H χειρουργική επέμβαση γαστρικής παράκαμψης συσχετίστηκε με μια πτώση κατά περισσότερο από 50% σε σχέση με την αρχική στο ποσοστό ψωρίασης, και με περίπου μια μείωση 70% της συχνότητας εμφάνισης ψωριασικής αρθρίτιδας, ανέφεραν ερευνητές. Αντίθετα, ο γαστρικός δακτύλιος δεν φάνηκε να επηρεάζει τα ποσοστά από οποιαδήποτε από αυτές τις αυτοάνοσες νόσους, ανέφεραν ο Alexander Egeberg, MD, και οι συνεργάτες του από το Νοσοκομείο Herlev & Gentofte, Hellerup, Δανία, στην επιστημονική επιθεώρηση JAMA Surgery. «Τα ευρήματα αυτά μπορεί να είναι το αποτέλεσμα των μετεγχειρητικών μεταβολών στην απώλεια βάρους και στην πρόσληψη θρεπτικών συστατικών, καθώς και στις διαφορές στην μετεγχειρητική έκκριση ενός αριθμού ορμονών του εντέρου, συμπεριλαμβανομένου του πεπτιδίου προσομοιάζοντος με τη γλυκαγόνη -1» έγραψαν .
Η ψωρίαση σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την παχυσαρκία και η απώλεια βάρους φαίνεται να αμβλύνει τα συμπτώματα της νόσου, σημείωσαν οι ερευνητές. Προηγουμένως, μικρές μελέτες και σειρές περιστατικών έδειξαν ότι η χειρουργική επέμβαση παχυσαρκίας θα μπορούσε να προκαλέσει ύφεση της ψωρίασης. Για να διερευνήσουν περαιτέρω τη δυνατότητα αυτή, ο Δρ Egeberg και οι συνεργάτες του πραγματοποίησαν μια διαχρονική μελέτη κοόρτης 12.364 ασθενών που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση γαστρικής παράκαμψης και 1.071 ασθενών που υποβλήθηκαν σε τοποθέτηση γαστρικού δακτυλίου στη Δανία μεταξύ 1997 και 2012 ( JAMA Surg 2017; 152:. 344- 349 ). Κανένας ασθενής δεν είχε συμπτώματα ψωρίασης κατά την έναρξη της μελέτης. Συνολικά 272 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε γαστρική παράκαμψη (2%) ανέπτυξαν ψωρίαση πριν από την επέμβαση τους, ενώ μόνο το 0,5% την εμφάνισε αργότερα.
Αντίθετα, ο γαστρικός δακτύλιος δεν σχετίσθηκε με σημαντική αλλαγή στη συχνότητα εμφάνισης της ψωρίασης – το προεγχειρητικό ποσοστό ήταν 0,5%, και το μετεγχειρητικό ποσοστό ήταν 0,4%. Παρομοίως, τα αντίστοιχα ποσοστά της ψωριασικής αρθρίτιδας ήταν 0,5% και 0,1%, πριν και μετά τη γαστρική παράκαμψη, και 0,3% και 0,6%, πριν και μετά τον γαστρικό δακτύλιο. Επιπλέον, τα αντίστοιχα ποσοστά σοβαρής ψωρίασης ήταν 0,8% και 0%, πριν και μετά τη γαστρική παράκαμψη, αλλά ήταν περίπου 0,2% και 0,5%, πριν και μετά τον γαστρικό δακτύλιο.
Μετά την προσαρμογή ως προς την ηλικία, το φύλο, την κατάχρηση αλκοόλ, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, το κάπνισμα, και την ύπαρξη διαβήτη, η γαστρική παράκαμψη σχετίστηκε με περίπου πτώση 48% της συχνότητας εμφάνισης κάθε τύπου ψωρίασης ( Ρ = .004), με περίπου μια πτώση 56% στο ποσοστό σοβαρής ψωρίασης ( Ρ = .02), και με περίπου μια πτώση 71% στο ποσοστό ψωριασικής αρθρίτιδας ( Ρ = .01). Αντίθετα, με και χωρίς προσαρμογή για τους προαναφερθέντες παράγοντες, ο γαστρικός δακτύλιος δεν σχετίσθηκε με μείωση στη συχνότητα εμφάνισης της ψωρίασης, σοβαρής ψωρίασης ή ψωριασικής αρθρίτιδας, είπαν οι ερευνητές.
«Και η γαστρική παράκαμψη και ο γαστρικός δακτύλιος έχει αποδειχθεί ότι οδηγούν σε σταθερή απώλεια βάρους, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι παρατηρούμενες διαφορές στη μελέτη μας μπορεί να έχουν προκληθεί από άλλους παράγοντες εκτός από την απώλεια βάρους».
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις για την υγεία από την Ελλάδα και τον ΚόσμοΑκολουθήστε το healthweb.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube