Τα καίρια ζητήματα που απασχολούν τον ιατρικό κόσμο και άπτονται της δημόσιας υγείας της χώρας τα οποία έθεσε η Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Πατρών Άννα Μαστοράκου προς της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτή Επικρατείας, κ. Βασίλη Οικονόμου και του Αν. Τομεάρχη, βουλευτή Αχαΐας, κ. Ιάσων Φωτήλα, στα πλαίσια της επίσημης παρουσίασης του προγράμματος της ΝΔ.
1. Η αδύναμη Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) της χώρας μας τελεί υπό καθεστώς αποδιοργάνωσης και υποχρηματοδότησης αφού υστερεί η σχετική χρηματοδότηση κατά 8% σε σχέση με την Ευρώπη ενώ η νοσοκομειακή περίθαλψη που έχει αναλάβει να καλύψει τα κενά της ΠΦΥ, δεσμεύει 12% περισσότερους πόρους από τα μέσο Ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτή τη στρέβλωση, η πολιτεία την πληρώνει σε νοσηρότητα και σπατάλη πόρων που θα μπορούσαν να δεσμευθούν με πιο χρηστικό τρόπο.
Οι συνέπειες είναι ορατές καθώς παρατηρήθηκε πρόσφατη υποχώρηση του δείκτη υγείας της χώρας μας κατά έξι θέσεις σύμφωνα με την κλίμακα Bloomberg στη διετία 2017-2019 (από 20η σε 26η θέση). Επίσης, κατά τα πρόσφατα στοιχεία που παρέθεσε η ΕΛΣΤΑΤ υπήρχε μείωση κατά 0,2% μεταβολή δημόσιας δαπάνης του 2017 σε σχέση με 2016, με οριακή χρηματοδότηση στο 5% του ΑΕΠ (7% ΕΕ).
2. Η δημογραφική γήρανση του πληθυσμού, η υπογεννητικότητα της χώρας μας, η αδύναμη Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγεία, η έξαρση των χρόνιων νοσημάτων και η μακρόχρονη οικονομική κρίση ασκούν μεγάλη πίεση στο σύστημα υγείας με ανυπολόγιστες συνέπειες σε επίπεδο νοσηρότητας και σπατάλης δημόσιων πόρων. Η πρόληψη, η προαγωγή υγείας και η διαχείριση / ρύθμιση των χρόνιων νοσημάτων πρέπει να τεθούν σε πρώτη προτεραιότητα.
3. Η αναχρονιστική και ιδεοληπτική παρέμβαση της κυβέρνησης για την αναμόρφωση της ΠΦΥ οδήγησε στο φιάσκο κατά την προσπάθεια εφαρμογής του θεσμού του “Οικογενειακού Γιατρού”. Στην Ελλάδα, ο θεσμός εισήχθηκε υπό τη δημοσιονομική πίεση, με πρόχειρο και άναρχο τρόπο, επιφορτίζοντας τους οικογενειακούς ιατρούς με ένα τεράστιο έργο και τη μεγαλύτερη αναλογία πληθυσμού ανά ιατρό στην Ευρώπη και τη χειρότερη αμοιβή σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ένταξη του πολίτη στο θεσμό οφείλει να είναι δικαίωμα και όχι υποχρέωση.
Επιθυμητή είναι η πλοήγηση του πολίτη σε θέματα υγείας αλλά όχι η ομηρία του σε ανεπαρκείς και δαιδαλώδεις χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες, που εντέλει τον απομακρύνει από το δημόσιο σύστημα υγείας. Ο πολίτης οφείλει να έχει δικαίωμα επιλογής του θεράποντος ιατρού.
Ανάλογο είναι το ελεύθερο δικαίωμα του εκάστοτε θεράποντος ιατρού στην δυνατότητα παραπομπής του ασθενούς σε ιατρό άλλης ειδικότητας. Θα πρέπει να αξιοποιηθεί το πλούσιο δίκτυο όλων των ειδικών γιατρών που διαθέτει η χώρα με αμοιβές αξιοπρεπείς και δίκαιες, ώστε να μην υποβαθμίζεται η παρεχόμενη ιατρική υπηρεσία προς τους πολίτες.
4. Η διάλυση των δημοσίων δομών υγείας σε βάρος των ασθενών και των γιατρών που μεταναστεύουν στο εξωτερικό πρέπει να ανακοπεί. Υπερήλικο ΕΣΥ, κενά στη λειτουργία των κέντρων υγείας, συνταξιοδοτήσεις, μόνιμες προσλήψεις με το σταγονόμετρο, κενό γενεών στην μεταλαμπάδευση της εκπαίδευσης και της εμπειρίας του ιατρικού προσωπικού, Νοσοκομεία υπό δομική / κτιριακή κατάρρευση, άδεια από ειδικευόμενους ιατρούς, με ελαστικές σχέσεις εργασίας και όμηρους επικουρικούς ιατρούς, χωρίς προοπτική και με αβέβαιο μέλλον.
