Της Νικολέτας Ντάμπου
Αντι-ιικές θεραπείες που μπορούν να προστατεύσουν τον ανθρώπινο οργανισμό μετά την έκθεσή στον θανατηφόρο ιό Έμπολα, παρουσίασαν για πρώτη φορά, Βρετανοί γιατροί.
Η έκθεση, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet Infectious Diseases, περιγράφει μια υπόθεση οκτώ Βρετανών εργαζομένων στον τομέα της υγείας, οι οποίοι είχαν μεταφερθεί στο Free Hospital Royal του Λονδίνου, από τη Σιέρα Λεόνε μετά από επαφή τους με τον ιό.
Τέσσερις από τους εργαζόμενους, θεωρήθηκε ότι βρίσκονταν σε σημαντικό κίνδυνο, καθώς είχαν υποστεί τραυματισμούς από βελόνες κατά τη διάρκεια περίθαλψης ασθενών που είχαν προσβληθεί από τον ιό, στους οποίους χορηγήθηκε το αντι-ιικό φάρμακο favipiravir (με ή χωρίς μονοκλωνικά αντισώματα). Οι άλλοι τέσσερις εργαζόμενοι, δεν είχαν τραυματιστεί με αιχμηρά αντικείμενα και κρίθηκε ότι βρίσκονταν σε χαμηλότερο κίνδυνο, ως εκ τούτου, δεν τους χορηγήθηκαν φάρμακα αλλά παρέμειναν σε καραντίνα.
Κανένα από τα παραπάνω άτομα δεν ασθένησε από τον ιό του Έμπολα. Και οι οκτώ, παρέμειναν υγιής καθ ‘όλη την διάρκεια των 42 ημερών της παρακολούθησης, χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις της νόσου ή ανιχνεύσιμα επίπεδα του ιού στο αίμα τους. Η θεραπευτική αγωγή που ακλούθησαν οι τέσσερις από τους οκτώ, ήταν ανεκτή χωρίς να αναφερθούν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες .
Ο κίνδυνος μόλυνσης του νοσηλευτικού προσωπικού με τον ιό Έμπολα στη Δυτική Αφρική είναι υψηλός. Έως τις 5 Αυγούστου του τρέχοντος μηνός, 2015, 880 από τα 27.862 κρούσματα, αφορούσαν εργαζομένους στην υγειονομική περίθαλψη. Ωστόσο, για τους γιατρούς και τις νοσοκόμες που φροντίζουν ασθενείς με τον ιό του Έμπολα δεν υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές σε ποσοστιαία κλίμα, για το μέγεθος του κινδύνου που διατρέχουν και μέχρι σήμερα, δεν υπήρχε καμία περίπτωση προφύλαξης του ανθρώπινου οργανισμού μετά την έκθεση.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτή είναι μία πολύ σημαντική εξέλιξη, καθώς μία πιο λεπτομερής και εστιασμένη έρευνα στις αντι-ιικές θεραπείες, που θα εφαρμοστούν μετά την έκθεση του ανθρώπινου οργανισμού στον ιό του Έμπολα, θα διαφυλάξουν τις ζωές των ανθρώπων που διαχειρίζονται τα ξεσπάσματα και βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο να έρθουν σε επαφή με τον ιό. Επιπλέον, η ανακάλυψη αυτή θα βοηθήσει, αν δεν αναχαιτίσει και την διάδοση του ιού κατά τη διάρκεια της επιδημίας.