Αυτοφροντίδα

Ευτυχία και κίνητρα: Ποιος ψυχολογικός παράγοντας τα προβλέπει

Ευτυχία και κίνητρα: Ποιος ψυχολογικός παράγοντας τα προβλέπει
Ευτυχία και κίνητρα: Ποιος ψυχολογικός παράγοντας τα προβλέπει. Η θετική ψυχολογία και ευημερία έχουν γίνει γρήγορα δημοφιλή θέματα, τόσο στην επιστημονική κοινότητα όσο και στο ευρύ κοινό. Πράγματι, παράλληλα με την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος και το μυαλό, η ψυχολογία μας παρέχει ένα από, αν όχι το πιο ισχυρό εργαλείο για τη βελτίωση της καθημερινής μας ζωής και το να αισθανόμαστε πιο ευτυχισμένοι γενικά.

Your browser does not support the video tag. https://grx-obj.adman.gr/grx/creatives/sanofi/20876/better-understanding-insulin.mp4

Αυτό είναι… αν πιστεύετε ότι είναι δυνατόν. Μια ομάδα ερευνητών από το Εθνικό Πανεπιστήμιο της Σεούλ και το Πανεπιστήμιο της Κορέας βρήκαν στοιχεία ότι η “ουσιαστική” ευτυχία- δηλαδή, η απόδοση της ευτυχίας σε αμετάβλητους παράγοντες όπως η γενετική καθιστά τα άτομα λιγότερο πιθανό να υιοθετήσουν συμπεριφορές που αποσκοπούν (και σε πολλές περιπτώσεις, έχουν αποδειχθεί) στην αύξηση της ευτυχίας.


Οι ανταγωνιστικές θεωρίες, όπως η θεωρία των σημείων, υποδηλώνουν ότι η ευτυχία καθορίζεται από βιολογικούς παράγοντες που δεν μπορούν να αλλάξουν με κανένα σημαντικό τρόπο. Ωστόσο, ένα αυξανόμενο ερευνητικό σώμα, συμπεριλαμβανομένης της παρούσας μελέτης, αμφισβητεί αυτή τη σύλληψη. Μέσα από μια σειρά μελετών, οι ερευνητές σχεδίασαν (Μελέτη 1) και επικύρωσαν (Μελέτη 2) ένα κατασκεύασμα για τη μέτρηση των βασικών πεποιθήσεων για την ευτυχία, και στη συνέχεια χρησιμοποίησαν αυτό το κατασκεύασμα (Μελέτη 3) για να καθορίσουν αν οι βασικές πεποιθήσεις θα προέβλεπαν τα κίνητρα κάποιου για την ενίσχυση της ευτυχίας.

Τα αποτελέσματα από τους 401 συμμετέχοντες της Μελέτης Τρία επέτρεψαν στους ερευνητές να επιβεβαιώσουν την υπόθεσή τους ότι αυτοί που έδωσαν μεγαλύτερο βάρος στη βιολογική βάση και την αμεροληψία της ευτυχίας ήταν λιγότερο πιθανό να εμπλακούν σε δραστηριότητες που αυξάνουν την ευτυχία. Από την άλλη πλευρά, εκείνοι που επέδειξαν αυτό που οι συγγραφείς αποκαλούν “κατασκευή προσπάθειας” ήταν πιο πιθανό να συμμετάσχουν σε αυτές.