Τα άτομα με δυσανεξία στη γλουτένη μπορεί να εμφανίσουν ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων μετά την κατανάλωση γλουτένης, όπως φούσκωμα, διάρροια, δυσκοιλιότητα, κοιλιακό άλγος, πονοκεφάλους, κόπωση, πόνο στις αρθρώσεις και ομίχλη του εγκεφάλου. Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να ποικίλλουν σε σοβαρότητα και μπορεί να εμφανιστούν μέσα σε λίγες ώρες από την κατανάλωση γλουτένης.
Η ακριβής αιτία της δυσανεξίας στη γλουτένη δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητή, αλλά πιστεύεται ότι περιλαμβάνει έναν συνδυασμό γενετικών, περιβαλλοντικών παραγόντων και παραγόντων του ανοσοποιητικού συστήματος. Ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι η δυσανεξία στη γλουτένη μπορεί να προκληθεί από μια ανώμαλη ανοσοαπόκριση στη γλουτένη, που οδηγεί σε φλεγμονή και συμπτώματα στο σώμα.
Η διάγνωση της δυσανεξίας στη γλουτένη μπορεί να είναι δύσκολη, καθώς δεν υπάρχει ειδική εξέταση για αυτήν. Η πιο κοινή μέθοδος διάγνωσης είναι να αποκλειστεί πρώτα η κοιλιοκάκη και οι αλλεργίες στο σιτάρι μέσω εξετάσεων αίματος ή/και βιοψιών εντέρου. Εάν αυτές οι καταστάσεις αποκλειστούν και τα συμπτώματα βελτιωθούν σε μια δίαιτα χωρίς γλουτένη, τότε μπορεί να υποπτευόμαστε δυσανεξία στη γλουτένη.
Η κύρια θεραπεία για τη δυσανεξία στη γλουτένη είναι να ακολουθείτε μια αυστηρή δίαιτα χωρίς γλουτένη, αποφεύγοντας όλες τις πηγές τροφών που περιέχουν γλουτένη. Αυτό μπορεί να είναι δύσκολο, καθώς η γλουτένη βρίσκεται σε πολλά κοινά τρόφιμα όπως το ψωμί, τα ζυμαρικά, τα δημητριακά και τα αρτοσκευάσματα. Είναι σημαντικό να διαβάζετε προσεκτικά τις ετικέτες των τροφίμων και να γνωρίζετε τις κρυμμένες πηγές γλουτένης στα επεξεργασμένα τρόφιμα.
Συνολικά, ενώ η δυσανεξία στη γλουτένη μπορεί να μην είναι απειλητική για τη ζωή όπως η κοιλιοκάκη, μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ευημερία και την ποιότητα ζωής ενός ατόμου. Η αναζήτηση καθοδήγησης από έναν πάροχο υγειονομικής περίθαλψης ή εγγεγραμμένο διαιτολόγο μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση των συμπτωμάτων και στη διασφάλιση μιας ισορροπημένης διατροφής σε έναν τρόπο ζωής χωρίς γλουτένη.