Η άνοιξη καταφθάνει και μαζί τις και οι… αλλεργίες. Συνηθέστερη όλων είναι η εποχική αλλεργική ρινίτιδα που προκαλεί «μπουκωμένη» μύτη και επηρεάζει την αναπνοή.
Η εποχική αλλεργική ρινίτιδα προκαλείται από τα αλλεργιογόνα, τη γύρη των δέντρων και των χόρτων που υπάρχει στην ατμόσφαιρα κατά την ανθοφορία την άνοιξη. Η αλλεργική ρινίτιδα θεωρείται σήμερα χρόνια αναπνευστική νόσος. Η επίπτωσή της παγκοσμίως κυμαίνεται από 7% έως 16% και αυξάνεται συνεχώς στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών.
Παρότι θεωρείται νόσος που δεν απειλεί άμεσα τη ζωή του ασθενούς, οι επιπτώσεις της ωστόσο στην ποιότητα ζωής του, στη φυσική και ψυχολογική του ευεξία, στην προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική ζωή του είναι τεράστιες και ορισμένες φορές συγκρίσιμες με αυτές του βρογχικού άσθματος. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο πιστεύεται ότι πάσχει το 23% του πληθυσμού, ωστόσο μόνο 1 στους 2 ασθενείς διαγιγνώσκεται και μόνο 1 στους 4 ασθενείς λαμβάνει σωστή θεραπεία.
Η αλλεργική ρινίτιδα πρωτοεκδηλώνεται περί το τέλος της παιδικής ηλικίας, πολλές όμως περιπτώσεις εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της εφηβείας, ή και μεταγενέστερα. Στο 60% των περιπτώσεων υπάρχει οικογενειακό ιστορικό αλλεργίας.
Η νόσος εκδηλώνεται όταν κάποιο αλλεργιογόνο συνδεθεί με την ειδική IgE ανοσοσφαιρίνη στη μεμβράνη του ευαισθητοποιημένου μαστοκυττάρου με αποτέλεσμα την αποκοκκίωση του και την απελευθέρωση μεσολαβητών, τόσο προσχηματισμένων (ισταμίνη, ηπαρίνη, πρωτεολυτικά ένζυμα, χημειοτακτικοί παράγοντες), όσο και νεοσχηματισμένων (προσταγλαδίνες, θρομβοξάνες, λευκοτριένες, PAF). Οι μεσολαβητές αυτοί είναι υπεύθυνοι για την πρόκληση τόσο των άμεσων, όσο και των επιβραδυνόμενων αντιδράσεων υπερευαισθησίας.
Οι εκδηλώσεις της αλλεργικής ρινίτιδας είναι χαρακτηριστικές και περιλαμβάνουν υδαρή ρινόρροια, ρινικό κνησμό, παροξυσμικούς πταρμούς, ρινική συμφόρηση ή απόφραξη, κνησμό της υπερώας και του φάρυγγα, δακρύρροια, ερυθρότητα, κνησμό και καύσο στα μάτια. Η οπισθορρινική έκκριση προκαλεί συχνά επίμονο ξηρό βήχα, βράγχος φωνής και ερεθισμό του κατώτερου αναπνευστικού.
Η διάγνωση της αλλεργικής ρινίτιδας θα γίνει με βάση το ιστορικό του ασθενή και την ρινοσκόπηση, εξέταση που κάνει ωτορινολαρυγγολόγος. Γίνονται επίσης, αιματολογικές εξετάσεις ειδικών ανοσοσφαιρινών και δερματικές δοκιμασίες. Με τον τρόπο αυτό επιχειρείται ο εντοπισμός του υπευθύνου αλλεργιογόνου για να επακολουθήσει εξειδικευμένη θεραπεία, δηλαδή η ανοσοθεραπεία.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube