιλες γαστρεντερικές παθήσεις”, λέει ο Kliewer. “Έτσι, η επιτυχής αντιμετώπιση της ηωσινόφιλης γαστρίτιδας μπορεί να απαιτεί την αναστολή μονοπατιών που μειώνουν ευρύτερα τη φλεγμονή τύπου 2 αντί να στοχεύουν μόνο τα ηωσινόφιλα”.
Τι σημαίνει αυτό για τους ασθενείς και τις οικογένειες;
Ως επί το πλείστον, τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι οι ασθενείς θα πρέπει να περιμένουν περισσότερο για την ανάπτυξη βελτιωμένων θεραπειών για την ηωσινοφιλική γαστρίτιδα, λέει ο Rothenberg. Ωστόσο, η πολύπλευρη ερευνητική προσέγγιση της ερευνητικής μας ομάδας του Παιδιατρικού Νοσοκομείου Cincinnati Children’s σημαίνει ότι πολλές άλλες θεραπευτικές οδοί, ήδη, επιδιώκονταν παράλληλα με τις δυνατότητες απομάκρυνσης των ηωσινοφίλων. Οι τρέχουσες συνήθεις θεραπείες, όπως η διαχείριση της διατροφής, τα αντιφλεγμονώδη στεροειδή φάρμακα και τα αναλγητικά, θα πρέπει να συνεχιστούν. Εάν οι ασθενείς λαμβάνουν εκτός επισήμανσης (off-label) θεραπείες με αναστολείς της IL-5 (φάρμακα που εξαντλούν τα ηωσινόφιλα), δεν είναι πιθανό να δουν σημαντικά οφέλη, λέει ο Rothenberg. Οι οικογένειες με συγκεκριμένες ερωτήσεις ενθαρρύνονται να επικοινωνούν με τον ειδικό που διαχειρίζεται τη φροντίδα του παιδιού τους.
Επόμενα βήματα
Οι ερευνητές είναι πιθανό να μετατοπίσουν την εστίασή τους για να εντατικοποιήσουν τη μελέτη θεραπειών που δρουν κατά άλλων πτυχών της ηωσινοφιλικής νόσου. Το 2022, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ ενέκρινε τη χρήση της dupilumab – φαρμάκου που έχει ήδη εγκριθεί για τη θεραπεία του εκζέματος και του άσθματος- ως η πρώτη θεραπεία που εγκρίθηκε ειδικά στις ΗΠΑ για την ηωσινοφιλική οισοφαγίτιδα EΟE. Αυτό το φάρμακο, επίσης ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, εμποδίζει τη σηματοδότηση της ιντερλευκίνης-4 και της ιντερλευκίνης-13, στοχεύοντας έτσι στη φλεγμονή τύπου 2 και όχι μόνο στα ηωσινόφιλα. Ο Rothenberg ήταν ένας από τους πρώτους συγγραφείς της μελέτης που παρουσίασε τα αποτελέσματα της κλινικής δοκιμής φάσης 3, τα οποία δημοσιεύθηκαν στο Ιατρικό Περιοδικό The New England (The New England Journal of Medicine). Η βελτίωση των συμπτωμάτων που παρατηρήθηκε σε ασθενείς με EoE που έλαβαν θεραπεία με dupilumab υποδηλώνει ότι μπορεί να λειτουργήσει και για τις άλλες λιγότερο συχνές μορφές ηωσινοφιλικών γαστρεντερικών διαταραχών EGID. Μέσω της εθνικής κοινοπραξίας ερευνητών για τις ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές παθήσεις CEGIR, ο Rothenberg και άλλοι εθνικοί εμπειρογνώμονες δοκιμάζουν επί του παρόντος τη θεωρία ότι η dupilumab μπορεί να είναι επωφελής για άλλες μορφές ηωσινοφιλικών γαστρεντερικών διαταραχών EGID, όπως η ηωσινοφιλική γαστρίτιδα. Εν τω μεταξύ, ο Rothenberg λέει ότι η εθνική κοινοπραξία ερευνητών για τις ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές παθήσεις CEGIR χρησιμοποιεί τα τρέχοντα ευρήματα για να αναθεωρήσει τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη θεραπεία των ηωσινοφιλικών γαστρεντερικών διαταραχών EGID, έτσι ώστε να βασίζονται λιγότερο στον αριθμό των ηωσινοφίλων ως βιοδείκτη.”Πολλοί άνθρωποι είχαν ελπίδες ότι η εξάντληση των ηωσινοφίλων θα είχε μεγάλο αντίκτυπο στις ηωσινοφιλικές γαστρεντερικές διαταραχές EGID, αλλά αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι κλινικές δοκιμές είναι τόσο σημαντικές”, λέει ο Rothenberg. “Ακόμη και όταν τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά, μαθαίνουμε από αυτά και αυτό μας επιτρέπει να προχωρήσουμε σε άλλες πιθανές προσεγγίσεις για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων”.
Παρέχεται από το Ιατρικό Κέντρο του Νοσοκομείου Παίδων του Σινσινάτι
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον ΚόσμοΑκολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube