Υπάρχουν κάποια φάρμακα που μπορεί να οδηγήσουν σε τριχόπτωση ή να κάνουν λεπτά και εύθραυστα τα μαλλιά, ενώ άλλα μπορεί να μετατρέψουν μια μελαχροινή σε κοκκινομάλλα ή να κατσαρώσουν τα ίσια μαλλιά, σύμφωνα με νέα έκθεση του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης.
Συγκεκριμένα, η τριχόπτωση και η λέπτυνση μπορεί να εκδηλωθούν έως και ένα χρόνο έπειτα από τη λήψη των φαρμάκων αλλά, ευτυχώς, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αναστρέψιμα προβλήματα. «Η τριχόπτωση και γενικότερα οι αλλαγές στα μαλλιά δεν έχουν πάντοτε γνωστή αιτιολογία, αλλά οπωσδήποτε εάν ένας άνθρωπος παίρνει φάρμακα, πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν η δυνητική επίδρασή τους», λέει ο δρ Σαμ Σούστερ, ομότιμος καθηγητής Δερματολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νιούκασλ.
«Όταν τα φάρμακα επηρεάσουν τα μαλλιά, οι αλλαγές που επιφέρουν κατά κανόνα είναι ήπιες, καθώς και αναστρέψιμες μόλις διακοπεί η λήψη τους. Συνήθως είναι προτιμότερο να συνεχίσει ο ασθενής τη λήψη των φαρμάκων και να υπομείνει την αλλαγή στα μαλλιά του, λόγω του οφέλους που αποκομίζει στην υγεία του από την αγωγή που ακολουθεί», προσθέτει.
Οι ειδικοί λένε πως είναι πολύ σημαντικό να συμβουλεύονται οι πάσχοντες τους γιατρούς τους εάν παρατηρήσουν κάποια αλλαγή στα μαλλιά τους, και σε καμία περίπτωση να μην διακόπτουν την λήψη των φαρμάκων τους δίχως ιατρική συμβουλή. «Πριν αποδοθεί η τριχόπτωση σε κάποιο φάρμακο, ο δερματολόγος θα πρέπει να σταθμίσει εάν το είδος της απώλειας μπορεί να συνδυασθεί με το φάρμακο το οποίο θεωρείται υπεύθυνο, αλλά ακόμη και εάν τα χρονικά διαστήματα, μεταξύ της έκθεσης στον πιθανό παράγοντα και την έναρξη της αλωπεκίας, είναι συμβατά», εξηγεί ο κ. Δημήτρης Ρηγόπουλος, καθηγητής Δερματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τα φάρμακα που είναι γνωστότερα για την δυνατότητά τους να προκαλούν τριχόπτωση είναι αυτά που χρησιμοποιούνται στη χημειοθεραπεία.Πολλοί ασθενείς αρχίζουν να χάνουν τα μαλλιά τους μέσα σε δύο-τρεις εβδομάδες από την έναρξη της αγωγής, ενώ κάποιοι βλέπουν να αλλάζει η υφή και το χρώμα των μαλλιών τους. Ωστόσο, 3-10 μήνες έπειτα από την ολοκλήρωσή της χημειοθεραπείας, τα μαλλιά επανέρχονται στην προτέρα κατάσταση.
Εντούτοις, δεν είναι μόνο τα φάρμακα της χημειοθεραπείας που μπορεί να «πειράξουν» τα μαλλιά. Να μερικά ακόμα:
* Για τη χοληστερόλη. Ορισμένες στατίνες, αλλά και κάποια παλαιότερα φάρμακα της χοληστερόλης, επηρεάζουν και την βιοσύνθεσή της στην επιδερμίδα, με αποτέλεσμα το δέρμα προοδευτικά να γίνεται πιο ξηρό και τα μαλλιά να γίνονται πιο ξηρά, εύθραυστα και ανοικτόχρωμα, κατά τον κ. Ρηγόπουλο.
* Αντικαταθλιπτικά. Η φλουοξετίνη και τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (λ.χ. ιμιπραμίνη, αμιτριπτυλίνη, δοξεπίνη) ενδέχεται να προκαλέσουν τριχόπτωση, σύμφωνα με τους ερευνητές της Μελβούρνης.Η τριχόπτωση συνήθως εκδηλώνεται προοδευτικά κατά τον πρώτο χρόνο μετά την έναρξη των φαρμάκων και σταματά μετά το πέρας της θεραπείας.
