Για τα εξαντλητικά ωράρια και τις συνεχόμενες εφημερίες που συχνά οδηγούν τους γιατρούς των δημόσιων νοσοκομείων σε υπερκόπωση αλλά και για τις ελλείψεις σε παθολόγους καθώς και τις χαμηλές αμοιβές, μίλησε στην Νικολέτα Ντάμπου και στην εκπομπή Opinion Health του www.healthweb.gr o Παναγιώτης Χαλβατσιώτης- Αν. Καθηγητής Παθολογίας και Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Επαγγελματικής Ένωσης Παθολόγων.
Σύμφωνα με τον κύριο Χαλβατσιώτη, «Ο απόλυτος αριθμός των παθολόγων δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί τα τελευταία χρόνια. Ο λόγος είναι ότι οι συνταξιοδοτήσεις αυξήθηκαν και οι νέοι γιατροί δεν μπήκαν (στο ΕΣΥ). Δεν υπάρχουν κιόλας, γιατί φεύγουν στο εξωτερικό. Το αποτέλεσμα όμως όλης αυτής της δυναμικής είναι ότι στον δημόσιο τομέα, είτε μιλάμε για τα νοσοκομεία είτε μιλάμε για την πρωτοβάθμια, δεν υπάρχουν παθολόγοι. Πλέον είναι είδος εν ανεπαρκεία. Ακόμα χειρότερα, δεν υπάρχουν νέοι γιατροί οι οποίοι να επιθυμούν να γίνουν παθολόγοι, δηλαδή να ενταχθούν σε παθολογικές κλινικές και να εκπαιδευτούν στην παθολογία. Άρα λοιπόν και το παρόν είναι αβέβαιο και ακόμα χειρότερο είναι το εγγύς μέλλον.»
Βοήθησε την κατάσταση η αναβολή των συνταξιοδοτήσεων; «Οι παρατάσεις και η μη έξοδος στη σύνταξη, που είναι θέμα εκούσιο για όσους συναδέλφους θέλουν, ήταν μια αναγκαιότητα, ακριβώς επειδή προέκυψε το πρόβλημα της έλλειψης παθολόγων. Είχαμε το πρόβλημα της πανδημίας και μην ξεχνάμε ότι την επιβάρυνση της πανδημίας τη χρεώθηκε ο παθολόγος. Γι’ αυτό και πολλοί συνάδελφοι φτάσαμε στα όρια κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πολλοί αρρώστησαν, χάσαμε και πολλούς από αυτούς, γιατί ήταν στην πρώτη γραμμή, είτε στη φάση των επειγόντων είτε στη νοσηλεία των ασθενών με τις δυσμενέστερες συνθήκες. Οι υπόλοιπες ειδικότητες συνέδραμαν το έργο των παθολόγων. Επίσης επειδή τα τελευταία χρόνια δεν έχει γίνει κατά κάποιον τρόπο η ανανέωση του αριθμού των γιατρών του ΕΣΥ στην Παθολογία, λογικό είναι να υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα ηλικιακό. Λίγοι οι νέοι και οι γιατροί πολύ μεγάλης ηλικίας αντί να ανταμειφθούν με οποιονδήποτε τρόπο ή να τους εκμεταλλευτούμε για τη μεγάλη τους εμπειρία, είτε στο διδακτικό τομέα, είτε στον κλινικό τομέα, τελικά τους «εκμεταλλευόμαστε» να κάνουν δουλειά νέου γιατρού, με όποιους κινδύνους έχει αυτό στην υγεία τους, όπως το βιώσαμε τον τελευταίο καιρό με τους συναδέλφους.
Ακόμη και στα 70 έτη ένας παθολόγος μπαίνει σε καθημερινές κλινικές δραστηριότητες, αλλά ξέρετε εμείς οι γιατροί είμαστε λίγο δέσμιοι του συναισθήματός μας. Δεν μπορούμε να μην προσφέρουμε στον ασθενή μας, γιατί τα χρήματα είναι πολύ λίγα για να χαρακτηριστεί επάγγελμα. Είναι λοιπόν ένα λειτούργημα και πολλοί συνάδελφοι νιώθουν ότι έχουν ακόμα τη δυνατότητα και την ικανότητα να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον ασθενή, αλλά και να εκπαιδεύουν τις νεότερες γενιές. Γι’ αυτό βλέπετε το φαινόμενο αυτό να προτιμούν να μην πάνε στο σπίτι τους και εφόσον τους δίνεται η δυνατότητα αυτή, να κάθονται περισσότερο γιατί καταλαβαίνουν τις ανάγκες και θέλουν να συμπαρασταθούν στους συναδέλφους τους.»
Πόσοι παθολόγοι έχουν αποχωρήσει από το ΕΣΥ; «15.000 Παθολόγοι έχουν αποχωρήσει από τα δημόσια νοσοκομεία, αλλά το νούμερο αυτό είναι δυναμικό. Ξέρουμε ότι τα νοσοκομεία αυτή τη στιγμή πάσχουν από παθολόγους. Η Πολιτεία οδηγείται σε μετακινήσεις ακόμα και πολλών χιλιομέτρων συναδέλφων που έχουν εκλεγεί σε άλλη πόλη, έχουν την οικογένειά τους και θα πρέπει να μετακινηθούν σε μια διαφορετική 100 χιλιόμετρα είτε για να κάνουν εφημερίες είτε για να καλύψουν το κενό, άρα σημαίνει ότι υπάρχει έλλειψη παθολόγων. Βλέπετε στο θεσμό του προσωπικού γιατρού υπάρχει έλλειψη παθολόγων. Τέλος από την άλλη μεριά, οι λίστες αναμονής για να ξεκινήσουν την ειδικότητα της παθολογίας είναι κενές. Να σας πω ότι στη Ρουμανία, η οποία είναι μια χώρα οικονομικά ας το πούμε ίδια ή ίσως και ασθενέστερη από εμάς λόγω της γρήγορης αλλαγής του κοινωνικοπολιτικού της συστήματος, τριπλασίασε τους μισθούς όλων των γιατρών για να παραμείνουν οι γιατροί στη χώρα και να μην φύγουν στο εξωτερικό. Άρα λοιπόν δεν αρκούμαστε σε αυξήσεις της τάξης του 5 ή 10% για να μπορούμε να επιβιώσουμε. Κι αν είσαι ένας νέος, ο οποίος εκτός από την οικονομική σου υπόσταση σε ενδιαφέρει να έχεις και μια εξέλιξη και μια καριέρα και όχι να αναλωθείς σε μια ρουτίνα βαριάς εκπαίδευσης ή κλινικής πράξης για πολλά χρόνια χωρίς να βρίσκεις να τον κατάλληλο, είτε τον ανάλογο τρόπο ανταποδοτικότητας των γνώσεών σου, θα οδηγηθείς μαθηματικά στο εξωτερικό, γιατί εκεί υπάρχουν αυτές οι δεσμεύσεις. Δεν μπορεί ο ειδικευόμενος στην Ελλάδα να εφημερεύει 8 εικοσιτετράωρα το μήνα, που σημαίνει στην πραγματικότητα 2 φορές την εβδομάδα και άλλες 2 μέρες να θέλεις να έρθεις στα ίσια σου. Οπότε στην πραγματικότητα είσαι πάρα πολλές μέρες εκτός από τα παιδιά σου, από την οικογένειά σου ή την προσωπική σου ζωή, από το διάβασμά σου, ενώ στο εξωτερικό είναι 4. Άρα λοιπόν θα πρέπει με κάποιον τρόπο, εκτός από τις οικονομικές απολαβές, να δούμε και το περιβάλλον, το οποίο είναι λίγο σύνθετο, να γίνει κατά κάποιο τρόπο ελκυστικό για τους γιατρούς και ιδιαίτερα για την Παθολογία που είναι η μητέρα των ειδικοτήτων. Όλα τα νοσοκομεία, όλες οι ειδικότητες στον Παθολόγο στηρίζονται. Όλα τα πιο βαριά περιστατικά ο παθολόγος τα αναλαμβάνει και ζητάει την συνδρομή των άλλων ειδικοτήτων. Άρα λοιπόν αυτός θα πρέπει να βοηθηθεί σημαντικά για την επόμενη ημέρα. Γιατί τελικά όλα αυτά τα μέτρα θα στοχεύσουν να έχει καλύτερη προσφορά υγείας ο ασθενής, ο οποίος θα πηγαίνει στο δημόσιο σύστημα υγείας.»
