Άνοια: Σε μια πρόσφατη μελέτη, οι επιστήμονες εντόπισαν συνδέσμους μεταξύ άνοιας και πολλαπλών χρόνιων παθήσεων στη μέση ηλικία.
Σε μια νέα μελέτη, οι ερευνητές βρήκαν μια σχέση μεταξύ αυξημένου κινδύνου άνοιας και πολλαπλών χρόνιων παθήσεων κατά τη μέση ηλικία. Η μελέτη που εμφανίζεται στο BMJ, παρέχει στους επιστήμονες πληροφορίες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να μειώσουν τον κίνδυνο άνοιας στη μετέπειτα ζωή τους. Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), η άνοια είναι ένας όρος ομπρέλα για μια σειρά ασθενειών που επηρεάζουν αρνητικά την ικανότητα του ατόμου να σκέφτεται και να θυμάται. Ο πιο κοινός τύπος άνοιας είναι η νόσος του Αλτσχάιμερ, μια νευροεκφυλιστική διαταραχή που συνήθως επηρεάζει άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι η νόσος Αλτσχάιμερ ευθύνεται για το 60-70% των περιπτώσεων άνοιας.
Σύμφωνα με το National Institute on Aging, οι ερευνητές δεν κατανοούν πλήρως γιατί μερικοί άνθρωποι αναπτύσσουν Αλτσχάιμερ. Ωστόσο, πιστεύουν ότι πιθανώς ο λόγος είναι ένας συνδυασμός γενετικής, περιβαλλοντικών παραγόντων και τρόπου ζωής. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο/η ασθενής μπορεί να έχει βιολογικά σημάδια της νόσου του Αλτσχάιμερ δεκαετίες πριν εμφανίσει συμπτώματα. Κατά συνέπεια, οι επιστήμονες ενδιαφέρονται να διερευνήσουν ποιοι παράγοντες κατά τη μέση ηλικία μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο άνοιας.
Ένας πιθανός παράγοντας είναι η πολυνοσηρότητα — δύο ή περισσότερες χρόνιες ασθένειες. Ειδικότερα, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η πολυνοσηρότητα είναι συχνή σε άτομα με άνοια. Ωστόσο, λίγες προηγούμενες μελέτες έχουν διερευνήσει εάν υπάρχει σχέση μεταξύ της πολυνοσηρότητας κατά τη μέση ηλικία και της άνοιας.
«Η πολυνοσηρότητα – η εμφάνιση δύο ή περισσότερων χρόνιων ασθενειών – είναι ολοένα και πιο συχνή και δεν περιορίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες. Συνδέεται επίσης με μια σειρά από δυσμενείς συνέπειες για την υγεία, συμπεριλαμβανομένης της θνησιμότητας.» «Υπάρχουν πολλά στοιχεία που δείχνουν ότι ορισμένες χρόνιες ασθένειες σχετίζονται με την άνοια, οδηγώντας μας να εξετάσουμε τον ρόλο της πολυνοσηρότητας στον κίνδυνο άνοιας», σημείωσε η Δρ. Archana Singh-Manoux, ερευνήτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού στη Γαλλία.
Για τη διεξαγωγή της μελέτης, η Δρ. Singh-Manoux και οι συνεργάτες της άντλησαν δεδομένα από 10.095 άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη Whitehall II. Η μελέτη παρακολούθησε τους Βρετανούς δημόσιους υπαλλήλους για 32 χρόνια κατά μέσο όρο, ξεκινώντας από το 1985 έως το 1988. Όταν συμμετείχαν στη μελέτη τα άτομα δεν είχαν άνοια και ήταν ηλικίας 35-55 ετών. Οι ερευνητές όρισαν την πολυνοσηρότητα ως την ύπαρξη τουλάχιστον δύο από τις ακόλουθες χρόνιες παθήσεις: καρδιακή νόσος, εγκεφαλικό, καρδιακή ανεπάρκεια, διαβήτης, υπέρταση, καρκίνος, νεφρική νόσος, αποφρακτική πνευμονοπάθεια, ηπατική νόσος, κατάθλιψη, καταστάσεις ψυχικής υγείας εκτός από κατάθλιψη, νόσος του Πάρκινσον και αρθρίτιδα.
Πολυνοσηρότητα μέσης ηλικίας
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες είχαν 2,4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο άνοιας εάν είχαν πολυνοσηρότητα στην ηλικία των 55 ετών, σε σύγκριση με άτομα που δεν είχαν καμία από τις άνω χρόνιες παθήσεις. Επιπλέον, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσο αργότερα ένα άτομο ανέπτυξε πολυνοσηρότητα, τόσο πιο αδύναμη ήταν η πιθανότητα να αναπτύξει άνοια. Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος άνοιας αυξανόταν κατά 18% για κάθε 5 χρόνια που εμφανιζόταν νωρίτερα η πολυνοσηρότητα. Ο κίνδυνος που σχετίζεται με πρόωρη πολυνοσηρότητα αυξήθηκε περισσότερο όταν ο/η ασθενής είχε τρεις ή περισσότερες χρόνιες παθήσεις.
Όπως σημειώνει η Δρ Singh-Manoux, παρά το γεγονός ότι η μελέτη δεν ήταν σε θέση να αποδείξει αιτιότητα μεταξύ πολυνοσηρότητας και κινδύνου άνοιας, τα ευρήματά της ήταν σημαντικά.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον ΚόσμοΑκολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube