Σύμφωνα με τη μελέτη, άτομα που επιλέγουν να περπατούν με διαλείμματα (στάσεις) φάνηκαν να καίνε περισσότερες θερμίδες σε σύγκριση με εκείνα που προτιμούν το συνεχές περπάτημα. Ο λόγος πίσω από αυτή την παρατήρηση σχετίζεται με την αυξημένη ένταση που βιώνουν οι μύες κατά τη διάρκεια των περιόδων που βαδίζουν γρήγορα, αμέσως μετά από τις στάσεις. Η εναλλαγή μεταξύ φάσεων υψηλής και χαμηλής έντασης μπορεί να ενεργοποιήσει μηχανισμούς υψηλότερης καύσης θερμίδων, γεγονός που ενδεχομένως να σχετίζεται με την αύξηση του μεταβολικού ρυθμού.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας αφορά την ψυχολογική διάθεση που μπορεί να δημιουργεί η μέθοδος του βαδίσματος με στάσεις. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη ενδέχεται να νιώθουν λιγότερη κούραση και μεγαλύτερη ενθάρρυνση να συνεχίσουν, με αποτέλεσμα να διατηρούν τη σωματική τους δραστηριότητα για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα. Αυτό το φαινόμενο μπορεί να συντελεί στην αύξηση της συνολικής καύσης θερμίδων κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Η έρευνα προτείνει ότι η στρατηγική του βαδίσματος με στάσεις μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική για άτομα που επιδιώκουν να διατηρήσουν ή να μειώσουν το βάρος τους, καθώς συνδυάζει την εκγύμναση με ευκολία και προσαρμοστικότητα. Επιπλέον, προάγει μια πιο ενεργό ζωή χωρίς τις σωματικές επιπτώσεις που μπορεί να προκαλέσει η υπερβολική ένταση ενός συνεχούς προγράμματος περπατήματος.
Συμπερασματικά, η ανατρεπτική αυτή μελέτη ενισχύει την αξία των πρακτικών ανάλυσης και αποδεικνύει πως η ποικιλία στην άσκηση μπορεί να προσφέρει μεγαλύτερη δράση και αποτελεσματικότητα στην καύση θερμίδων. Με την ενσωμάτωση σταδιακής και διαλείπουσας κίνησης στην καθημερινότητά τους, οι άνθρωποι μπορούν να βελτιώσουν την υγεία τους και να επιτύχουν τους στόχους τους σε σχέση με το βάρος τους πιο αποτελεσματικά.