Πόσο διαφορετικός είναι ο ιδιωτικός τομέας σε σχέση με τον δημόσιο για τους γιατρούς; «Οι συνθήκες εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, στα ιδιωτικά νοσοκομεία είναι καλύτερες για τους γιατρούς σε σχέση με τα δημόσια νοσοκομεία, γιατί καταρχήν τα ιδιωτικά θεραπευτήρια δεν δέχονται το βάρος της εφημερίας που έχουν τα δημόσια. Αυτή η «κόλαση» που δεν είναι μόνο οι άσχημες συνθήκες για τους προσερχόμενους ασθενείς που περιμένουν να εξεταστούν πάρα πολλές ώρες σε συνθήκες ακατάλληλες. Φανταστείτε και τους εργαζομένους, είτε είναι γιατροί είτε νοσηλευτές να είναι 5-6 άτομα στη βάρδια, νέοι και μεγαλύτεροι γιατροί και να έχουν να δουν ας πούμε στο Αττικό 1000 άτομα μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο. Οι απολαβές είναι μεγαλύτερες στα ιδιωτικά, γιατί υπάρχουν έμμεσα και άμεσα οφέλη, είτε ποσοστά επί των πράξεων είτε ποσοστά επί των εξετάσεων. Τα ωράρια δεν είναι τόσο υποχρεωτικά, άρα έχει ο γιατρός εκτός από το νοσοκομείο που δουλεύει και το ιδιωτικό του ιατρείο.
Αν κάποιος εξαντλείται στην καθημερινότητα της Κλινικής Πράξης, δεν μπορεί να εκπαιδευτεί, δεν έχει τη δυνατότητα, δεν έχει τα κουράγια. Άρα λοιπόν, αν θέλουμε να προοδεύσουμε και κάθε νοσοκομείο να μην είναι καλό απλά και μόνο γιατί δεν έχει ράντζα ή απλά και μόνο γιατί έχει πολύ καλούς γιατρούς από το παρελθόν, θα πρέπει να κοιτάει και στο μέλλον. Το μέλλον σχεδιάζεται και φτιάχνεται όταν ενισχύεται το δυναμικό του, όταν δίνει τη δυνατότητα στο προσωπικό του να εκφραστεί. Και για να εκφραστεί, δεν πρέπει να το εξαντλήσεις, δεν πρέπει να το μειώσεις. Είναι θέματα τα οποία δεν τα συζητάμε σήμερα, ίσως γιατί πονάνε. Κοιτάμε απλά τα ράντζα, κοιτάμε απλά το χρόνο αναμονής στα επείγοντα. Αλλά το νοσοκομείο είναι η δημόσια υγεία.»
Για τις πολύωρες αναμονές, ο κ. Χαλβατσιώτης τόνισε πως: «Ο γιατρός εκείνες τις 8 ώρες που περιμένετε εσείς δεν κάθεται. Βλέπει κάποιους άλλους ασθενείς. Εξαντλείται και πόσο ικανός είναι να δώσει τόσο καλή ιατρική φροντίδα σε όλους όταν είναι σε φάση οριακή; Κάποια στιγμή κινδυνεύει και η ίδια η ζωή του. Τα νεότερα παιδιά βλέποντας αυτές τις σκληρές συνθήκες εργασίας στις κακά αμειβόμενες θέσεις, προφανώς θα αποφύγουν και την Παθολογία και την Ελλάδα γενικότερα.»
Γιατί η Παθολογία θεωρείται η μητέρα των ειδικοτήτων; «Η εξειδίκευση ακόμα και στον ελληνικό χώρο αμείβεται διαφορετικά, γιατί γίνεται μια συγκεκριμένη ιατρική πράξη. Αλλά αυτός που ουσιαστικά παρακολουθεί τον ασθενή, δηλαδή προτείνει τον ειδικό ή ακολουθεί μετά τον ειδικό και φροντίζει την υγεία ολιστικά στην Ιπποκρατική Ιατρική είναι ο παθολόγος. Αν ξεμείνουμε από παθολόγους, τι να τους κάνουμε τους ειδικούς; Εάν φύγουν οι παρατασιακοί, αν δεν γίνονται μετακινήσεις είτε εντός του λεκανοπεδίου είτε σε άλλες περιοχές, εάν τελειώσουν και αυτοί που κάνουν τώρα ειδικότητα και δεν έρθουν καινούργιοι, μπορεί σήμερα να πούμε ότι έχουμε κάποια σχετική επάρκεια, αλλά για πόσο θα κρατήσει αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα;
Τι συμβαίνει με τις λίστες αναμονής; «Όσον αφορά τους ειδικευόμενους πέραν μερικών κλινικών που είναι λίγο ονομαστές και προσελκύουν συναδέλφους, στα περισσότερα νοσοκομεία οι λίστες αναμονής είναι κενές. Δεν υπάρχουν παθολόγοι να αναμένουν να δώσουν, να γίνουν νέοι παθολόγοι και αυτό είναι το δυσοίωνο. Στην επαρχία πολλές κλινικές δεν έχουν παθολόγους. Πέρα από τους μεγαλύτερους που θα μπορούσαν να έχουν εμπειρία στο να διοικήσουν παθολογικά τμήματα, νέοι παθολόγοι δεν υπάρχουν – εφόσον δεν υπάρχουν ούτε στα αστικά κέντρα.
Εάν οι παθολόγοι οι οποίοι εργάζονται στο Εθνικό Σύστημα Υγείας μπορούσαν να εργάζονται παράλληλα και στον ιδιωτικό τομέα ή να είχαν και ένα δικό τους ιατρείο, αυτό θα έδινε λύση ή θα δημιουργούσε νέα προβλήματα; Ο κ. Χαλβατσιώτης απαντά: «Αυτό έμμεσα πλην σαφώς ισχύει και τώρα. Όταν κάνει απογευματινό ιατρείο στο νοσοκομείο, δουλεύει με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Το να δημιουργήσει και ένα ιατρείο εκτός νοσοκομείου, αυτό σημαίνει θα μπει σε πρόσθετα έξοδα λειτουργίας. Άρα θεωρώ ότι αυτό που δεν έχει ο παθολόγος σήμερα είναι χρόνος για τον εαυτό του, για την εκπαίδευσή του, για την καλύτερη προσφορά ενέργειας, για την οικογένειά του. Από την άλλη μεριά, και αυτός είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει κάποιες ανάγκες και θα πρέπει να καλύψει τις ανάγκες του μέσα από τον μισθό του ή το επιπλέον που θα του δώσει ένα ιατρείο.
Το ιατρείο, είτε είναι στο νοσοκομείο είτε είναι στον ιδιωτικό του χώρο, δεν μπορεί να του καλύψει τις ανάγκες, γιατί θα είναι ένα μέρος των εσόδων του. Το κύριο εισόδημα ενός νοσοκομειακού γιατρού έρχεται από τη μισθοδοσία του και από τις εφημερίες του. Άρα λοιπόν θεωρώ ότι χρειάζεται διπλασιασμός ή και τριπλασιασμός του μισθολογίου του, για να μην μπούμε σε προβλήματα του γιατί έχουμε εξωτερικό ιατρείο και ποιοι έχουν και εμπορευματοποίηση της υγείας. Το δεύτερο κομμάτι είναι να προσληφθεί κόσμος και να οργανωθεί ο Χάρτης Υγείας με αυτό τον τρόπο, ούτως ώστε να υπάρχει η δυνατότητα να έχουμε καλύτερους γιατρούς την επόμενη μέρα.
Όταν θα τους εξαντλούμε στην καθημερινότητά τους και θα κινδυνεύουν να αρρωστήσουν οι ίδιοι, δεν θα έχουμε ποτέ καλύτερους γιατρούς. Υπάρχουν οι υποχρεώσεις που αναλάβαμε και πρέπει να ολοκληρώσουμε στο εγγύς μέλλον της επικαιροποίησης των καινούργιων απαιτήσεων στην εκπαίδευση, στην παθολογία. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να δημιουργήσουμε και καλά εκπαιδευτικά κέντρα και καλούς εκπαιδευτές και βέβαια να έχουμε και καλύτερους εκπαιδευόμενους πιο ευρείας γνώσης. Υπό αυτές τις συνθήκες εργασίας είναι αδύνατον να υιοθετήσουμε όλα αυτά τα μέτρα που είναι ευρωπαϊκές επιταγές. Άρα στο εγγύς μέλλον όλες οι χώρες θα έχουν προοδεύσει και θα προσφέρουν καλύτερες ιατρικές υπηρεσίες και εμείς ακόμη θα πηγαίνουμε με το κάρο.»
Mobbing, ψυχολογική και συναισθηματική βία από Διευθυντές και Προϊσταμένους προς τους γιατρούς
Για το φαινόμενο mobbing, ψυχολογική και συναισθηματική βία από Διευθυντές και Προϊσταμένους προς τους γιατρούς, ο κ. Χαλβατσιώτης επισημαίνει: «Είναι που τρώμε τις σάρκες μας. Αλλού είναι το πρόβλημα και αλλού μεταφέρεται. Ο κόσμος δυσανασχετεί στα επείγοντα και επιτίθεται στους επιστήμονες υγείας, είτε είναι νοσηλευτές είτε είναι γιατροί. Στην πραγματικότητα δεν τους φταίνε αυτοί. Φταίει το σύστημα και η ανεπάρκεια των υπηρεσιών, αλλά την πληρώνουν οι εργαζόμενοι. Αν πάμε πλέον στο εσωτερικό περιβάλλον, σίγουρα όταν έρχεται ένα ιδιαίτερα βαρύ φορτίο να κατανεμηθεί, ο τίτλος του επιστήμονα υγείας δεν δίνει απαραίτητα και ό, τι καλύτερο στα χαρακτηριστικά διοικητικού ή συντονιστικού τύπου.
Ποιος ο ρόλος του παθολόγου στην ΠΦΥ; «Οι παθολόγοι είναι στυλοβάτες της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και μάλιστα ο χαρακτηρισμός του προσωπικού γιατρού δίνει τον γιατρό, ο οποίος θα είναι ο γιατρός του κάθε ατόμου ξεχωριστά. Άλλο είναι το παιδί που θέλει τον παιδίατρό του, άλλο είναι ο ενήλικας που θέλει τον παθολόγο του. Όλο το σύστημα των ειδικών γιατρών ή των εξειδικευμένων θα χρειαστούν και θα απαιτηθεί η συνδρομή τους αν το κρίνει ο παθολόγος. Υπάρχει και ο γενικός γιατρός, που είναι τόσο παθολόγος όσο και παιδίατρος. Γι’ αυτό και ο τίτλος τους είναι οικογενειακός γιατρός, γιατί φροντίζουν όλα τα μέλη της οικογένειας, και το παιδί και τον ενήλικα. Έχουν άλλο χαρακτήρα παροχής υπηρεσιών, ανήκουν και αυτοί στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Σε σχέση με τον Προσωπικό Γιατρό, ο κ. Χαλβατσιώτης ανέφερε: «Το Υπουργείο δίνει κάποια νούμερα, κάποιους ασθενείς οι οποίοι καλύπτονται από τον Προσωπικό Γιατρό. Εγώ θα έλεγα να ρωτήσετε το προσωπικό σας περιβάλλον, πόσοι είναι αυτοί οι οποίοι μπορούν να πάνε στο γιατρό τους τον προσωπικό, να κλείσουν ένα ραντεβού, να τους συνταγογραφήσει χωρίς να πληρώσουν κάτι και να τους κλείσει ραντεβού αν θέλουν με κάποιον ειδικό γιατρό. Δε νομίζω τελικά ότι πέρα από κάποιες συνταγογραφήσεις αυτό το σύστημα έχει δουλέψει στην Ελλάδα. Δουλεύει ίσως σε κάποιο βαθμό, αλλά δεν νομίζω ότι είναι αυτό το οποίο περιμένει ο κόσμος και αυτό το οποίο δικαιούμαστε σαν πολίτες και όχι σαν επιστήμονες υγείας.
Ο κ. Χαλβατσιώτης μοιράστηκε μια εμπειρία του από τις ΗΠΑ που δείχνει την τεράστια διαφορά ανάμεσα στα συστήματα υγείας των δύο χωρών: «Όταν έκανα την ειδικότητά μου στις Ηνωμένες Πολιτείες και συνηθισμένος από το ελληνικό περιβάλλον, έτυχε κάποιον γιατρό να τον καλέσουν από την Ομάδα μας να κάνει μια ομιλία στο περίφημο Stanford, προσφέρθηκα να καλύψω τα κενά των ασθενών τους στο εξωτερικό ιατρείο. Τότε με επέπληξε ο διευθυντής μου λέγοντας μου ότι ο κάθε ασθενής έχει δικαίωμα των 45 λεπτών και δεν μπορείς να το στερήσεις αν θέλεις εσύ να πιέσεις τους χρόνους ούτως ώστε να καλύψεις και τας ανάγκες των δικών του ασθενή και του συναδέλφου, ο οποίος έφυγε. Αυτό το πράγμα δεν το έχω ακούσει ποτέ στην Ελλάδα. Ίσα ίσα, έχω ακούσει το εντελώς ανάποδο από τους Διευθυντές μου.»
Τι συμβαίνει με τα Κέντρα Υγείας σήμερα; «Στα κέντρα υγείας υπάρχουν γενικοί γιατροί, αν υπάρχουν και δεν τους έχει απορροφήσει το νοσοκομείο στο οποίο ανήκουν. Υπάρχουν επίσης οι λεγόμενοι αγροτικοί γιατροί. Τα κέντρα υγείας είναι αναγκαιότητα να υπάρχουν, ιδιαίτερα στις επαρχιακές περιοχές, διότι είναι ο πρώτος σταθμός βοηθείας αν συμβεί κάποιο έκτακτο περιστατικό και μετά να φιλτραριστεί πριν φτάσει στο νοσοκομείο, αλλά να έχει πάρει τις πρώτες βοήθειες. Είναι αναγκαιότητα να υπάρχουν όπως και μέσα στην πόλη. Γιατί να πάνε όλοι στο νοσοκομείο όταν ο έλεγχος μιας λοίμωξης αναπνευστικού μπορεί να γίνει σε ένα πολυϊατρείο σε φάση εφημερίας, για να μπορεί να πάει και το απόγευμα κάποιος, να πάει επειγόντως να εξεταστεί εκεί με μια μικρή αναμονή. Έτσι και τα νοσοκομεία θα αποφορτίζονταν και ταυτόχρονα οι υπηρεσίες οι αποκεντρωμένες θα μπορούσαν να αποκτήσουν μια ιδιαίτερη δυναμική.»
Τέλος, ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Επαγγελματικής Ένωσης Παθολόγων, ο κ. Χαλβατσιώτης επεσήμανε τα επόμενα βήματα της Ένωσης: «Καταρχήν έμμεσα θέλουμε τη συνεργασία και την συζήτηση με όλους τους θεσμικούς παράγοντες και με το Υπουργείο, ούτως ώστε να εκφράσουμε τις απόψεις μας. Οι παθολόγοι έχουμε έρθει σε επαφή και στο παρελθόν και έχουμε συνεργαστεί με προηγούμενους Υπουργούς Υγείας. Είμαστε εν αναμονή προσκλήσεως. Μας γνωρίζουν και είμαστε σε επαφή με όλους τους παράγοντες εκείνους, είτε είναι ο ΕΟΠΥΥ ή η ΗΔΙΚΑ, για να μεταφέρουμε μικροπροβλήματα που μπορεί να υπάρχουν στην άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος στο επίπεδο του προσωπικού γιατρού. Ταυτόχρονα βγαίνουμε στα ΜΜΕ και γι’ αυτό σας ευχαριστούμε και εσάς σήμερα για να δείξουμε τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και για να μην ειπωθεί απλά ότι ο παθολόγος είναι ένας επαγγελματίας που γκρινιάζει για περισσότερα λεφτά και αν του δώσουμε θα σταματήσει να μιλάει. Δεν είναι έτσι. Είναι ένα γρανάζι από έναν ολόκληρο μηχανισμό που λέγεται δημόσια υγεία και θα πρέπει το γρανάζι αυτό να λειτουργεί σωστά, γιατί δίνει την κίνηση σε πολλούς άλλους. Είναι η μητέρα των ειδικοτήτων ή παθολογία».
Ακολουθήστε το healthweb.gr στο κανάλι μας στο YouTube