Πολιτική Υγείας

2ο Lockdown Πανδημία: Δείτε γιατί απέτυχαν και οι δύο στόχοι της υπό όρους κυκλοφορίας

2ο Lockdown Πανδημία: Δείτε γιατί απέτυχαν και οι δύο στόχοι της υπό όρους κυκλοφορίας
Το lockdown απέτυχε και στους δύο στόχους του – τόσο στην ανάσχεση του δεύτερου, και δραματικά επιθετικού, κύματος της πανδημίας, όσο και στην αποσυμφόρηση του δημόσιου συστήματος Υγείας

Your browser does not support the video tag. https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/sanofi/20876/better-understanding-insulin.mp4

2ο Lockdown Πανδημία: Η ανακοίνωση Πέτσα για παράταση του lockdown έως – τουλάχιστον – τις 14 Δεκεμβρίου είναι απλώς η ομολογία μιας διπλής αποτυχίας: Το lockdown απέτυχε και στους δύο στόχους του – τόσο στην ανάσχεση του δεύτερου, και δραματικά επιθετικού, κύματος της πανδημίας, όσο και στην αποσυμφόρηση του δημόσιου συστήματος Υγείας το οποίο παραμένει στα όρια των αντοχών του.

Και στα δύο πεδία οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: Στην αρχή του lockdown ο στόχος που έθετε η ίδια η επιστημονική Τσιόδρα για να  αρχίσει η επιστροφή στην ομαλή καθημερινότητα ήταν να πέσουν τα ημερήσια κρούσματα σε επίπεδο κοντά στα 500 ημερησίως. Τέσσερις εβδομάδες μετά το καθολικό κλείσιμο της χώρας τα κρούσματα βρίσκονται στα 1.882, με τη γενική εκτίμηση εντός της επιτροπής των επιδημιολόγων – όπως αυτή διατυπώθηκε σε τηλεδιάσκεψη – να είναι πως η μείωση του επιδημιολογικού φορτίου δεν ξεπερνά το 10%.


Στο δεύτερο και κρίσιμο σκέλος, εκείνο του ΕΣΥ, το τελευταίο τριήμερο καταγράφει αλλεπάλληλα ρεκόρ αύξησης των διασωληνωμένων. Την Παρασκευή έφθασαν στους 622, καμία ουσιαστική αύξηση ή ενίσχυση όμως δεν υπάρχει στις ΜΕΘ και στο υγειονομικό προσωπικό των νοσοκομείων που, ειδικά στη βόρεια Ελλάδα έχει ξεπεράσει πια τις δυνατότητές του.

Στο ερώτημα γιατί το lockdown απέτυχε και γιατί δεν μειώνεται ουσιαστικά η ένταση και η διασπορά του κορωνοϊού, οι απαντήσεις που δίνουν επιδημιολόγοι και όσοι έχουν εκ των έσω τους κυβερνητικούς χειρισμούς, δείχνουν πια καθαρά πέντε καίρια κενά και ολιγωρίες: Την υποκαταγραφή των κρουσμάτων πριν επιβληθούν τα περιοριστικά μέτρα (με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει και για την αξιοπιστία των στοιχείων του ΕΟΔΥ), τον χαμηλό αριθμό των τεστ που γίνονται ακόμη και τώρα, την ελλιπή ιχνηλάτηση, τα πρόωρα αναγκαστικά εξιτήρια από νοσοκομεία, και την ανεξέλεγκτη διασπορά του κορωνοϊού σε χώρους εργασίας που παραμένουν σε λειτουργία.

Για την έξαρση του κορωνοϊού προ του lockdown, είναι αποκαλυπτικά τα όσα είπε ο καθηγητής Άλκης Βατόπουλος:  «Είτε έχουμε τώρα 1.500 είτε 2.000, είναι πολλά τα κρούσματα», είπε. «Η αίσθησή μου είναι ότι ξεκινήσαμε από ψηλά… Το καλοκαίρι υπήρχαν πολλά κρούσματα σε όλη την Ελλάδα, συνεπώς η βάση από την οποία ξεκίνησε το δεύτερο κύμα ήταν αρκετά ψηλή. Γι αυτό υπάρχει αντίσταση στο να κατεβούν οι αριθμοί των κρουσμάτων γρήγορα».

Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των τεστ ουδεμία απάντηση δίνεται αρμοδίως, ακόμη και τώρα, για τη σταθερή μείωσή τους, παρά την επίμονη σφοδρότητα του δεύτερου κύματος.

Την Παρασκευή, με 1.882 κρούσματα έγιναν 18.904 μοριακά τεστ και 10.895 rapid tests με το ποσοστό θετικότητας να παραμένει στο 10%. Από τα ίδια τα στοιχεία του ΕΟΔΥ προκύπτει πως έως τον Οκτώβριο τα μοριακά τεστ ξεπερνούσαν τα 30.000 την ημέρα, στη διάρκεια του Νοεμβρίου όμως μειώνονταν σταθερά, και η Ελλάδα παραμένει στις χαμηλότερες θέσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τον αριθμό των τεστ ανίχνευσης του ιού που πραγματοποιεί. Κι αυτό, την ώρα που χώρες με επίσης υψηλό επιδημιολογικό φορτίο, όπως το Βέλγιο και η Σλοβακία, αναγνωρίζουν ότι τα lockdowns από μόνα τους δεν λειτουργούν και προχωρούν σε μαζικά τεστ στο σύνολο του πληθυσμού τους.

Τα λίγα τεστ, σε συνδυασμό με την πλημμελή ιχνηλάτηση – ειδικά σε περιοχές της περιφέρειας και εκτός μεγάλων αστικών κέντρων όπως καταγγέλλεται – εξακολουθούν να οδηγούν σε πλασματική εικόνα για την επιδημιολογική κατάσταση της χώρας.

Σ’ αυτά τα κενά, οι ίδιοι οι επιδημιολόγοι και οι γιατροί προσθέτουν δύο ακόμη παραμέτρους που μάλλον εξηγούν πλήρως το γιατί, παρά το lockdown, τα κρούσματα μειώνονται δραματικά αργά.

«Παρά το εξελισσόμενο lockdown, η διασπορά εντοπίζεται σε μεγάλους εργασιακούς χώρους, στα μέσα μαζικής μεταφοράς αλλά και μέσα στα σπίτια», είπε ο καθηγητής Πνευμονολογίας και επικεφαλής της μονάδας covid του «Ευαγγελισμού», Γιάννης Καλομενίδης. Οι ίδιοι οι νοσοκομειακοί γιατροί, δε, στην Θεσσαλονίκη έχουν δηλώσει δημόσια πως πολλοί ασθενείς που παίρνουν εξιτήριο, παρ’ ότι δεν έχουν πια συμπτώματα, παραμένουν θετικοί στον ιό και τον μεταφέρουν στο οικογενειακό τους περιβάλλον. Κι αυτό γιατί δεν υπάρχουν χώροι όπου μπορούν να απομονωθούν έως ότου δεν θα μεταδίδουν πια τον κορωνοϊό.

Όσο για τους εργασιακούς χώρους, είτε μεγάλες επιχειρήσεις, είτε εργοστάσια, εκκρεμούν ακόμη τα αποτελέσματα των ελέγχων του ΣΕΠΕ που είχε υποσχεθεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, όταν του είχαν τεθεί οι καταγγελίες για εργαζόμενους που είναι φορείς του ιού και εξακολουθούν να δουλεύουν υπό τον φόβο είτε της απόλυσης, είτε της αναστολής σύμβασης.