Οι γυναίκες που υποφέρουν από κατάθλιψη αναρωτιούνται αν πρέπει αν συνεχίσουν την αντικαταθλιπτική τους αγωγή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Αμερικανική μελέτη έρχεται να δώσει απάντηση στο ερώτημα αποφαινόμενη ότι ο κίνδυνος για τις διανοητικές ικανότητες των παιδιών είναι ελάχιστος.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Psychiatry, ερευνητές της Ιατρικής Σχολής Icahn στο Όρος Σινά της Νέας Υόρκης, μελέτησαν στοιχεία για πάνω από 179.000 παιδιά που είχαν γεννηθεί στη Σουηδία το 2006 και το 2007. Στο δείγμα περιλαμβάνονταν και περίπου 4.000 παιδιά των οποίων οι μητέρες έπαιρναν αντικαταθλιπτικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Διανοητική αναπηρία διαγνώστηκε μόλις στο 0.9% των παιδιών των οποίων οι μητέρες έπαιρναν αντικαταθλιπτικά κατά την κύηση και στο 0,5% των παιδιών που δεν είχαν εκτεθεί ενδομητρίως σε αντικαταθλιπτική αγωγή. Η διαφορά δεν κρίνεται ως στατιστικά σημαντική. Οι επιστήμονες όρισαν ως διανοητική αναπηρία «τους μείζονες περιορισμούς τόσο στην διανοητική λειτουργικότητας όσο και στην προσαρμοστική συμπεριφορά».
Μετά από τη συνεκτίμηση και άλλων παραγόντων, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνο διανοητικής αναπηρίας για τα παιδιά των μητέρων που είχαν πάρει αντικαταθλιπτικά όταν ήταν έγκυες, δεν είναι στατιστικά σημαντικός και πιθανόν να αποδίδεται σε άλλους παράγοντες, όπως η ηλικία και το ψυχιατρικό ιστορικό των γονέων.
«Είναι μείζονος σημασίας οι γυναίκες που πάσχουν από κατάθλιψη να συνεχίσουν την κατάλληλη και αποτελεσματική αγωγή ακόμα και κατά την εγκυμοσύνη», σχολιάζει η Δρ Ρουθ Μιλαναϊκ, διευθύντρια του Προγράμματος Παρακολούθησης της Νεογνικής Νευροανάπτυξης στο Ιατρικό Κέντρο Παίδων Cohen της Νέας Υόρκης.