Μελέτη με στόχο να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα της παρακλίνιας εξέτασης CRP ως κύρια εξέταση για την εύρεση της φυματίωσης σε ασθενείς με HIV, με σκοπό να μειωθεί η συνολική επιβάρυνση της φυματίωσης και να διαφυλαχθεί η δημόσια υγεία, διεξήχθη με χρηματοδότηση από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας: President’s Emergency Plan for AIDS Relief, University of California στο San Francisco, Nina Ireland Program for Lung Health.
Πρόκειται για την πρώτη προοπτική εκτίμηση της διαγνωστικής ακρίβειας της εξέτασης CRP στο πλαίσιο του προληπτικού ελέγχου της φυματίωσης, η οποία διήρκεσε δύο έτη (8 Ιουλίου 2013 έως 15 Δεκεμβρίου 2015) και δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «The Lancet».
Στη μελέτη συμμετείχαν 1.237 ενήλικες με HIV λοίμωξη. Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε παρακλίνια εξέταση CRP. Από την ανάλυση αποκλείστηκαν 60 (5%) ασθενείς με ελλιπείς ή μολυσμένες καλλιέργειες. Από τους υπόλοιπους 1.177 ασθενείς οι 163 (14%) είχαν φυματίωση επιβεβαιωμένη με καλλιέργεια. Όπως ανέφεραν οι ερευνητές «στην προοπτική μελέτη, εντάξαμε ενήλικες (ηλικίας ≥18 ετών) που ζουν με HIV με αριθμό κυττάρων CD4 μικρότερο ή ίσο των 350 κυττάρων ανά μL, οι οποίοι άρχισαν την αντιρετροϊκή θεραπεία (ART) από δύο κλινικές HIV/AIDS στην Ουγκάντα».
Ο προληπτικός έλεγχος της φυματίωσης βάσει συμπτωμάτων συνιστάται για όλα τα άτομα που ζουν με τον HIV, όπως λένε οι ερευνητές. Αυτή η σύσταση όμως καταλήγει σε μια αχρείαστη εξέταση, την Xpert MTB/RIF, που γίνεται σε πολλά άτομα που ζουν σε περιοχές ενδημικές για φυματίωση. Σύμφωνα με τους ειδικούς, χρειάζονται καινοτομικές προσεγγίσεις για τον προληπτικό έλεγχο της φυματίωσης, που σκοπό έχουν να βοηθήσουν στην επίτευξη των παγκόσμιων στόχων εξάλειψης της φυματίωσης. Οι ερευνητές στη μελέτη αυτή εκτίμησαν την απόδοση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης με τη μέτρηση μιας παρακλίνιας δοκιμασίας ως εργαλείο προληπτικού ελέγχου για την ενεργό πνευμονική φυματίωση.
Οι συγκεντρώσεις CRP μετρήθηκαν στην εισαγωγή στη μελέτη με παρακλίνιο προσδιορισμό χρησιμοποιώντας πλήρες αίμα που λαμβάνεται με τρύπημα του δακτύλου (συγκεντρώσεις ≥10 mg/L που ορίζονται ως έλεγχος θετικός στη φυματίωση). Συλλέχτηκαν επίσης δείγματα πτυέλων για εξέταση Xpert MTB/RIF και καλλιέργεια. Οι ειδικοί υπολόγισαν την ευαισθησία και ειδικότητα της παρακλίνιας εξέτασης CRP και του προληπτικού ελέγχου βάσει προτύπων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και αναφορικά με τα αποτελέσματα της καλλιέργειας. Και τέλος, επανέλαβαν την ανάλυση ευαισθησίας με Xpert MTB/RIF ως το πρότυπο αναφοράς.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η παρακλίνια εξέταση CRP είχε 89% επιβεβαιωμένη με καλλιέργεια ευαισθησία και 72% ειδικότητα για φυματίωση. Ενώ, σε σύγκριση με τον προληπτικό έλεγχο, βάσει των προτύπων του ΠΟΥ, η παρακλίνια εξέταση CRP είχε μικρότερη ευαισθησία, αλλά σημαντικά μεγαλύτερη ειδικότητα. Επίσης, όταν χρησιμοποιήθηκαν τα αποτελέσματα της Xpert MTB/RIF ως πρότυπο αναφοράς, η ευαισθησία της παρακλινίας CRP και του προληπτικού ελέγχου βάσει προτύπων του ΠΟΥ ήταν παρόμοια.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα χαρακτηριστικά απόδοσης της CRP συνηγορούν υπέρ της χρήσης της ως εξέτασης προληπτικού ελέγχου για τη φυματίωση, σε άτομα που ζουν με HIV με αριθμό CD4 μικρότερο ή ίσο με 350 κύτταρα ανά μL που ξεκινούν την ART.
Όπως τόνισαν, τα προγράμματα HIV/AIDS θα πρέπει να ξεκινήσουν τον προληπτικό έλεγχο με βάση την παρακλίνια εξέταση CRP, έτσι ώστε να βελτιώσουν και να εντατικοποιήσουν την αποτελεσματικότητα εύρεσης νέων περιπτώσεων με στόχο την αύξηση της πρόσληψης της προληπτικής θεραπείας για τη φυματίωση.