Η θεραπεία αυτή εκμεταλλεύεται την ικανότητα του RNA να επηρεάζει τη βιολογική δραστηριότητα των κυττάρων. Το RNA, ως μέσο μεταφοράς γενετικών πληροφοριών, μπορεί να προγραμματίσει κύτταρα για να παράγουν πρωτεΐνες που είναι κρίσιμες για τη διαδικασία της μνήμης και τη ρύθμιση των συναισθημάτων. Αρκετές μελέτες έχουν αναδείξει τη σχέση μεταξύ εγκεφαλικών πρωτεϊνών, όπως η BDNF (Brain-Derived Neurotrophic Factor), και της γνωστικής λειτουργίας, υποδηλώνοντας ότι η ενίσχυση της παραγωγής τους μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη μνήμη.
Σε κλινικές δοκιμές, οι συμμετάσχοντες που έλαβαν την ενδορινική θεραπεία RNA παρουσίασαν σημαντική βελτίωση στη μνημονική τους ικανότητα. Ειδικότερα, οι δοκιμές μνήμης, όπως η αναγνώριση προσώπων και η μνημονική ανάκληση λεκτικών πληροφοριών, έδειξαν μεγαλύτερη ακρίβεια και ταχύτητα στις αντιδράσεις. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι αυτό μπορεί να σχετίζεται με την ενίσχυση των νευρωνικών συνδέσεων που ευθύνονται για την αποθήκευση και ανάκτηση πληροφοριών.
Επιπλέον, η ίδια θεραπεία έχει δείξει θετικά αποτελέσματα στη μείωση του άγχους. Πολλοί συμμετέχοντες ανέφεραν σημαντική μείωση των συμπτωμάτων του άγχους, όπως η αυξημένη ανησυχία, η νευρικότητα και η αίσθηση της υπερφόρτωσης. Η δράση αυτή μπορεί να αποδοθεί στην ικανότητα του RNA να αλληλεπιδρά με τους νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου που ρυθμίζουν τη διάθεση, όπως η σεροτονίνη και η ντοπαμίνη.
Η χρήση της ενδορινικής οδού για τη χορήγηση RNA είναι μια καινοτομία που δεν επιτρέπει μόνο την ταχεία απορρόφηση του θεραπευτικού παράγοντα, αλλά και την αποφυγή πιθανών παρενεργειών που σχετίζονται με άλλες μορφές χορήγησης. Αν και οι διαδικασίες είναι σε αρχικό στάδιο, η προοπτική αυτής της αντικείμενης θεραπείας για την ενίσχυση των γνωστικών λειτουργιών και τη βελτίωση της ψυχικής υγείας είναι ελπιδοφόρα.
Καθώς οι έρευνες συνεχίζονται, η νέα αυτή θεραπεία υπόσχεται να προσφέρει λύσεις σε άτομα που αναζητούν τρόπους να ενισχύσουν τη μνήμη τους και να μειώσουν το άγχος, προσφέροντας μια νέα ελπίδα στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής τους.