Αυτά είναι λίγα σημεία από το μελανό τοπίο που συναντάμε καθημερινά σε ένα εξαιρετικά «κουρασμένο» κρατικό σύστημα υγείας. Ο εκσυγχρονισμός και η ανανέωση του ΕΣΥ αποτελούν πρωταρχική προτεραιότητα.
5. Τα κρούσματα βίας κατά του σκληρά εργαζόμενου προσωπικού στα Νοσοκομεία (όπως το πρόσφατο σοβαρό επεισόδιο στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο, το οποίο καταδικάζουμε απερίφραστα) είναι δυστυχώς συχνό και καθημερινό φαινόμενο, χωρίς κανείς να μπορεί να εγγυηθεί την αυτονόητη ασφάλεια στο νοσοκομειακό περιβάλλον.
6. Ο ΕΟΠΥΥ οφείλει να προβεί ΑΜΕΣΑ σε αναμόρφωση του προϋπολογισμού του, ανάλογη με τις παροχές που καλύπτει ανάλογα με τις ανάγκες του πληθυσμού και με την κοστολόγηση υπηρεσιών υγείας. Το clawback αποτελεί έγκλημα κατά της ποιότητας υπηρεσιών καθώς η αποζημίωση του ΕΟΠΥΥ πολλές φορές είναι κάτω από τα όρια του κόστους, ειδικά στον εργαστηριακό τομέα, που υπάρχουν ανελαστικά κόστη.
7. Θα πρέπει επιτέλους να αρθούν όλες οι αδικίες που επέβαλε η δημοσιονομική αναπροσαρμογή στο ειδικό μισθολόγιο των ιατρών του ΕΣΥ, των μελών ΔΕΠ και στα επιδόματα, θα πρέπει να αποδοθούν όλες οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των πρώην ασφαλιστικών ταμείων και να αρθούν οι άδικες υποκοστολογήσεις στην αποζημίωση των ιατρικών πράξεων.
8. Σε μία χώρα με υπερπληθώρα ιατρικού δυναμικού, φαντάζει κακόβουλο αστείο η εκχώρηση ιατρικών πράξεων σε μη γιατρούς, χωρίς καμία ιατρική εποπτεία. Το γεγονός αυτό προκαλεί δυνητικά επικίνδυνη διαφυγή από το αυστηρό πλαίσιο προδιαγραφών άσκησης των ιατρικών πράξεων στη χώρα μας και εισάγει αστάθμιστους παράγοντες στην περίθαλψη που δυνητικά μπορεί να επηρεάσουν το επίπεδο δημόσιας υγείας στη χώρα μας.
9. Η Ελλάδα κατέχει πρωτεία στην πολυφαρμακία και στην αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών ή χρήση άλλων φαρμάκων χωρίς ιατρική συνταγή. Θα πρέπει να αποτελέσει άμεση προτεραιότητα η αυστηροποίηση του σχετικού νόμου.
10. Το εκπαιδευτικό μεταπτυχιακό σύστημα πρέπει να αναμορφωθεί μέσα από ένα ενιαίο πλαίσιο με συγκεκριμένες προδιαγραφές, να είναι λειτουργικό και να αξιοποιεί τις άπειρες δυνατότητες της τεχνολογίας. Η δια βίου μάθηση του ιατρικού δυναμικού επίσης πρέπει να αποτελεί πολύτιμο εργαλείο αναβάθμισης του επιπέδου παροχής υπηρεσιών υγείας στη χώρα μας.
11. Η διάλυση του ασφαλιστικού ταμείου των υγειονομικών και η εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου για τις ασφαλιστικές εισφορές υπέρ ΕΦΚΑ, ενός ταμείου φάντασμα, όπου οι παροχές προς τους υγειονομικούς είναι σκανδαλωδώς μη αποδοτικές ως προς τις ασφαλιστικές εισφορές και την ανεκτίμητη προσφορά του εκάστοτε υγειονομικού της χώρας μας στο ασφαλιστικό σύστημα. Αποτελεί κατάφωρη προσβολή στο δικαίωμα εργασίας των ιατρών στη χώρα μας και στο δικαίωμα βιοπορισμού και αξιοπρεπούς διαβίωσης του υγιειονομικού κατά τη συνταξιοδότηση.
Τελειώνοντας, αξίζει να τονισθεί ότι παράλληλα με τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων, θα πρέπει ληφθεί υπόψη και η άποψη των ιατρών / των υγειονομικών στη χάραξη πολιτικών υγείας.
Ο ΠΙΣ και οι Ι.Σ. είναι θεσμικοί σύμβουλοι του κράτους και το νομοθετικό έργο στη χάραξη πολιτικών υγείας θα πρέπει να είναι προϊόν δημοκρατικής και διαδραστικής διαβούλευσης με τους θεσμικούς, συνδικαλιστικούς και κοινωνικούς φορείς.
Η συστηματική απαξίωση που βιώνουν οι ιατροί και οι ηγεσίες τους από την κυβέρνηση αποτελεί σοβαρό σύμπτωμα υποβάθμισης των αξιών και παρακμής του πολιτικού συστήματος το οποίο χρήζει άμεσης θεραπείας.
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube