Το Υπουργείο Υγείας διοργάνωσε σήμερα, Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024, Ενημερωτική Ημερίδα για τους Διοικητές όλων των Νοσοκομείων της χώρας, στην Εθνική Πινακοθήκη. Κατά την έναρξη των εργασιών απηύθυναν ομιλίες ο Υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη, ο Υφυπουργός Υγείας Δημήτρης Βαρτζόπουλος, ο Υφυπουργός Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους και η Γενική Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας Λίλιαν Βιλδιρίδη. Στην Ημερίδα παρευρέθηκαν, επίσης, ο Πρόεδρος της Ένωσης Ασθενών Ελλάδας κ. Νίκος Δέδες και ο Πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, Dr. Αντώνιος Αυγερινός.
Κατά τη διάρκεια της εισαγωγικής του τοποθέτησης ο Υπουργός Υγείας κ. Άδωνις Γεωργιάδης μεταξύ άλλων δήλωσε:
«Ζήτησα να διοργανώσουμε αυτή τη σημερινή μας συγκέντρωση γιατί ήθελα να γνωριστούμε, τουλάχιστον με όσους δεν γνωρίζομαι από παλαιότερα, αλλά και για να δούμε τι μπορούμε πραγματικά να κάνουμε άμεσα για να βελτιώσουμε τη ζωή των συμπολιτών μας. Θέλω συνολικά να θέσω δύο πράγματα. Πρώτον, σας σέβομαι απεριόριστα. Πιστεύω ότι όλες οι Διοικήσεις όλων των νοσοκομείων
προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο δυνατό και δεν πιστεύω ότι υπάρχει ούτε ένας Διοικητής, αναπληρωτής Διοικητής ή Υποδιοικητής που δεν αντιλαμβάνεται πόσο σοβαρό είναι το αξίωμα που έχετε και πόσο σοβαρός είναι ο ρόλος σας.
Σας βλέπω ως συνεργάτες και θέλω να με βλέπετε ως συνεργάτη σας, όπου έχουμε έναν κοινό σκοπό, να πετύχουμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας να δουλεύει καλύτερα. Δεν είναι όλα μαύρα στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, όπως ίσως παρουσιάζονται. Σήμερα παραδείγματος χάρη διάβασα ένα πολύ ωραίο άρθρο στην εφημερίδα «Καθημερινή» για την εμπειρία ενός συμπολίτη μας ο οποίος ασθένησε βαριά με Covid και νοσηλεύτηκε για ένα διάστημα στο νοσοκομείο «Σωτηρία» και περιέγραφε τη θετική του εντύπωση από το πως το νοσοκομείο το αντιμετώπισε και πως τελικά η εικόνα που πολλές φορές παρουσιάζεται, δεν είναι η αληθινή.
Από την άλλη δεν είναι όλα ιδανικά. Πριν από μερικές μέρες πήγαινα να συναντηθώ με τον Υπουργό Οικονομικών, τον κύριο Χατζηδάκη για να συζητήσουμε τους στόχους μας στα οικονομικά της υγείας για το 2024 και άκουσα στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ το μήνυμα μιας ακροάτριας, η οποία έλεγε ότι είναι στην
εφημερία στο νοσοκομείο «Γεννηματάς» και περίμενε 7 ώρες αναμονή. Λέω και το ένα και το άλλο, διότι και τα δύο είναι πραγματικότητες του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Ο σκοπός μας είναι να πάμε περισσότερο προς το πρώτο και λιγότερο προς το δεύτερο.
Δεν έχω την αυταπάτη ότι μπορούμε να τα λύσουμε όλα δια μαγείας. Ούτε ότι μπορούμε να φτιάξουμε το ιδανικό σύστημα. Οι συμπολίτες μας δικαιούνται να ζητάνε πάντα το κάτι παραπάνω και εμείς υποχρεούμαστε πάντα να δίνουμε τον καλύτερο μας εαυτό για να πετύχουμε ό,τι το ανθρωπίνως μεγαλύτερο και καλύτερο ζητούν. Οφείλω να πω και κάποια πράγματα ακόμα, που θέλω να τα μοιραστώ μαζί σας. Είναι η χρηματοδότηση που κάνει το κράτος, η Ελληνική Δημοκρατία, στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, τόση όση θα έπρεπε να είναι; Αν κοιτάξουμε τους δείκτες θα πάρουμε αμφίσημες απαντήσεις.
