Οδοντιατρικές Παθήσεις: Τα μεγάλα κυβερνητικά προγράμματα χρηματοδότησης της έρευνας δεν συμβαδίζουν με την επιβάρυνση των στοματικών παθήσεων, σύμφωνα με μια νέα μελέτη ερευνητών από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης, το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, το Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ και το Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας. Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Αυστραλιανό Οδοντιατρικό Περιοδικό, Australian Dental Journal, χρησιμοποίησε έναν δείκτη δίκαιης χρηματοδότησης της έρευνας (FRF) για να διερευνήσει και να συγκρίνει τα κυβερνητικά συστήματα χρηματοδότησης της έρευνας της Αυστραλίας για την επιστήμη της στοματικής υγείας με άλλους κλάδους από την άποψη του φορτίου των ασθενειών. Τα χρηματοδοτικά σχήματα που εξετάστηκαν στη μελέτη περιλάμβαναν το Αυστραλιανό Συμβούλιο Έρευνας (ARC), το Εθνικό Συμβούλιο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (NHMRC) και τις επιχορηγήσεις των Μελλοντικών Κονδυλίων για την Ιατρική Έρευνα (Medical Research Future Funds) (MRFF). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η συνολική χρηματοδότηση του Εθνικού Συμβουλίου Υγείας και Ιατρικής Έρευνας NHMRC για τις οδοντιατρικές διαταραχές μεταξύ 2017 και 2021 ήταν 15 εκατομμύρια δολάρια, που αντιστοιχεί στο 0,23% της συνολικής χρηματοδότησης του Εθνικού Συμβουλίου Υγείας και Ιατρικής Έρευνας NHMRC για τις 75 κορυφαίες ασθένειες με την υψηλότερη επιβάρυνση νόσου.
Η χρηματοδότηση που διατέθηκε για την επιστήμη του στόματος από το Αυστραλιανό Συμβούλιο Έρευνας (ARC) και οι επιχορηγήσεις των Μελλοντικών Κονδυλίων για την Ιατρική Έρευνα (MRFF) ήταν επίσης πολύ περιορισμένη, με 3,43 εκατ. δολάρια και 1,88 εκατ. δολάρια, αντίστοιχα. Συγκριτικά, ενώ οι ανοσολογικές ασθένειες και η περιβαλλοντική και επαγγελματική υγεία δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο της Αυστραλίας για το βάρος των ασθενειών, το Εθνικό Συμβούλιο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (NHMRC) χρηματοδότησε 381,6 εκατ. δολάρια και 87,7 εκατ. δολάρια, αντίστοιχα, για αυτούς τους τομείς την περίοδο 2017-2021. Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι στοματικές διαταραχές έχουν το χαμηλότερο και πιο άδικο ποσό στήριξης από την αυστραλιανή κυβέρνηση, όταν συνδέονται με το φορτίο των ασθενειών. Ο καθηγητής Alastair Sloan του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης, επικεφαλής ερευνητής της μελέτης, δήλωσε ότι η πιο εξειδικευμένη έρευνα στις στοματικές επιστήμες είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων στη στοματική υγεία του πληθυσμού. “Τα άτομα από κοινωνικά μειονεκτούσες ομάδες έχουν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να επηρεαστούν από κακή στοματική υγεία και βλέπουμε μια ανησυχητική αύξηση του αριθμού των Αυστραλών που αντιμετωπίζουν πονόδοντο, αποφεύγουν το φαγητό λόγω οδοντιατρικών προβλημάτων και νοσηλεύονται σε νοσοκομεία λόγω οδοντιατρικών προβλημάτων που μπορούν να αποφευχθούν. Πρόκειται για χρόνιες μολυσματικές ασθένειες που μπορούν να προληφθούν πλήρως και μπορούν να αντιμετωπιστούν με έξυπνες, μη αντιβιοτικές παρεμβάσεις”, δήλωσε ο καθηγητής Sloan.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Sloan, η έρευνα για την πρόληψη είναι το κλειδί. “Κάθε χρόνο, βλέπουμε περίπου 70.000 προλήψιμες νοσηλείες λόγω προβλημάτων οδοντιατρικής υγείας, οι οποίες αποτελούν σχεδόν το ένα τέταρτο όλων των προλήψιμων νοσηλειών. “Εάν η κρατική χρηματοδότηση προς τα προγράμματα δημόσιας στοματικής υγείας με επίκεντρο την πρόληψη αυξανόταν για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις, θα μπορούσαμε να δούμε τα ζητήματα που σχετίζονται με την ανισότητα και τις προλήψιμες ασθένειες να μειώνονται σημαντικά. Η εν λόγω έρευνα στις οδοντιατρικές σχολές με υψηλή ένταση έρευνας επικεντρώνεται στη μοριακή μικροβιολογία, την επιστήμη των νανοϋλικών, την αποκατάσταση ιστών/τραυμάτων και τη δημόσια υγεία -όλα τα πεδία που θα έχουν σημαντικό αντίκτυπο στους ασθενείς και στην οικονομία της υγείας, ενώ παράλληλα έχουν δυνατότητες και σε άλλους τομείς της βιοϊατρικής”.