Η μελέτη που διεξήχθη από ερευνητές των πανεπιστημίων Ουψάλα και Λουντ στη Σουηδία αποκαλύπτει μια συναρπαστική σχέση μεταξύ των βακτηρίων του εντέρου και της ανάπτυξης στεφανιαίων αθηρωματικών πλακών, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει τη μελλοντική υγεία της καρδιάς και τον κίνδυνο καρδιακών προσβολών.
Βακτήρια του εντέρου
Οι ερευνητές ανέλυσαν τα βακτήρια του εντέρου και καρδιακές εικόνες από σχεδόν 9.000 Σουηδούς ασθενείς ηλικίας 50 έως 65 ετών, οι οποίοι δεν είχαν γνωστή καρδιακή νόσο. Μέσω προηγμένης τεχνολογίας, αλληλουχίας DNA και βελτιωμένων τεχνικών απεικόνισης, κατάφεραν να εντοπίσουν συσχετίσεις μεταξύ συγκεκριμένων βακτηρίων του εντέρου και της παρουσίας αθηρωματικών πλακών στις μικρές αρτηρίες της καρδιάς.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι τα βακτήρια του στόματος, ιδίως εκείνα του γένους Streptococcus, συνδέονταν με αυξημένη εμφάνιση αθηρωματικών πλακών στις μικρές αρτηρίες της καρδιάς, όταν υπήρχαν στη χλωρίδα του εντέρου. Τα βακτήρια του γένους Streptococcus είναι γνωστό ότι προκαλούν λοιμώξεις σε διάφορα μέρη του σώματος, συμπεριλαμβανομένου του λαιμού, του δέρματος και των καρδιακών βαλβίδων. Η κατανόηση του κατά πόσον αυτά τα βακτήρια συμβάλλουν στην ανάπτυξη της αθηροσκλήρωσης είναι ένα ουσιαστικό επόμενο βήμα στην έρευνα.
Δύο είδη, ο Streptococcus anginosus και ο S. oralis subsp. oralis, εμφάνισαν τις ισχυρότερες συσχετίσεις με την ανάπτυξη αθηρωματικών πλακών και συνδέθηκαν με δείκτες φλεγμονής στο αίμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ορισμένα είδη που σχετίζονται με λιπώδεις εναποθέσεις στις αρτηρίες βρέθηκαν να υπάρχουν και στο στόμα.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι ο μεγάλος αριθμός δειγμάτων και τα υψηλής ποιότητας δεδομένα από την καρδιακή απεικόνιση και τη χλωρίδα του εντέρου τους επέτρεψαν να αποκαλύψουν αυτές τις νέες συσχετίσεις. Η ανακάλυψη αυτών των συνδέσμων ρίχνει φως στην περίπλοκη σχέση μεταξύ του ανθρώπινου ξενιστή και της βακτηριακής κοινότητας σε διάφορα μέρη του σώματος.
Η επικεφαλής συγγραφέας Marju Orho-Melander τόνισε την ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης του ρόλου αυτών των στρεπτόκοκκων βακτηρίων στην ανάπτυξη της αθηροσκλήρωσης. Η γνώση αυτή θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε νέες γνώσεις για την πρόληψη και τη διαχείριση της καρδιαγγειακής υγείας.
Καθώς η έρευνα συνεχίζει να διερευνά την πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ των βακτηρίων του εντέρου και της υγείας της καρδιάς, μπορεί να υπάρξουν ευκαιρίες για την ανάπτυξη εξατομικευμένων παρεμβάσεων και θεραπειών που στοχεύουν σε συγκεκριμένα μικρόβια του εντέρου για την προώθηση καλύτερων καρδιαγγειακών αποτελεσμάτων. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης σηματοδοτούν ένα σημαντικό βήμα προς την κατανόηση της σύνδεσης μεταξύ των βακτηρίων του εντέρου και της υγείας των καρδιακών αρτηριών, ανοίγοντας ενδεχομένως το δρόμο για νέα προληπτικά μέτρα κατά των καρδιακών παθήσεων.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ενώ η μελέτη παρουσιάζει σημαντικά ευρήματα, απαιτείται περισσότερη έρευνα για να κατανοηθεί πλήρως ο αντίκτυπος των βακτηρίων του εντέρου στην υγεία της καρδιάς. Παρ’ όλα αυτά, η μελέτη προσφέρει ελπιδοφόρες πληροφορίες για πιθανές μελλοντικές εξελίξεις στην πρόληψη και θεραπεία των καρδιαγγειακών παθήσεων.