Εάν βάλουμε τον μέσο όρο των δαπανών για την υγεία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, η Ελλάδα παραμένει κάτω από τον μέσο όρο στη χαμηλότερη βάση. Άρα, αν δεις αυτό θα πεις ότι δεν δίνουμε
αυτά που θα έπρεπε να δίνουμε. Εάν δείτε όμως τον άλλο δείκτη, την αύξηση των δαπανών για την υγεία που έχουν γίνει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, επί κυβερνήσεως Κυριάκου Μητσοτάκη, θα διαπιστώσετε ότι οι δαπάνες έχουν σχεδόν διπλασιαστεί. Το 2014 όταν έφυγα από το Υπουργείο Υγείας, στην προηγούμενή μου θητεία δηλαδή, το σύνολο των λειτουργικών δαπανών όλων των νοσοκομείων του ΕΣΥ ήταν 1 δις 460 εκατομμύρια. Το σύνολο των λειτουργικών δαπανών του Εθνικού Συστήματος Υγείας των ίδιων νοσοκομείων, δεν έχουν αριθμητικά αλλάξει, μετά από δέκα χρόνια είναι 2 δις 900 εκατομμύρια, είναι 100% πάνω.
Άρα, το επιχείρημα ότι το κράτος δεν προσπαθεί να κάνει το καλύτερο δυνατό για να παρέχουμε στους συμπολίτες μας αυτά που χρειάζονται δεν είναι αληθές, το κράτος κάνει. Προφανώς δεν έχουμε γίνει ακόμα Ελβετία και δεν έχουμε άπειρους δημοσιονομικούς πόρους, αλλά η Κυβέρνηση αυτή σίγουρα έχει δώσει πολύ μεγάλη σημασία στην υγεία και να ξέρετε, ότι το 2024 ξεκινάει ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα προκήρυξης μονίμων θέσεων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, που βγαίνει κατά κύματα και θα βγαίνει διαρκώς κατά τη διάρκεια του έτους, με στόχο όχι μόνο να καλύψουμε τα κενά που προκαλούνται από τις συνταξιοδοτήσεις ή τις αποχωρήσεις, αλλά να καλύψουμε και πολλά από τα κενά με μόνιμες θέσεις. Ο έλεγχος δαπανών των νοσοκομείων είναι μία από τις χίλιες ευθύνες που έχετε.
Το γεγονός παραδείγματος χάρη ότι στο νοσοκομειακό φάρμακο εφαρμόζεται το clawback δεν είναι λόγος για να πούμε ότι μπορούμε να ξοδεύουμε τα φάρμακα αφειδώς χωρίς κανέναν έλεγχο. Γιατί η αύξηση του clawback και θα επηρεάσει το δημοσιονομικό μας έλλειμμα και προκαλεί στην ελληνική αγορά. Άρα, έχετε την απόλυτη ευθύνη να τηρείτε τους προϋπολογισμούς και θέλω να συγχαρώ τον αγαπητό μου συνεργάτη τον κύριο Θεμιστοκλέους, για την επιτυχία να έχουμε φέτος για πρώτη φορά από την αρχή του χρόνου όλους τους προϋπολογισμούς όλων των νοσοκομείων της χώρας. Προχθές υπέγραψα την απόφαση για την Ενιαία Ψηφιακή Λίστα Χειρουργείων, η οποία μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ μεγάλο εργαλείο και θα μας δώσει την ευκαιρία.
