Όλοι γνωρίζουμε πως τα μωρά που γεννιούνται πρόωρα κινδυνεύουν να έχουν αρκετά προβλήματα υγείας εξ αιτίας του γεγονότος πως ο οργανισμός τους δεν έχει προλάβει να αναπτυχθεί όσο θα έπρεπε πριν έρθουν στον κόσμο. Φαίνεται όμως πως δεν είναι μόνο τα προβλήματα υγείας από τα οποία κινδυνεύουν σύμφωνα με έρευνα Ολλανδών επιστημόνων.
Τα παιδιά που έχουν γεννηθεί πολύ πρόωρα και λιποβαρή έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν χαμηλότερες επιδόσεις στα τεστ νοημοσύνης μετέπειτα στη ζωή τους, σε σχέση με τα παιδιά που έχουν γεννηθεί με φυσιολογικό βάρος και με κανονικής διάρκειας κύηση, σύμφωνα με ολλανδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Σαμπρίνα Τουιλχάαρ του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, αξιολόγησαν και συνέκριναν στοιχεία από 71 έρευνες, που αφορούσαν συνολικά 5.155 τελειόμηνα νεονγά και 7.752 που γεννήθηκαν πολύ πρόωρα, δηλαδή πριν την 32η εβδομάδα της κύησης ή με βάρος κάτω του 1,5 κιλού.
Τα τεστ νοημοσύνης στα οποία είχαν υποβληθεί τα παιδιά σε ηλικία μεταξύ πέντε και 20 ετών, έδειξαν ότι τα παιδιά που είχαν γεννηθεί πρόωρα υστερούσαν κατά 13 μονάδες, κατά μέσο όρο, στο δείκτη νοημοσύνης, σε σχέση με τα παιδιά που είχαν γεννηθεί με κανονικό βάρος και μετά από πλήρη κυοφορία.
Η επιστημονική πρόοδος που έχει συντελεστεί τα τελευταία 30 χρόνια έχει συμβάλλει στην αύξηση της επιβίωσης των πολύ πρόωρων και λιποβαρών νεογνών. Όμως, όπως επεσήμανε η Δρ Τουιλχάαρ, «αυτή η βελτίωση στην επιβίωση δεν συνοδεύθηκε από βελτίωση στις νοητικές επιδόσεις».
Η εγκυμοσύνη διαρκεί περίπου 40 εβδομάδες και τα νεογνά που γεννιούνται μετά την 37η εβδομάδα θεωρούνται ότι έχουν πλήρη ωριμότητα. Τα νεογνά που γεννιούνται πριν τις 28,5 εβδομάδες ή ζυγίζουν λιγότερο από ένα κιλό, μπορεί να εμφανίσουν προβλήματα όρασης, ακοής, γνωστικών-νοητικών ελλείψεων και συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, κάθε εβδομάδα λιγότερης κυοφορίας σχετίζεται με μείωση κατά σχεδόν 1,3 μονάδες στις επιδόσεις του παιδιού στα νοητικά τεστ.Οι ερευνητές υπολογίζουν ότι τα πολύ πρόωρα παιδιά έχουν 16% πιθανότητα να εμφανίσουν σοβαρή νοητική υστέρηση (έναντι περίπου 2,5% για το γενικό πληθυσμό). Από την άλλη, σημειώνουν ότι ο δείκτης νοημοσύνης αποτελεί μια ατελή ένδειξη για τις νοητικές ικανότητες και για το πόσο καλά θα τα πάει ένα παιδί στο σχολείο.