Οι ερευνητές έχουν αναπτύξει μια πρωτοποριακή μέθοδο για την παράταση της διάρκειας ζωής των αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων, γεγονός που θα μπορούσε να βελτιώσει σημαντικά την αποτελεσματικότητα και τη διαθεσιμότητα της γονιδιακής θεραπείας. Τα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα (HSCs) είναι απαραίτητα για την παραγωγή των κυττάρων του αίματος και των συστατικών του ανοσοποιητικού συστήματος. Χρησιμοποιούνται συχνά για τη θεραπεία αιματολογικών διαταραχών, όπως η λευχαιμία και η δρεπανοκυτταρική αναιμία, ενώ αξιοποιούνται όλο και περισσότερο και στη γονιδιακή θεραπεία. Ωστόσο, μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στη χρήση αυτών των κυττάρων είναι η περιορισμένη διάρκεια ζωής τους εκτός του σώματος. Μετά τη συλλογή, τα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα υποβαθμίζονται γρήγορα και χάνουν την ικανότητά τους να εμφυτεύονται και να λειτουργούν αποτελεσματικά μετά τη μεταμόσχευση.
Παραδοσιακά, τα HSCs μπορούν να αποθηκευτούν μόνο για σύντομο χρονικό διάστημα πριν αρχίσουν να χάνουν τη δραστικότητά τους. Αυτό επιβάλλει σημαντικούς περιορισμούς στη χρήση τους για θεραπείες, ιδίως στη γονιδιακή θεραπεία, όπου απαιτείται επιπλέον χρόνος για τον γενετικό χειρισμό των κυττάρων πριν από την επανεισαγωγή τους στον ασθενή. Η δυσκολία διατήρησης των HSCs βιώσιμων για μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς να επηρεάζεται η λειτουργία τους, οδήγησε στην έρευνα για καλύτερες τεχνικές συντήρησης.
Μια νέα τεχνική που αναπτύχθηκε από επιστήμονες δείχνει υποσχέσεις στην παράταση της διάρκειας ζωής αυτών των πολύτιμων κυττάρων. Η μέθοδος περιλαμβάνει τη βελτιστοποίηση των συνθηκών αποθήκευσης των HSCs, συμπεριλαμβανομένης της ρύθμισης της θερμοκρασίας, της παροχής θρεπτικών ουσιών και των επιπέδων οξυγόνου. Με τη δημιουργία ενός ευνοϊκότερου περιβάλλοντος, οι ερευνητές κατάφεραν να επιβραδύνουν σημαντικά τη διαδικασία υποβάθμισης των HSCs, διατηρώντας τα βιώσιμα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Επιπλέον, η νέα προσέγγιση μπορεί να περιλαμβάνει τη χρήση συγκεκριμένων αναστολέων ή χημικών ουσιών που μειώνουν τον μεταβολικό ρυθμό των κυττάρων, επιτρέποντάς τους να εισέλθουν σε κατάσταση ηρεμίας. Σε αυτή την αδρανή φάση, τα κύτταρα είναι λιγότερο ευαίσθητα στην υποβάθμιση και μπορούν να συντηρηθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα διατηρώντας την ικανότητά τους να επανενεργοποιηθούν.
Οι επιπτώσεις αυτής της εξέλιξης είναι σημαντικές. Η παράταση της διάρκειας ζωής των αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων θα μπορούσε να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των γονιδιακών θεραπειών, δίνοντας στους επιστήμονες περισσότερο χρόνο για τον γενετικό χειρισμό αυτών των κυττάρων.