Το μισό δισεκατομμύριο ευρώ έχουν ξεπεράσει τα ληξιπρόθεσμα χρέη των δημόσιων νοσοκομείων προκαλώντας “πονοκέφαλο” στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Το μνημόνιο διαρκείας έχει “χτυπήσει” για τα καλά τη δημόσια υγεία η οποία προσπαθεί με τις υπερπροσπάθειες των ταγών της να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Τα νούμερα είναι ενδεικτικά της ραγδαίας αυτής επιδείνωσης στα οικονομικά της δημόσιας υγείας από την αρχή του 2018 και αυτό γιατί σύμφωνα με το δελτίο μηνιαίων στοιχείων της Γενικής Κυβέρνησης, τον Μάρτιο οι οφειλές του ΕΣΥ ανέρχονταν σε 529 εκατ. ευρώ, από 439 εκατ. τον Φεβρουάριο, 349 εκατ. τον Ιανουάριο και 299 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2017.
Σύμφωνα μάλιστα με τα πρόσφατα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για την εκτέλεση του κρατικού Προϋπολογισμού, το πρώτο τρίμηνο του 2018 η επιχορήγηση του ΕΣΥ ήταν απλά για γέλια ή καλύτερα για … κλάματα, δεδομένου ότι στα ταμεία έφτασαν μόλις 7 εκατ. ευρώ από τα περίπου 77 εκατ. ευρώ που είναι η μηναία επιδότηση.
Κατήφορος λόγω λιτότητας
Η σκληρή λιτότητα που επιβάλλεται στη χώρα μας οδηγεί στην ελάχιστη αυτή ρευστότητα προς τα νοσοκομεία από τον κρατικό Προϋπολογισμό, οδηγώντας σε υπέρογκες οφειλές που δεν μπορούν να ρυθμιστούν στην πράξη και δημιουργώντας δυσμενείς επιπτώσεις τόσο στην αγορά, αφού οι προμηθευτές των νοσοκομείων παραμένουν απλήρωτοι, όσο και στους ασθενείς, εξαιτίας των μεγάλων ελλείψεων που καταγράφονται σε υλικά και τεχνολογικό εξοπλισμό.
Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι η ανακοίνωση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων, στην οποία επισημαίνεται ότι 150 Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, παρά το γεγονός πως είναι έτοιμες να λειτουργήσουν, παραμένουν κλειστές λόγω έλλειψης προσωπικού. Την ίδια ώρα κινδυνεύουν να κλείσουν άλλες 50 τουλάχιστον κλίνες ΜΕΘ, δεδομένου ότι στα μέσα Μαΐου λήγουν οι συμβάσεις 350 ιατρών και νοσηλευτών που εργάζονται στις ΜΕΘ μέσω ΚΕΕΛΠΝΟ. Σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ προκηρύχθηκαν νέες θέσεις αφού η κυβέρνηση ετοιμάζει αλλαγές στο ΚΕΕΛΠΝΟ.
Την ίδια ώρα, η Ομοσπονδία σημειώνει πως 50 νοσοκομεία στην Ελλάδα δεν διαθέτουν αξονικό τομογράφο, πολλά νοσοκομεία δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν υλικά και φάρμακα με αποτέλεσμα να καθυστερούν επεμβάσεις, τα νοσοκομεία έχουν 20 ακτινοθεραπευτικά μηχανήματα αντί για 70 που χρειάζονται και οι Μονάδες Τεχνητού Νεφρού είναι λίγες με φθαρμένη υλικοτεχνική υποδομή με αποτέλεσμα οι αιμοκαθαιρόμενοι ασθενείς να ζουν τρία χρόνια λιγότερο από τους ασθενείς των άλλων χωρών της Ευρώπης. Η αναμονή στα Τμήματα Επειγόντων περιστατικών, συμπληρώνει η ΠΟΕΔΗΝ, ξεπερνά πολλές φορές τις οκτώ ώρες, ενώ oι διαθέσιμες κλίνες στις καρδιολογικές κλινικές και στις μονάδες εμφραγμάτων των νοσοκομείων της Αττικής δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες.