Η κυρία Βασιλική Κουμαντάκη Κλινική Ψυχολόγος Υγείας, μιλάει στην εκπομπή OPINION HEALTH του ενημερωτικού site για την Υγεία www.healthweb.gr για τα καταστροφικά γεγονότα όπως σεισμοί, δυστυχήματα, πλημμύρες και η φωτιά στα δάση, τα οποία είναι απρόσμενα, απότομα γεγονότα και πως οι άνθρωποι τα αντιμετωπίζουν ψυχολογικά και ποια είναι η προοπτική τους για το μέλλον .
Πολλοί άνθρωποι σωματικά μένουν αλώβητοι, αλλά υποφέρουν ψυχολογικά, ακόμα και αν δεν βρίσκονται στο επίκεντρό τους και δεν επηρεάστηκαν άμεσα από αυτά.
Κυρία Κουμαντάκη, καλώς ήρθατε.
Πως οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τα απρόσμενα γεγονότα, όπως είναι μια καταστροφή, μια φωτιά, ένα δυστύχημα, διότι χάνονται άνθρωποι; Πώς κανείς το αντιμετωπίζει και το διαχειρίζεται;
Ναι, πάρα πολλές φορές παρατηρούμε ότι όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με απρόσμενες, βίαιες αλλά και έντονες στρεσογόνες συνθήκες, όπως αναφέρατε, ατυχήματα, φυσικές καταστροφές, τις οποίες ουσιαστικά αδυνατούμε να διαχειριστούμε, τότε μιλάμε για καταστάσεις οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν ψυχολογικό τραύμα. Μιλώντας για το ψυχολογικό τραύμα, μπορούμε να μιλήσουμε για μια κατάσταση η οποία είναι απροσδόκητη. Είναι μια εμπειρία που προκαλεί έντονο και συναισθηματικό πόνο. Συνήθως πάντα περιλαμβάνει μια πιθανή ή φανταστική απειλή για την ασφάλεια του ατόμου. Τις περισσότερες φορές μπορεί να περιλαμβάνει γεγονότα το οποίο τα άτομα είναι, αλλά μπορεί και να μην είναι μάρτυρας να είναι έμμεσα μάρτυρας σε αυτά τα γεγονότα και μπορεί με κάποιον τρόπο να επηρεαστεί ψυχολογικά και δυνητικά να το επιβαρύνει ακόμη και αν το άτομο δεν ήταν παρόν σε αυτή τη διαδικασία.
Στο άκουσμα αυτών των απρόσμενων γεγονότων, ποιες είναι οι πρώτες αντιδράσεις ενός ανθρώπου που δεν το βίωσε;
Οι πρώτες αντιδράσεις παρά πολλές φορές όταν ένα άτομο, ακόμη και αν δεν το έχει βιώσει, δεν σημαίνει ότι δεν έχει πολύ μεγάλο ψυχολογικό φορτίο για αυτά τα γεγονότα. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι σαν άνθρωποι έχουμε κάποιους φυσικούς βιολογικούς μηχανισμούς άμυνας. Είτε λοιπόν είμαστε παρόντες σε ένα τραγικό, ψυχολογικά τραυματικό γεγονός, είτε ακόμη είμαστε θεατές σε αυτό, δεχόμαστε πολύ σημαντική επιβάρυνση. Oπότε ουσιαστικά οι πρώτες αντιδράσεις μπορεί να είναι μια κατάσταση η οποία ανατρέπει ουσιαστικά την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας και για τον κόσμο γενικότερα. Ο οργανισμός μας, προκειμένου να μας προστατεύσει από αυτή την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, επιστρατεύει κάποιες αντιδράσεις. Αυτές οι αντιδράσεις αποτελούν μια φυσική άμυνα του οργανισμού μας σε απρόοπτες συνθήκες. Αρχικά μπορεί να έχουμε συμπτώματα υπερδιέγερσης. Είναι η απόκριση που λέμε “φυγή-πάλη”. Άρα έχουμε το σύμπτωμα της “Πάλης”, άρα ο οργανισμός μας μπαίνει σε μια κατάσταση υπερδιέγερσης με υπέρταση, ταχυκαρδία, σφίξιμο των μυών, αλλά και πολλές φορές και επιτάχυνση της αναπνοής. Από την άλλη πλευρά, μπορεί να έχουμε μια αποφευκτική συμπεριφορά, που σημαίνει ότι είναι το