Οι ασθενείς με μεταμοσχευμένο νεφρό φαίνεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης μελανώματος από τον γενικό πληθυσμό και οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την ηλικία, το άρρεν φύλο και τη λευκή φυλή, σύμφωνα με νέο άρθρο που δημοσιεύθηκε από στην ιατρική επιθεώρηση JAMA Dermatology, το οποίο επιβεβαιώνει ευρήματα παλαιότερων μελετών.
Το μελάνωμα, αποτελεί την τρίτη συχνότερη μορφή καρκίνου του δέρματος, μετά το βασικοκυτταρικό και το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα. Περίπου 130.000 μελανώματα εμφανίζονται παγκοσμίως και περίπου 37.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από μελάνωμα. Η συχνότητα των νεφρικών παθήσεων αυξάνεται. Οι ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου υπολογίζεται ότι αυξάνονται κατά 2% ετησίως. Η μεταμόσχευση νεφρού κατέχει την υψηλότερη θέση σε ποσοστά επιτυχίας, σε σύγκριση με τη μεταμόσχευση άλλων οργάνων. Η επιβίωση των νεφρικών μοσχευμάτων, τον πρώτο χρόνο ύστερα από τη μεταμόσχευση, ανέρχεται σε 90-95%, από συγγενείς ζώντες δότες, και σε 85-90%, από πτωματικούς δότες.
Σε παλαιότερες μελέτες η συχνότητα εμφάνισης μελανώματος αναφέρθηκε ως αυξημένη σε λήπτες νεφρικών μοσχευμάτων. Η δια βίου ανοσοκατασταλτική θεραπεία είναι μια από τις πολύπλοκες αλλαγές στον τρόπο ζωής που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με μεταμόσχευση νεφρού. Ο τύπος, η ισχύς και η διάρκεια της ανοσοκατασταλτικής θεραπείας συμβάλλουν στον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του δέρματος, όπως το μελάνωμα, μετά τη μεταμόσχευση.
Στη μελέτη, η Mona Ascha, MD, του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Cleveland Medical Center, Ohio, και οι συνάδελφοί της χρησιμοποίησαν μια βάση δεδομένων ληπτών νεφρικών μοσχευμάτων από το 2004 έως το 2012. Οι συγγραφείς εξέτασαν την επίπτωση και τους παράγοντες κινδύνου για μελάνωμα. Από 105.174 ασθενείς που έλαβαν μεταμόσχευση νεφρού μεταξύ 2004 και 2012, 488 (0,4%) είχαν ιστορικό μελανώματος μετά τη μεταμόσχευση, αναφέρουν οι συγγραφείς. Οι περισσότεροι από τους ασθενείς με μελάνωμα ήταν άνδρες και οι ασθενείς με μελάνωμα ήταν κατά μέσο όρο περίπου 11 χρόνια μεγαλύτεροι από αυτούς χωρίς μελάνωμα.
Σχεδόν όλοι οι ασθενείς με μελάνωμα ήταν λευκοί και ήταν πιο πιθανό να λαμβάνουν κοινή ανοσοκαταστολή. Οι ασθενείς της ομάδας που ανέπτυξαν μελάνωμα είχαν επίσης σε μεγαλύτερο ποσοστό λάβει μόσχευμα από ζώντα δότη, σύμφωνα με τα αποτελέσματα. Οι περιορισμοί στη μελέτη περιλαμβάνουν το ότι οι συγγραφείς δεν ήταν σε θέση να αξιολογήσουν ορισμένους παράγοντες κινδύνου για το μελάνωμα που δεν καταγράφηκαν στα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με την συνολική έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία. “Οι λήπτες μοσχευμάτων νεφρού είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν μελάνωμα από τον γενικό πληθυσμό. Πιστεύουμε ότι οι παράγοντες κινδύνου που εντοπίσαμε μπορούν να καθοδηγήσουν τους κλινικούς ιατρούς στην παροχή επαρκούς φροντίδας στους ασθενείς αυτής της ευάλωτης ομάδας”, καταλήγουν οι συγγραφείς στο άρθρο.