Το χημικό peeling διακρίνεται σε επιφανειακό, μέσου βάθους και βαθύ peeling, όπου στο πολύ ελαφρύ επιφανειακό peeling η καταστροφή φτάνει μέχρι την ακανθωτή στιβάδα, ενώ στο ελαφρύ επιφανειακό peeling η καταστροφή εκτείνεται σε ολόκληρη την επιδερμίδα και στο θηλώδες χόριο. Στο μέσου βάθους peeling η καταστροφή φτάνει μέχρι το άνω δικτυωτό χόριο και στο βαθύ η καταστροφή φτάνει μέχρι το μέσο δικτυωτό χόριο.
Όσον αφορά στη συχνότητα εφαρμογής του peeling εξαρτάται από το είδος του, εάν είναι δηλαδή επιφανειακό, μέτριο ή βαρύ. Συνήθως το επιφανειακό γίνεται κάθε 15-20 μέρες και χρειάζονται 3-6 συνεδρίες κάθε χρόνο για καλύτερα αποτελέσματα και συστήνεται κυρίως για χώρες με έντονη ηλιοφάνεια, όπως είναι η Ελλάδα και για σκούρους φωτότυπους. Είναι ασφαλές, έχει μικρή πιθανότητα επιπλοκών και δεν απαιτεί παραμονή στο σπίτι για την επούλωση.
Οι συστάσεις για το μέτριο peeling είναι ότι μπορεί να επαναληφθεί μετά από 2 μήνες, ενώ το βαρύ γίνεται μία φορά το χρόνο, ωστόσο απαιτεί παραμονή στο σπίτι για 7-10 μέρες και έχει μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών.
Σχετικά με την καλύτερη χρονική περίοδο για να επιλέξει κανείς τη συγκεκριμένη θεραπεία, αυτή ορίζεται από τον Οκτώβριο έως τον Μάιο, που η ηλιοφάνεια δεν είναι ιδιαίτερα έντονη οπότε δεν υπάρχει κίνδυνος μεταφλεγμονώδους υπερμελάγχρωσης.
Βεβαίως, υπάρχουν τα summer peels, που είναι τα καλοκαιρινά peelings, τα οποία είναι πιο ελαφριά και επιτρέπεται να γίνουν το καλοκαίρι. Ανανεώνουν την επιδερμίδα και προσδίδουν λάμψη χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος μεταφλεγμονώδους υπερμελάγχρωσης λόγω της ιδιαίτερης χημικής τους δομής που τα καθιστά ασφαλή.