Ενημέρωση για το Εθνικό Σχέδιο εμβολιαστικής κάλυψης για τη νόσο COVID-19, πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Υπουργείο Υγείας, Δευτέρα 25 Ιανουαρίου και ώρα 18:00, από την Πρόεδρο της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου και τον Γενικό Γραμματέα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Μάριο Θεμιστοκλέους.
Όπως ανακοίνωσε η κυρία Θεοδωρίδου: “Την εβδομάδα που πέρασε υπήρξε συγκινητική προσέλευευση ηλικιωμένων για εμβολιασμό. Περισσότερα από 70 χιλ. άτομα εμβολιάστηκαν χωρίς παρενέργειες. Δύο δόσεις περιλαμβάνει ο εμβολιασμός. Η πρώτη δόση εξασφαλίζει τα αντισώματα από την πρώτη ημέρα του εμβολιασμού και σιγά-σιγά μέχρι τη 15η μέρα η προστασία φτάνει περίπου 52%. Μετά από 21 μέρες χρειάζεται οπωσδήποτε και η δεύτερη δόση του εμβολιασμού. Το διαβατήριο για την ανοσία το παίρνουν οι πολίτες μόνο με τη δεύτερη δόση, που πετυχαίνει ανοσία πάνω από 95%.
Συζήτηση για τροποποίηση του εμβολιαστικού χρονοδιαγράμματος λαμβάνει χώρα στην Ευρώπη. Ωστόσο δεν αντιπροσωπεύει την πολιτική του δικού μας εμβολιασμού. Κατά τη διάρκεια της πρώτης δόσης, υπάρχει παράθυρο που επιτρέπει τη λοίμωξη. Χρειάζεται προσοχή τις πρώτες μέρες και ο κίνδυνος λοίμωξης μειώνεται μετά τη 12η μέρα. Πολλά άτομα σε δομές μετά τον εμβολιασμό νόσησαν. Η πρώτη δόση θα βοηθήσει να είναι ήπια τα συμπτώματα, ενώ με τη δεύτερη δόση οι πολίτες θα επωφεληθούν πλήρως από τον εμβολιασμό. Ευχάριστα αποτελέσματα και από το Ισραήλ που έχει την υψηλότερη εμβολιαστική κάλυψη μέχρι σήμερα. Μετά την πρώτη δόση παρατηρήθηκε σε ένα 30% των ατόμων που εμβολιάστηκαν μείωση 25% των σοβαρών λοιμώξεων.
Αέναος φαίνεται ναι είναι ο πόλεμος του ανθρώπου με τον μικρόκοσμο των μικροβίων και των ιών. Παρόλα αυτά η μετάλλαξη Β117 την Βρετανίας με την αυξημένη μεταδοτικότητα φαίνεται ότι δεν επηρεάζει την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού. Παράλληλα το εμβόλιο φαίνεται ότι προσφέρει ισχυρή προστασία ακόμα και από τη νοτιοαφρικανική μετάλλαξη που ανακαλύφθηκε τις τελευταίες ημέρες. Για την παρακολούθηση των μεταλλάξεων ιδρύθηκε στη χώρα μας δίκτυο παρακολούθησης γονιδιακών μεταβολών. Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα οι μεταλλάξεις είναι αργές σε σύγκριση με τον ιό της γρίπης¨.