Top News

Η πρώιμη εμμηνόπαυση αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη

Η πρώιμη εμμηνόπαυση αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη
Οι γυναίκες με πρώιμη ή φυσιολογική απαρχή της εμμηνόπαυσης διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2, συγκριτικά με εκείνες που έχουν όψιμη εμμηνόπαυση, σύμφωνα με ολλανδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Diabetologia. Παλαιότερη μελέτη είχε δείξει ότι οι γυναίκες με πρώιμη εμμηνόπαυση, δηλαδή πριν την ηλικία των 45 ετών, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου […]

Οι γυναίκες με πρώιμη ή φυσιολογική απαρχή της εμμηνόπαυσης διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2, συγκριτικά με εκείνες που έχουν όψιμη εμμηνόπαυση, σύμφωνα με ολλανδική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Diabetologia.

Παλαιότερη μελέτη είχε δείξει ότι οι γυναίκες με πρώιμη εμμηνόπαυση, δηλαδή πριν την ηλικία των 45 ετών, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητας, ενώ η όψιμη εμμηνόπαυση, δηλαδή μεταξύ 50-54 ετών σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου και θνησιμότητας.

Κι ενώ ο αυξημένος κίνδυνος αποδίδεται στις ανεπιθύμητες επιπτώσεις της εμμηνόπαυσης στους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου, η επιρροή της ηλικίας της εμμηνόπαυσης παραμένει αδιευκρίνιστη. Ο διαβήτης τύπου 2 είναι κύριος παράγοντας κινδύνου για την καρδιαγγειακή νόσο, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν η ηλικία της εμμηνόπαυσης παίζει ρόλο στον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη.

Έτσι επιστημονική ομάδα του Τμήματος Επιδημιολογίας του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου Εράσμους στην Ολλανδία, με επικεφαλής τους Δρ Ταουλαντ Μουκα και Εραλντα Ασλανατζ, ανέλυσε τη σχέση ηλικίας και κινδύνου διαβήτη τύπου 2.  Οι επιστήμονες άντλησαν στοιχεία από τη μελέτη Rotterdam Study, μια πληθυσμιακή μελέτη που είχε γίνει στην περιοχή του Ομοορντ του Ρότερνταμ, με τη συμμετοχή ατόμων 45 ετών και άνω, που υποβάλλονταν σε εξετάσεις κάθε τρία με πέντε χρόνια. Από τους 6.816, οι 3.969 ήταν γυναίκες.

Η εμμηνοπαυσιακή κατάσταση καθορίστηκε μέσω ερωτήσεων, ενώ ως μετεμμηνοπαυσιακές χαρακτηρίστηκαν οι γυναίκες που δεν είχαν εμμηνορρυσία για τουλάχιστον 12 μήνες. Ως ηλικία εμμηνόπαυσης θεωρήθηκε η αυτοαναφερόμενη ηλικία της τελευταίας περιόδου.  Η συχνότητα του διαβήτη τύπου 2 καθορίστηκε βάσει ιατρικών επισκέψεων, εξιτήρια νοσηλείας και μετρήσεων της γλυκόζης του αίματος.

Οι ερευνητές συνεκτίμησαν επίσης στοιχεία για το ιατρικό ιστορικό, τη χρήση φαρμάκων, το κάπνισμα, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, το μορφωτικό επίπεδο την ηλικία της εμμηναρχής, τον αριθμό των κυήσεων, την κατανάλωση αλκοόλ, το ιστορικό στεφανιαίας νόσου, εμφράγματος και καρδιακής ανεπάρκειας, την αρτηριακή πίεση και τη χρήση αντιϋπερτασικών φαρμάκων. Ακόμα, ελήφθησαν οι τιμές της χοληστερόλης, της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, των ορμονών του θυρεοειδούς αδένα και της τριακυλογλυκερόλης.

Από την ανάλυση των στοιχείων προέκυψε ότι από τις 3.639 γυναίκες χωρίς διαβήτη στην αρχή της μελέτης, 348 είχαν εκδηλώσει διαβήτη τύπου 2 μετά από 9,2 χρόνια. Συγκριτικά με τις γυναίκες με όψιμη εμμηνόπαυση (55 ετών και άνω), εκείνες με εμμηνόπαυση πριν την ηλικία των 40 ετών είχαν σχεδόν τετραπλάσιο κίνδυνο να εκδηλώσουν διαβήτη τύπου 2. Εκείνες που μπήκαν στην εμμηνόπαυση, μεταξύ 40 και 44 ετών, είχαν 2,4 φορές περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν διαβήτη, ενώ όσες είχαν μπει στην εμμηνόπαυση μεταξύ 45-55 ετών είχαν 60% μεγαλύτερο κίνδυνο. Συνολικά ο κίνδυνος εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2 μειωνόταν κατά 4% ανά έτος όσο καθυστερούσε η εμμηνόπαυση.

«Η μελέτη μας δείχνει ότι ο κίνδυνος διαβήτη που σχετίζεται με την εμμηνόπαυση υπάρχει πριν καν ξεκινήσει η εμμηνόπαυση. Και αυτό εξηγεί γιατί άλλοι παράγοντες κινδύνου εκδήλωσης διαβήτη δεν εξηγούν τη σχέση μεταξύ εμμηνόπαυσης και διαβήτη τύπου 2», αναφέρουν οι επιστήμονες.  Σε κάθε περίπτωση η έρευνα θα πρέπει να συνεχιστεί προκειμένου να μελετηθούν σε βάθος οι μηχανισμοί πίσω από τη σχέση αυτή και να διερευνηθεί αν ο χρόνος της φυσικής εμμηνόπαυσης είχε κάποια πρόσθετη αξία στην πρόγνωση του διαβήτη και την πρόληψή του.