σύμπτωμα της “Φυγής.” Αποφεύγουμε οτιδήποτε παραπέμπει σε αυτή την αρνητική εμπειρία και πυροδοτεί αναμνήσεις αλλά και συναισθήματα, που συσχετίζονται με το ίδιο τραυματικό γεγονός. Πάρα πολλές φορές όμως μη μπορώντας να αποφύγουμε τις 2 αυτές συνθήκες, να μην μπορέσουμε να κάνουμε “φυγή-πάλη”, πάρα πολλοί άνθρωποι κάνουν αποσύνδεση, δηλαδή αποσυνδέονται από αυτή την κατάσταση, μη μπορώντας να αποφύγουν τον κίνδυνο ή την εικόνα του κινδύνου. Και έτσι δραπετεύουμε νοερά, αποκοπτόμαστε με αυτό τον τρόπο από την πραγματικότητα. Και πολλές φορές μπορεί να μοιάζουμε σαν ένα τρίτο άτομο που παρακολουθεί την κατάσταση, χωρίς όμως να αισθάνεται ότι κινδυνεύει μέσα από αυτή. Οι αντιδράσεις αυτές λοιπόν, δρουν προστατευτικά, και αποτελούν φάσεις προστασίας και αποφυγής αλλά και αντιμετώπισης και εναλλάσσονται, μέχρι να μπορέσει το άτομο ο άνθρωπος να πετύχει μια ψυχική αφομοίωση και προσαρμογή σε αυτές τις συνθήκες.
Κυρία Κουμαντάκη, οι κοντινοί συγγενείς των ανθρώπων που απρόσμενα χάθηκαν σε ένα σεισμό, σε ένα δυστύχημα, σε μια φωτιά πώς το αντιμετωπίζουν; Υπάρχουν διαφορές από αυτό το οποίο μας είπατε πριν;
Εξαρτάται πόσο κοντά είμαστε στο τραυματικό γεγονός. Και εξαρτάται και πάλι στους μηχανισμούς άμυνας που έχουμε. Δηλαδή κάθε άνθρωπος έρχεται με τη δική του ιστορία και με τον δικό του μηχανισμό άμυνας, αναλόγως τις εμπειρίες μας, τι έχουμε βιώσει. Σίγουρα όμως άτομα τα οποία είναι κοντά σε αυτά τα γεγονότα σαφώς έχουν πολύ μεγαλύτερη επιβάρυνση από τα άτομα τα οποία παρακολουθούν τα γεγονότα. Εδώ όμως είναι σημαντικό να προσέξουμε ότι αν εμείς στη ζωή μας στο παρελθόν έχουμε βιώσει κάποιο άλλο τραυματικό γεγονός που μοιάζει με αυτό, δυνητικά επαναβιώνουμε το αρχικό μας τραύμα. Οπότε και εμείς, ακόμη κι αν δεν συμμετέχουμε σε αυτό ή αν δεν είμαστε, ας πούμε θύματα από αυτό, έχουμε πραγματικά μια πολύ μεγάλη και σημαντική επιβάρυνση. Εκεί μπορεί να μιλάμε για το πολύ, πολύ συχνό φαινόμενο τα τελευταία χρόνια που ακούμε για το συλλογικό τραύμα.
Συνήθως, κυρία Κουμαντάκη, έχω διαπιστώσει και από τον εαυτό μου ότι τα γεγονότα γενικότερα, όταν συμβαίνουν κάποια γεγονότα, κάποια μας ενοχλούν κάποια όχι. Αυτά που μας ενοχλούν χτυπάνε πάνω σε ένα τραύμα μας. Πιστεύετε ότι η κοντινοί συγγενείς θέλουνε και περισσότερο χρόνο, φαντάζομαι, για να το ξεπεράσουν σε σχέση με τον υπόλοιπο γενικό πληθυσμό ή μοιάζει;
Κοιτάχτε, πάντα στο μυαλό μας πρέπει να σκεφτόμαστε ότι χρειάζεται χρόνος, σίγουρα για τους εγγύτερους συγγενείς. Κανένας άνθρωπος όμως δεν είναι ίδιος με κανέναν άλλον, οπότε δεν μπορούμε να περιμένουμε και τις ίδιες αντιδράσεις. Κάθε άνθρωπος λοιπόν έχει έναν δικό του ξεχωριστό μηχανισμό αντιμετώπισης, ανάλογα με τις εμπειρίες και τα βιώματά του. Όσο όμως υπάρχουν ομοιότητες στα γεγονότα, η βαρύτητα των συμπτωμάτων είναι έντονη, τότε ο καθένας μας θα επηρεαστεί με έναν μοναδικό τρόπο. Πολλές φορές όμως τα ψυχολογικά τραύματα μπορεί να έχουν και ισόβιες συνέπειες που πρέπει να αντιμετωπιστούν, γιατί αν δεν αντιμετωπιστούν αυτά επαναλαμβάνονται γιατί έχουμε επαναβιώσεις από τα ίδια γεγονότα.
Τώρα σε ό,τι αφορά κυρία Κουμαντάκη στους γονείς, οι οποίοι ξαφνικά μέσα από ένα απρόσμενο γεγονός, χάνουν το παιδί τους. Πώς μπορούν να το διαχειριστούν;
Οι ίδιοι οι γονείς, οι οποίοι αυτή τη στιγμή παρακολουθούν τα συμβάντα και έχουν παιδιά σε αυτή την ηλικία; Ή μιλάμε για τους γονείς που βίωσαν πένθος ή βιώνουν αυτή τη στιγμή πένθος; Είναι διαφορετικές οι δύο συνθήκες. Θέλω να πω ότι ακόμη και οι γονείς γενικότερα εφήβων, παιδιών, επηρεάζονται πάρα πολύ από όλη αυτή τη συνθήκη. Γιατί αρχικά μπαίνουν σε μια διαδικασία έκθεσης σε όλο αυτό και τείνουν να ταυτίζουν τους εαυτούς τους με τα γεγονότα ή με δικές τους εμπειρίες. Οπότε αυτή η κατάσταση λίγο δεν βοηθάει, γιατί ουσιαστικά μπαίνουμε σε μια στρεσογόνα κατάσταση που αυτή τη στιγμή όμως πραγματικά δεν είναι δικιά μας. Και εκεί θα πρέπει να προσπαθήσουμε, να μείνουμε λίγο μακριά και να περιορίσουμε την έκθεσή μας από τις επαναλαμβανόμενες ειδήσεις που αφορούν αυτά τα γεγονότα. Θα πρέπει να προσπαθούμε να μην ταυτιστούμε με αυτές τις συνθήκες, καθότι η ταύτιση με αυτά αυξάνει το άγχος και μειώνει τη συναισθηματική μας επάρκειά μας σαν γονείς, και φυσικά επηρεάζει τη λειτουργικότητά μας. Είναι πολύ φυσιολογικό να γίνονται ταυτίσεις και προσομοιώσεις νοητικές πιθανής επικινδυνότητας, αλλά είναι εξαιρετικά σημαντικό να μπορέσουμε συνειδητά να μην μπούμε σε αυτή τη διαδικασία, γιατί ουσιαστικά δίνουμε παραπάνω στρες στον εαυτό μας αυτή τη στιγμή. Και ήδη έχουμε δει πάρα πολλά. Είναι ήδη επιβαρυμένη η κατάσταση.
Σε ό,τι αφορά τα νέα παιδιά, πώς διαχειρίζονται ψυχολογικά την απώλεια κάποιων φίλων τους ξαφνικά;
Β.Κ. Αυτά τα τραυματικά γεγονότα της ζωής βιώνονται πολύ πιο έντονα στα νέα άτομα. Είναι απόλυτα φυσιολογικό αυτό να το περιμένουμε, γιατί αλλάζει τελείως την προοπτική τους για το μέλλον. Αλλάζει τον τρόπο που βλέπουν τη ζωή και πώς βλέπουν το μέλλον τους,. Επηρεάζουν την εμπιστοσύνη τους στην κοινωνία, επηρεάζουν την εμπιστοσύνη τους στους ενήλικες, επηρεάζουν όμως και τον τρόπο που οι ίδιοι θα στοχεύσουν στο μέλλον. Τα νέα άτομα πιθανά να εκφράσουν αυτές τις αντιδράσεις με πολύ περισσότερο θυμό από ότι μεγαλύτερα άτομα, να έχουν έντονη αντίδραση ως απόκριση στα γεγονότα και βέβαια όμως επειδή μιλάμε για άτομα τα οποία βρίσκονται σε μια αναπτυξιακή φάση, ενδεχομένως να τα επηρεάσει αρνητικά σε σχέση με το μέλλον τους. Μπορεί όμως να τους δημιουργήσει και αγχώδεις αντιδράσεις αλλά και συναισθηματική δυσφορία. Από την άλλη πλευρά, όμως, τα νέα αυτά άτομα έχουν περισσότερους προσαρμοστικούς μηχανισμούς, οπότε και μεγαλύτερη ευελιξία στον τρόπο σκέψης, οπότε μπορεί και να προσαρμόζονται πιο καλά. σε σχέση με ένα μεγαλύτερο άτομο σε αυτές τις συνθήκες.
Ν.Ν. Ίσως μπορεί να είναι και περισσότερο λίγο αισιόδοξοι οι νέοι άνθρωποι και λόγω της ιδιοσυγκρασίας τους;
Β.Κ. Ναι, βέβαια η ιδιοσυγκρασία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Δηλαδή ένα άτομο το οποίο ήδη έχει κάποια αγχώδη καταθλιπτικά συμπτώματα, βλέποντας τέτοιου είδους νέα, τέτοιους τραγικές ειδήσεις, επηρεάζει τον τρόπο που βλέπει το μέλλον. Επηρεάζει και τον τρόπο που αντιδρά στο παρόν.
Όλα αυτά τα γεγονότα, τα απρόσμενα γεγονότα όπου χάνονται άνθρωποι, μας πάνε τους ανθρώπους να εστιάσουμε πιο πολύ στο φόβο ή τον θάνατο;
Κοιτάξτε ο φόβος για το θάνατο είναι κάτι που όλοι οι άνθρωποι τον έχουμε. Είναι μια φυσική διαδικασία που μας κάνει να προστατεύουμε τους εαυτούς μας για να μπορέσουμε να είμαστε καλά. Όμως αν μπορούμε να εστιάσουμε το φόβο και το θάνατο σαν ένα σύμπτωμα από τέτοια γεγονότα, είναι πολύ πιθανό ότι αυτό συνοδεύει και κάποια καταθλιπτικά συμπτώματα. Εάν λοιπόν αυτός ο φόβος για το θάνατο έχει προκληθεί από ένα τραυματικό βίωμα, τότε τα άτομα τείνουν να εμφανίζουν και διαταραχή μετατραυματικού στρες, η οποία ουσιαστικά τους κάνει να ξαναζούν και να επαναβιώνουν ασυνείδητα την τραυματική εμπειρία ξανά και ξανά, παρότι ο κίνδυνος μπορεί να έχει περάσει. Είναι επίσης οι άνθρωποι αυτοί πολύ σύνηθες να βιώνουν και άγχος και κατάθλιψη και επίσης μέσα από τις τραυματικές αυτές συνθήκες να βιώνονται και πολύ έντονες κρίσεις πανικού.
Όλα αυτά μας οδηγούν στην κατάθλιψη κυρία Κουμαντάκη;
Δεν μπορούμε να δηλώσουμε οπωσδήποτε ότι αυτό είναι μια σχέση αιτίας αιτιατού. Είμαστε ξεχωριστοί. Κάθε άνθρωπος έχει τους δικούς του μηχανισμούς. Κάποιοι άνθρωποι που έχουν ίσως συμβουλέψει τον εαυτό τους ή μπορεί να έχουν βρει τρόπους και στρατηγικές και μηχανισμούς αντιμετώπισης, μπορούν να πάνε καλύτερα σε αυτές τις συνθήκες και να αντιμετωπίσουν τα πράγματα λίγο καλύτερα.
Ν.Ν. Σε ό,τι αφορά στους γιατρούς κυρία Κουμαντάκη, οι οποίοι είναι οι πρώτοι που θα αντιμετωπίσουν για παράδειγμα κάποιους τραυματίες όπως στο δυστύχημα που έγινε τώρα στα Τέμπη και οι οποίοι προσπαθούν να μην ταυτιστούν. Ωστόσο πώς μέσα τους διαχειρίζονται το ανθρώπινο κομμάτι; Απ’ τη μια προσπαθούν να μην ταυτιστούν, από την άλλη είναι κάποια γεγονότα τα οποία είναι λίγο σοκαριστικά. Πώς το διαχειρίζονται;
Β.Κ. Εδώ θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι στους επαγγελματίες υγείας λειτουργεί ως μηχανισμός επιβίωσης και ανάληψης δράσης και αυτή είναι η κινητήριος δύναμη για τους επαγγελματίες υγείας. Στο σημείο αυτό όμως, αν ρωτάγαμε ένα γιατρό ή νοσηλευτή πώς έχει επηρεαστεί, θα λέγαμε ότι απλά είναι η δουλειά τους και ότι απλά κάνουν τη δουλειά τους. Δεν θα μιλάγανε εύκολα για τον εαυτό τους. Είναι ο επαγγελματικός τους ρόλος που τους κρατάει ενεργούς. Όμως εδώ πραγματικά πιστεύω ότι χρειάζονται ψυχολογική υποστήριξη, χρειάζονται την πρόληψη του ψυχολογικού τραύματος και φυσικά οι γιατροί και οι νοσηλευτές δεν αποτελούν εξαίρεση. Γιατί εκείνοι είναι στην πρώτη γραμμή και αντιμετωπίζουν τα πράγματα από την πρώτη στιγμή. Σε σχέση τώρα με αυτό το κομμάτι, μια πρόσφατη έρευνα η οποία έγινε σε σχέση με το πώς θα αντιμετωπίσουν νέοι γιατροί και οι νοσηλευτές και όλο το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό τη συνθήκη με τον κορωνοϊό, φάνηκε ότι ενώ η κατάθλιψη στον γενικό πληθυσμό έχει ένα ποσοστό 4%, μετά τον κορωνοϊό, οι γιατροί και οι υγειονομικοί ανέπτυξαν το ποσοστό της κατάθλιψης, αλλά και των αγχωδών διαταραχών, αλλά και του μετατραυματικού στρες σε πολλές περιπτώσεις πάνω από 25%. Που σημαίνει λοιπόν, καταλαβαίνουμε ότι αν στο γενικό πληθυσμό είναι 4 και οι γιατροί εμφανίζουν πάνω από 21% αυτού του είδους τα συμπτώματα, σημαίνει ότι δέχονται πολύ μεγάλη επιβάρυνση, ακόμη και αν δεν είναι κάτι που επικοινωνείται.
Άρα, κυρία Κουμαντάκη, όλοι οι άνθρωποι θα πρέπει να ζητάμε τη βοήθεια ενός εξειδικευμένου ψυχολόγου στις περιπτώσεις που έχει κανείς να αντιμετωπίσει μια απρόσμενη απώλεια ζωής, που είναι και πιο σοκαριστικό από το να το περιμένει κανείς;
Ναι. Να σας εξηγήσω λίγο τι γίνεται. Εδώ θα πρέπει με κάποιον τρόπο να μπορούμε να καταλάβουμε τα συμπτώματα. Δηλαδή αν οι άνθρωποι μετά από τέτοια γεγονότα εμφανίζουν έντονα ψυχοσωματικά συμπτώματα, συναισθηματικά συμπτώματα, γνωστικά συμπτώματα, όπως είναι η γνωστική έκπτωση, αλλά και η αναβίωση του τραύματος, αυτά είναι λοιπόν ενδείξεις ότι υπάρχει διαταραχή μετατραυματικού στρες και πιθανά υπάρχει και ψυχολογικό τραύμα. Εάν λοιπόν υπάρχουν αυτά τα συμπτώματα, βεβαίως, είναι καλό να αντιμετωπίζονται από εξειδικευμένους ειδικούς, οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί σε αυτού του είδους τις παρεμβάσεις, γιατί είναι πολύ αποτελεσματικές, είναι εστιασμένες και έχουν χαμηλές υποτροπές.
Δηλαδή τι εννοείτε όταν λέτε εξειδικευμένος ψυχολόγος; Εννοείτε να είναι εξειδικευμένος στη θεραπεία του τραύματος; Για να το κάνουμε λίγο συγκεκριμένο για να το καταλάβουμε όλοι μας.
Αυτό ακριβώς εννοώ, υπάρχει εξειδίκευση η οποία τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο πιο διαδεδομένη, ψυχολόγοι οι οποίοι έχουν εξειδικευτεί στη θεραπεία του τραύματος του ψυχολογικού. Οπότε υπάρχουν κάποιες μέθοδοι και κάποιες θεραπευτικές προσεγγίσεις, οι οποίες εστιάζουν πάνω στο τραύμα και έχουν και πάρα πολύ καλή ανταπόκριση. Μπορώ να σας αναφέρω κάποιες εξατομικευμένες θεραπείες.