Πρώτον, να ξέρουμε ποια είναι τα χειρουργεία τα οποία είναι σε αναμονή -σε ποιο νοσοκομείο σε ποια κλινική και για ποιο λόγο- και δεύτερον, θα δώσει στους συμπολίτες μας μια εξασφάλιση διαφάνειας ότι δεν είναι κάποιοι πιο ίσοι από τους άλλους. Όλοι γνωρίζουμε ότι για να μπορούμε να επιτύχουμε τη μείωση της ανεξέλεγκτης ροής στα νοσοκομεία χρειαζόμαστε μια ισχυρή πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, είναι η κορωνίδα για να μπορεί να λειτουργεί πραγματικά το σύστημα. Την ευθύνη αυτή την έχει η αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας η κυρία Ειρήνη Αγαπηδάκη. Θέλω να σε ευχαριστήσω, Ειρήνη μου. Όλα τα προγράμματα που έχεις εντάξει στο Ταμείο Ανάκαμψης είναι κρίσιμα και πολύ ωραία προγράμματα.
Η μεταρρύθμιση στις Ψυχικές Μονάδες Υγείας την ευθύνη της οποίας έχει ο Υφυπουργός Υγείας ο κύριος Δημήτρης Βαρτζόπουλος. Είναι εξαιρετικά κρίσιμος ο δείκτης για τις μεταρρυθμίσεις στην ψυχική υγεία στην Ελλάδα και έχει να κάνει πολύ και με την εισροή στα νοσοκομεία. Το σύστημά μας πρέπει να είναι ασθενοκεντρικό. Όλοι μας από τον Υπουργό, από τον κορυφαίο χειρουργό, από τον καλύτερο διοικητή μέχρι τον τελευταίο τραυματιοφορέα ή νοσηλευτή, όλοι μας ένα σκοπό έχουμε: να φεύγει ο Έλληνας ασθενής υγιής και ευχαριστημένος από την παροχή των υπηρεσιών υγείας που του δίνουμε. Εάν αυτό είναι το πνεύμα και σε αυτό το πνεύμα λειτουργούμε, θα πάνε όλα καλά».
Από την πλευρά της η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας κ. Ειρήνη Αγαπηδάκη:
Ευχαρίστησε τους Διοικητές για την πολύτιμη συνεργασία που είχαν στο διάστημα της πανδημίας και εστίασε στο ότι θα πρέπει να έχουν αυξημένη προσοχή για να είναι πολύ αποτελεσματικοί στο κομμάτι που αφορά τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης και την διενέργεια του εμβολιασμού για τον Covid19. Ειδικά για θέματα που αφορούν έργα ναυαρχίδες του Ταμείου Ανάκαμψης, όπως είναι η τηλεϊατρική τόνισε ότι «θα πρέπει να έχουμε συνεχή συνεργασία και να λειτουργούν σε πλαίσιο στρατηγικού σχεδιασμού». Η Αναπληρώτρια Υπουργός κατέληξε λέγοντας: «Όλοι προσπαθούμε για το καλύτερο, όμως στην πραγματικότητα η προσπάθεια δεν σημαίνει τίποτα αν δεν μεταφράζεται σε απτά αποτελέσματα για την βελτίωση της εμπειρίας που έχει ο πολίτης από το Σύστημα Υγείας».
Ο Υφυπουργός Υγείας κ. Δημήτρης Βαρτζόπουλος τόνισε:
Ότι «η εισαγωγή των DRGs και η συνεχής παρακολούθηση της συνεπούς εκτέλεσης των προϋπολογισμών είναι μια πραγματική επανάσταση. Συνιστά τη χρυσή τομή μεταξύ των δημοσιονομικών περιορισμών και της αυξήσεως των αναγκών και θα μειώσει μέχρις εξαφανίσεως τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις. Οι προϋπολογισμοί βέβαια θα πρέπει σταδιακά, να προσαρμοσθούν στην αδήριτη ανάγκη, να καλύπτουν των σύνολο των δαπανών και της μισθοδοσίας.
