Σχεδόν 60% των ασθενών που παραπέμπτονται για οξεία οπτική νευρίτιδα έχουν μια εναλλακτική διάγνωση, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση JAMA Οpthalmology. Η οπτική νευρίτιδα είναι μία οξεία απομυελινωτική φλεγμονή του οπτικού νεύρου. Κατά την οπτική νευρίτιδα, ο νευρικός ιστός φλεγμαίνει και οι νευρικές ίνες παύουν να λειτουργούν σωστά.
Αν επηρεασθούν πολλές από τις ίνες, τότε η όραση μειώνεται σημαντικά, αν όμως η οπτική νευρίτιδα είναι ήπια, τότε η όραση πρακτικά δεν επηρεάζεται. Η τυπική κλινική εικόνα της νόσου συμπεριλαμβάνει απότομη μείωση της όρασης και περιορισμό των οπτικών πεδίων, που ακολουθούνται από αυτόματη σταδιακή βελτίωση στις περισσότερες περιπτώσεις.
Πολλά νοσήματα και καταστάσεις μπορεί να προκαλέσουν οπτική νευρίτιδα, όμως σε πολλές περιπτώσεις η αιτία της οπτικής νευρίτιδας παραμένει άγνωστη. Οι αιτίες που μπορεί να την προκαλέσουν είναι: απομυελίνωση, λοίμωξη (σύφιλη, νόσος εξ ονύχων γαλής, επέκταση λοίμωξης από τον οφθαλμικό κόγχο, τους γειτονοκούς παραρρίνιους κόλπους ή τις μήνιγγες), ίωση (ιλαρά, παρωτίτιδα, ερυθρά, ανεμοβλογιά κ.α.) και συστηματικά αυτοάνοσα νοσήματα.
Ως οπτική νευρίτιδα πάντως εννοείται συνήθως και κυρίως η μερική ή η ολική απώλεια της όρασης που οφείλεται σε απομυελίνωση και κατά την οποία οι νευρικές ίνες χάνουν το ”μονωτικό” έλυτρο μυελίνης που τις περιβάλλει με αποτέλεσμα να διαταράσσεται η αγωγή των νευρικών ερεθισμάτων. Η πιο συχνή μορφή είναι αυτή που σχετίζεται με την σκλήρυνση κατά πλάκας. Η Leanne Stunkel, MD, από το Washington University School of Medicine στο Σεντ Λούις, και οι συνεργάτες του πραγματοποίησαν μια αναδρομική μελέτη για να εξετάσουν την επίπτωση της οπτικής νευρίτιδας και να εντοπίσουν παράγοντες που συμβάλλουν στην υπερδιάγνωση της οξείας οπτικής νευρίτιδας.
Συμπεριλήφθηκαν δεδομένα για 122 ασθενείς που παραπέμφθηκαν για οξεία οπτική νευρίτιδα σε μια κλινική νευρο-οφθαλμολογίας. Η τελική διάγνωση τεκμηριώθηκε από νευρο-οφθαλμιάτρους. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι 40,2% των ασθενών επιβεβαιώθηκαν ως έχοντες οπτική νευρίτιδα ενώ 59,8% έλαβαν μια εναλλακτική διάγνωση. Κεφαλαλγία και άλγος του οφθαλμού, λειτουργική απώλεια όρασης, και άλλες οπτικές νευροπάθειες ήταν οι πιο κοινές εναλλακτικές διαγνώσεις.
Η μη-εκμαίευση ή η εσφαλμένη ερμηνεία κρίσιμων στοιχείων του ιστορικού ήταν τα πιο κοινά συστατικά της λανθασμένης διάγνωσης, η οποία συνέβη σε 33% των ασθενών με εναλλακτικές διαγνώσεις. Σφάλματα στην εκτίμηση εναλλακτικών διαγνώσεων, σφάλματα στην ερμηνεία της αντικειμενικής εξέτασης και παρερμηνεία διαγνωστικών εξετάσεων ήταν επίσης κοινά (32%, 21%, και 15%, αντίστοιχα).