Άρα κυρία Κουμαντάκη και να υπογραμμίσω εδώ ότι όταν χρειαζόμαστε κάποιον ψυχολόγο θα πρέπει ανάλογα και το θέμα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε να επιλέγουμε και τον εξειδικευμένο. Επιμένω λίγο σε αυτό διότι είναι μια πληροφορία που δεν είναι πολύ γνωστή στο ευρύ κοινό και καμιά φορά βλέπουμε, συναντάμε κάποιους ψυχολόγους που δεν μπορούν να βοηθήσουν. Άρα στην απώλεια, στην απρόσμενη απώλεια ή σε τέτοιου τύπου τραύματα, η εξειδίκευση του ψυχολόγου θα πρέπει να είναι πάνω και μόνο στο τραύμα, σωστά;
Θα ήταν καλό. Αν εφόσον λοιπόν έχει διαγνωστεί από κάποιον εξειδικευμένο ειδικό ψυχικής υγείας ή από ψυχίατρο ή από κλινικό ψυχολόγο ότι υπάρχει διαταραχή μετατραυματικού στρες, σαφώς θα πρέπει να μιλήσουμε με κάποιον εξειδικευμένο ψυχολόγο στη θεραπεία κατάγματος.
Κυρία Κουμαντάκη, κλείνοντας, ήθελα αν μπορείτε να μας δώσετε κάποιες πρακτικές συμβουλές. Πώς μπορεί ο κάθε άνθρωπος μόνος του να χρησιμοποιεί κάποια κάποιες μεθόδους για να μπορεί να νιώθει έτσι μια ασφάλεια με τον εαυτό του, την ώρα που έχει άγχος, είναι στεναχωρημένος. Μπορείτε να μας πείτε κάποιες συμβουλές;
Ναι, βεβαίως. Μια πρώτη τακτική, η οποία θα πρέπει με κάποιο τρόπο να ακολουθήσουμε είναι θα πρέπει να περιορίσουμε αρχικά την έκθεσή μας στις ειδήσεις και στα συνεχόμενα βίντεο που αφορούν τραυματικά γεγονότα. Αυτό είναι κάτι που αρχικά θα πρέπει να περιορίσουμε την πληροφορία την οποία παίρνουμε καθότι είναι επαναλαμβανόμενη και με αυτό τον τρόπο κάθε φορά μας δημιουργεί αναβιώσεις του τραυματικού γεγονότος. Θα πρέπει εκ των υστέρων να σκεφτούμε με ποιον τρόπο διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά μας. Είναι πολύ φυσιολογικό να υπάρχει έντονος θυμός. Είναι πολύ φυσιολογικό να υπάρχει ευσυγκινησία. Πρέπει λοιπόν να ανοίγουμε τα συναισθήματά μας, να μοιραζόμαστε τις σκέψεις μας και τα συναισθήματα με τους άλλους. Είναι μια φυσιολογική διαδικασία. Δεν πρέπει να ενοχοποιούμε τον εαυτό μας για τα συναισθήματα που μπορεί να έχουμε. Επίσης, αν κάποιος συνάνθρωπός μας, αν κάποιος κοντινός μας πάσχει από κάποια από αυτά τα συμπτώματα τον κινητοποιούμε να μιλήσει και να εκφραστεί. Η σιωπή και το κλείσιμο στον εαυτό μας σε αυτές τις περιπτώσεις, ειδικά στις περιπτώσεις του πένθους, δεν βοηθάει, καθώς επιδεινώνει τη συμπτωματολογία αλλά και τη βαρύτητα των σκέψεων και των συναισθημάτων μας. Πολλές φορές μπορεί να χρησιμοποιήσουμε και άλλους τρόπους έκφρασης που μπορούν να εκτονώσουν τα συναισθήματά μας. Μπορούμε για παράδειγμα, να εστιάσουμε στο σώμα μας, να εστιάσουμε στην αναπνοή μας, να κάνουμε ασκήσεις που χαλαρώνουν το σώμα και το μυαλό. Να σκεφτόμαστε αγαπημένα πρόσωπα, αγαπημένες στιγμές, το αγαπημένου μας μέρος, να μη φοβηθούμε να εκφράσουμε το συναίσθημά μας, να μπορούμε να κλάψουμε, το κλάμα είναι μορφή επικοινωνίας. Είναι εκτόνωση. Πολλές φορές έχουμε κάποιους ανθρώπους οι οποίοι έχουν περισφιγμένο συναίσθημα και δεν εκφράζουν κλάμα, δεν εκφράζουν την ευσυγκινησία. Μέσα και από μια ταινία η οποία είναι συγκινητική, θα ξεμπλοκάρει η διαδικασία του συναισθήματος. Είναι απόλυτα φυσιολογικό να θέλουμε να κλάψουμε. Επίσης, είναι πάρα πολύ σημαντικό να επαναφέρουμε τη ρουτίνα στη ζωή μας, να μπούμε σε μια κανονική διαδικασία, έτσι ώστε να επαναφέρουν τις παλιές μας συνήθειες. Όλα αυτά σταδιακά μπορεί δυνητικά να μας βοηθήσουν προκειμένου να αποκτήσουμε ένα αυξημένο αίσθημα ασφάλειας.