Έτσι θα μπορέσουμε να συγκρίνουμε βάσει με διεθνών καλών πρακτικών ανά κλινική εργαστήριο και Νοσοκομείο και επιλέγουμε ιατρούς συντονιστές διευθυντές και διοικητές με απόλυτα αντικειμενικά κριτήρια απόδοσης». Συμπλήρωσε επίσης ότι «ο απολύτως αναγκαίος ανασχεδιασμός του υγειονομικού χάρτου της χώρας αναδεικνύει τον κομβικό ρόλο του ΕΚΑΒ» καθώς και ότι «η κλιματική κρίση επιβάλλει νέες μορφές σχεδίων εκτάκτου ανάγκης».
Ο Υφυπουργός Υγείας κ. Μάριος Θεμιστοκλέους δήλωσε:
«Λογοδοσία-Έλεγχος-Αποτελεσματικότητα. Με αυτό το τρίπτυχο συνεχίζουμε τις μεταρρυθμίσεις στα νοσοκομεία του ΕΣΥ και έχοντας πάντα ως στόχο τη διασφάλιση της άμεσης προσβασιμότητας των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας. Εμείς ως Υπουργείο υγείας παρέχουμε όλα τα σύγχρονα εργαλεία, ψηφιοποιούμε τις διαδικασίες, ενισχύουμε με προσωπικό, τις διοικήσεις οι οποίες μαζί με το ιατρο-νοσηλευτικό προσωπικό, κράτησαν όρθιο το σύστημα υγείας της χώρας μέσα στην πανδημία. Μαζί εργαζόμαστε για το ΕΣΥ της νέας εποχής.
Οι μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη ξεκινήσει. Το επόμενο χρονικό διάστημα θα γίνουν μεγάλες και σημαντικές αλλαγές στο ΕΣΥ και για να διασφαλίσουμε ότι θα πετύχουν χρειάζεται ομαδική δουλειά, επιμονή στη λεπτομέρεια και υπομονή. Ο ρόλος σας είναι απόλυτα σημαντικός για να τα καταφέρουμε. Η σημερινή ενημερωτική ημερίδα θα επαναλαμβάνεται προκειμένου να υπάρχει διαρκής επικαιροποίηση των νέων δεδομένων και προκλήσεων».
Η Γενική Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας Λίλιαν Βιλδιρίδη δήλωσε:
«Από την πλευρά μου θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την απρόσκοπτη και δημιουργική συνεργασία που είχαμε όλα αυτά τα χρόνια από τις θέσεις που υπηρέτησα και βεβαίως για τη στήριξή σας στο έργο που παράγουμε ως Γενική Γραμματεία Υπηρεσιών Υγείας. Καταρχάς θα ήθελα να κάνω ιδιαίτερη αναφορά στα στοιχεία που συλλέγουμε, προκειμένου να εξασφαλίζουμε την απαιτούμενη τεκμηρίωση για τις αποφάσεις που λαμβάνονται και τον σχεδιασμό περαιτέρω μεταρρυθμίσεων. Είναι αναγκαία τόσο η αμεσότητα της ανταπόκρισής σας όσο και κυρίως η ακρίβεια και η ορθότητα των στοιχείων που μας αποστέλλετε.
Όσον αφορά στην Γενική Γραμματεία Υπηρεσιών Υγείας τα στοιχεία που ζητούνται εντάσσονται σε τρείς βασικούς άξονες δράσης:
- τα οικονομικά των νοσοκομείων,
- την ορθολογική αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων του δημοσίου συστήματος υγείας και
- την αποτύπωση της προσβασιμότητας των ασθενών σε υπηρεσίες υγείας.
Σε δεύτερο χρόνο θα αναφερθώ συγκεκριμένα στα δεδομένα που συλλέγονται, τον τρόπο καταγραφής κ αποτύπωσης τους, καθώς και στα χρονοδιαγράμματα της αναμενόμενης ανταπόκρισης, ώστε να
εξυπηρετείται κατά τον καλύτερο τρόπο ο σκοπός που επιδιώκεται κάθε φορά με τη συλλογή τους».