Μία νέα πειραματική γονιδιακή θεραπεία που δοκιμάσθηκε σε 22 ασθενείς με σοβαρή μορφή μεσογειακής αναιμίας, αποδείχθηκε ασφαλής και αποτελεσματική, ανακοίνωσε η διεθνής επιστημονική ομάδα που έκανε την έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Φιλίπ Λεμπούλς της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Τμήματος Γενετικής του Νοσοκομείου Brigham & Women’s της Βοστώνης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό “The New England Journal of Medicine”, ανέφεραν ότι η εφάπαξ γονιδιακή θεραπεία μείωσε ή και εξαφάνισε τελείως την ανάγκη για μεταγγίσεις αίματος στους ασθενείς με σοβαρή β-θαλασσαιμία.
Από τους εννέα ασθενείς, μεταξύ των 22 που είχαν την πιο σοβαρή μορφή της νόσου, η θεραπεία μείωσε κατά 73% την ανάγκη των μεταγγίσεων, ενώ τρεις ασθενείς στη συνέχεια τις σταμάτησαν τελείως. Από τους 13 ασθενείς με την πιο ήπια μορφή της πάθησης, οι 12 δεν χρειάζονταν πια καθόλου μεταγγίσεις αίματος.
Δεν διαπιστώθηκαν ανησυχητικές παρενέργειες από τη θεραπεία, πέρα από αυτές που συνήθως εκδηλώνονται σε όσους κάνουν μεταμόσχευση των δικών τους βλαστοκυττάρων. Μετά από αυτά τα θετικά αποτελέσματα, σύντομα θα αρχίσουν δύο τελικές κλινικές δοκιμές φάσης 3. Την πατέντα για τη νέα θεραπεία με την ονομασία LentiGlobin BB305 κατέχει η εταιρεία Bluebird Bio, στην οποία συμμετέχει και ο Λεμπούλς.
Η μεσογειακή αναιμία είναι μια κληρονομική γενετική νόσος που διαταράσσει την ικανότητα του σώματος να παράγει ένα συστατικό-κλειδί της αιμοσφαιρίνης, της ζωτικής πρωτεΐνης στα κύτταρα του αίματος η οποία μεταφέρει το οξυγόνο στα όργανα και στους ιστούς. Από μικρά παιδιά, οι ασθενείς με σοβαρές μορφές της πάθησης πρέπει κάθε μήνα να κάνουν μεταγγίσεις αίματος.
Η νόσος -που είναι συγγενική με τη δρεπανοκυτταρική αναιμία- εκδηλώνεται κυρίως στην περιοχή της Μεσογείου. Στην Ευρώπη τα μεγαλύτερα ποσοστά ασθενών εμφανίζονται στην Ελλάδα, καθώς επίσης στις ακτές της Τουρκίας και της Ιταλίας.
Η νόσος προκαλείται από μεταλλάξεις σε ένα γονίδιο και η σοβαρότητά της εξαρτάται από τη φύση της μετάλλαξης. Η νέα θεραπεία χρησιμοποιεί ως «όχημα» έναν αβλαβή ιό για να εισάγει νέες γενετικές οδηγίες στα βλαστοκύτταρα του ασθενούς, οι οποίες αποκαθιστούν την παραγωγή της αιμοσφαιρίνης. Στη συνέχεια, τα υγιή πια αυτά βλαστικά κύτταρα επανεισάγονται στο αίμα του ασθενούς, μειώνοντας ή και εξαφανίζοντας την ανάγκη για μεταγγίσεις.