Το λίθιο, εξάλλου, που χορηγείται για την αντιμετώπιση της διπολικής διαταραχής (παλιά λεγόταν μανιοκατάθλιψη) σχετίζεται με αύξηση κατά 12% του κινδύνου λέπτυνης των μαλλιών – με την λέπτυνση να εμφανίζεται 4-6 μήνες έπειτα από την έναρξη της λήψης του.
* Για την ψωρίαση. Το φάρμακο ασιτρετίνη μπορεί να σκουρύνει τα μαλλιά σε μερικούς ασθενείς, ενώ η ετρετινάτη μπορεί να «ανοίξει» το χρώμα των μαλλιών και να τα κάνει από σκούρα καστανά κοκκινωπά μέσα σε τρεις μήνες.
Τα ρετινοειδή και κυρίως η ασιτρετίνη, μπορεί επίσης να προκαλέσουν διάχυτη αλωπεκία (δηλαδή, διάχυτη απώλεια τριχών) στο 70% των ασθενών, κατά τον κ. Ρηγόπουλο.
* Αντισυλληπτικά. Σε γυναίκες που διακόπτουν τα αντισυλληπτικά έπειτα από μακροχρόνια χρήση έχει αναφερθεί τριχόπτωση, ενώ όσα έχουν ως βάση την προγεστερόνη μπορεί να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν την τριχόπτωση σε μικρό αριθμό ασθενών, αναφέρουν οι ερευνητές της Μελβούρνης.
* Αντιυπερτασικά. Από τα φάρμακα για την πίεση, οι βήτα-αναστολείς έχουν σχετισθεί με λέπτυνση των μαλλιών, ενώ δύο εξ αυτών (μετοπρολόλη, προπρανολόλη) μπορεί να προκαλέσουν αναστρέψιμη τριχόπτωση. Οι επιδράσεις αυτής εκδηλώνονται μέσα στους πρώτους 3 μήνες από την έναρξη της λήψης τους, κατά τον κ. Ρηγόπουλο. Τριχόπτωση μπορεί να παρατηρηθεί και σε άτομα που παίρνουν φάρμακα από μία άλλη οικογένεια αντιυπερτασικών, τους α-ΜΕΑ.
* Για την ακμή. Τα λαμβανόμενα από το στόμα ρετινοειδή μπορεί να προκαλέσουν τριχόπτωση σε μικρό αριθμό ασθενών ή αλλαγές στην υφή και στην εμφάνιση των μαλλιών, σύμφωνα με τους ερευνητές της Μελβούρνης.
* Για το ουρικό οξύ. Το φάρμακο αλλοπουρινόλη έχει σχετισθεί με αλωπεκία, η οποία μερικές φορές είναι έντονη, κατά τον κ. Ρηγόπουλο.
* Παυσίπονα αντιφλεγμονώδη. Σε περίπου έναν στους 100 ασθενείς που παίρνουν συστηματικά ορισμένα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (κυρίως ιβουπροφαίνη, δικλοφενάκη ή ινδομεθακίνη), παρατηρείται λέπτυνση ή απώλεια των μαλλιών, που αμβλύνεται 8-9 μήνες έπειτα από την διακοπή τους.
* Αντιθρομβωτικά. Σχεδόν ο ένας στους δύο ασθενείς που παίρνει χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη παρουσιάζει διάχυτη απώλεια τριχών που διαρκεί περίπου 6 μήνες, κατά τον κ. Ρηγόπουλο. Η συχνότητα της αλωπεκίας αυξάνεται όταν χορηγούνται μεγάλες δόσεις του φαρμάκου σε σύντομο διάστημα.
Ανάλογη, αλλά πολύ πιο σπάνια, δράση μπορεί να έχει και ένα άλλο αντιθρομβωτικό, η βαρφαρίνη.
* Για την επιληψία. Το βαλπροϊκό νάτριο μπορεί να προκαλέσει τριχόπτωση στο 3-10% των ασθενών με επιληψία, ενώ το ίδιο παρατηρείται και στο περίπου 7% των ασθενών που παίρνουν συνδυασμό βαλπροϊκού νατρίου και βαλπροϊκού οξέος.
* Για την ελονοσία. Η μεπακρίνη μπορεί να προκαλέσει μη αναστρέψιμη τριχόπτωση (ουλωτική αλωπεκία), ενώ η χλωροκίνη άνοιγμα του χρώματος σε ξανθά ή κόκκινα μαλλιά, κατά τον κ. Ρηγόπουλο.