Η αιτία του συνδρόμου Crouzon εντοπίζεται σε μεταλλάξεις στο γονίδιο FGFR2 (Fibroblast Growth Factor Receptor 2) ή FGFR1. Αυτές οι μεταλλάξεις επηρεάζουν την ανάπτυξη των οστών και των ιστών κατά την εμβρυϊκή ζωή, οδηγώντας σε ανωμαλίες στην κρανιοπροσωπική περιοχή. Το σύνδρομο κληρονομείται με τον αυτοσωματικό κυρίαρχο τρόπο, πράγμα που σημαίνει ότι αρκεί η παρουσία μιας μόνο μεταλλαγμένης κόπιας του γονιδίου από έναν γονέα για να εκδηλωθεί η διαταραχή.
Τα συμπτώματα του συνδρόμου Crouzon μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο, αλλά συνήθως περιλαμβάνουν παραμορφώσεις του κρανίου, όπως στενές οφθαλμικές κοιλότητες, ανωμαλίες στη δομή της μύτης και του στόματος, καθώς και προβλήματα με την ακοή και την όραση. Επιπλέον, οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν και άλλες ιατρικές καταστάσεις, όπως διαταραχές στην αναπνοή και προβλήματα στη σκολίωση.
Η διάγνωση του συνδρόμου Crouzon γίνεται συνήθως μέσω κλινικής εκτίμησης και απεικονιστικών εξετάσεων, όπως οι ακτινογραφίες ή οι αξονικές τομογραφίες. Σε πολλές περιπτώσεις, οι ασθενείς μπορεί να χρειαστούν χειρουργικές επεμβάσεις για να διορθωθούν οι κρανιοπροσωπικές ανωμαλίες και να βελτιωθεί η αισθητική τους εμφάνιση, καθώς και η λειτουργία των οργάνων του προσώπου.
Η διαχείριση του συνδρόμου Crouzon είναι πολυδιάστατη και περιλαμβάνει όχι μόνο χειρουργικές επεμβάσεις, αλλά και υποστήριξη από ειδικούς σε διάφορους τομείς, όπως η οδοντιατρική, η οφθαλμολογία και η ωτορινολαρυγγολογία. Με την κατάλληλη ιατρική φροντίδα και υποστήριξη, οι ασθενείς με σύνδρομο Crouzon μπορούν να έχουν καλή ποιότητα ζωής και να συμμετέχουν ενεργά στην κοινωνία.