Κυρία Κουμαντάκη, η προσπάθεια να πάρουμε το μυαλό μας από το συγκεκριμένο γεγονός και να σκεφτούμε μια ωραία θάλασσα, κάτι όμορφο, έχει μια άμεση αποτελεσματικότητα στο να μας αλλάξει διάθεση και να βοηθηθούμε;
Προς στιγμή μπορεί να βοηθήσει. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι όταν μιλάμε για θεραπεία τραύματος στα πρώτα στάδια, ουσιαστικά δημιουργούμε μια σταθεροποίηση του θεραπευόμενου στο εδώ και τώρα. Άρα θέλω να σας πω ότι μέσα από τις διαδικασίες, τις ειδικές ψυχοθεραπευτικές εκπαιδεύουμε, είναι μια ψυχοεκπαίδευση, μαθαίνουμε το θεραπευόμενο να αισθάνεται ασφαλής στο εδώ και το τώρα. Δεν είναι κάτι που απλά το κάνουμε στην ψυχοθεραπεία. Είναι κάτι που το παίρνει σπίτι του και το κάνει. Το επαναλαμβάνω, άρα μαθαίνει να σταθεροποιεί τον εαυτό του σε αυτές τις συνθήκες. Όχι μόνο για τα συμβάντα τα οποία έχει έρθει τώρα σε μας, αλλά και για το μέλλον, είναι μια επένδυση που κάνει στον εαυτό του.
Είναι σημαντικό κυρία Κουμαντάκη, γιατί όλοι πιάνουμε τον εαυτό μας, ας πούμε και στο γραφείο αν κάποιος εκνευριστεί από κάτι, έχω παρατηρήσει ο αναπνοές είναι βοηθητικές. Όλα αυτά κυρία Κουμαντάκη μας τα μαθαίνει κάποιος ειδικός, τις ασκήσεις σε όλες αυτές μας μαθαίνει ο ψυχολόγος σας πούμε; Πού θα απευθυνθούμε να τις μάθουμε;
Βεβαίως, ο ψυχολόγος και διάφορες άλλες ειδικότητες που ασχολούνται με τον τομέα της ψυχικής υγείας. Μπορεί να έχουν κάποιες ειδικές τεχνικές οι οποίες εκπαιδεύουν στους θεραπευόμενους για να μπορέσουν να μένουν σταθεροποιημένοι, να μάθουν να ελέγχουν αυτούς τους μηχανισμούς που είπαμε πριν. Την φυγή, την πάλη αλλά και την αποσύνδεση. Να μάθουν να συνειδητοποιούν τι συμβαίνει στο σώμα τους, αλλά και στον εγκέφαλό τους, αφού μπορούμε να μάθουμε να σταθεροποιούμε τον εαυτό μας. Έχουμε φυσικούς μηχανισμούς άμυνας που μπορούμε να σταθεροποιήσουμε τον εαυτό μας σε πάρα πολλές καταστάσεις. Είναι κρίμα να μην τις χρησιμοποιούμε.
N.N Πλέον ο σύγχρονος άνθρωπος κυρία Κουμαντάκη χρειάζεται να έχει αυτά τα λίγα εργαλεία στο μυαλό του για να μπορεί να αντιμετωπίζει και τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Να αποφεύγουμε να βγαίνουμε εκτός εαυτού, να τσακωνόμαστε με τους άλλους ανθρώπους, είναι πολύ σημαντικά. Να σας ευχαριστήσω πάρα πολύ για τις σημαντικές αυτές πληροφορίες και την πολύ όμορφη συζήτηση που κάναμε κυρία Κουμαντάκη, να είσαστε καλά.