Η διεκδικητικότητα αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να εκφράζει τις επιθυμίες και ανάγκες του στο άλλο άτομο, αλλά και να σέβεται τις επιθυμίες και ανάγκες των άλλων. Το να είναι κάποιος διεκδικητικός διαφέρει από το να είναι παθητικός ή επιθετικός. Κάποιος με το παθητικό στυλ έχει τον ρόλο του θεατή, κάνει τα πάντα για τους άλλους, είναι πάντα εκεί για να υποστηρίξει τον άλλο και δεν λέει ποτέ όχι.
Δηλαδή, καταπνίγει τα δικά του θέλω και ανάγκες προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ανάγκες και επιθυμίες των άλλων. Από την άλλη, κάποιος με το επιθετικό στυλ, περνάει τον χρόνο του με το να χειρίζεται τους άλλους προς όφελος δικό του, να κάνει ό,τι θέλει, να γίνεται ανταγωνιστικός και ουσιαστικά να καταπατά τις ανάγκες και τα δικαιώματα των άλλων, προκειμένου να ικανοποιήσει τα δικά του. Με το να είναι κάποιος διεκδικητικός δεν χρειάζεται ούτε να πνίγει τις ανάγκες του αλλά ούτε και να μην σέβεται τα δικαιώματα των άλλων. Έτσι, διεκδικητικότητα σημαίνει να υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου με έναν θετικό, ξεκάθαρο, ευθύ και ειλικρινή τρόπο.
Για παράδειγμα, αν κάποιος είναι θυμωμένος με το αφεντικό του μπορεί να εκφράσει την άποψη του με έναν διπλωματικό, επαγγελματικό και διεκδικητικό τρόπο. Αυτό διαφέρει από το παθητικό και επιθετικό στυλ. Αν κάποιος είναι παθητικός μπορεί να ‘πνίξει’ τα συναισθήματα του και να νιώθει πικραμένος. Κάτι τέτοιο θα μειώσει την αυτοεκτίμηση του και θα αυξήσει τα επίπεδα άγχους. Αν κάποιος είναι επιθετικός μπορεί να τσακωθεί με το αφεντικό του, να τον βρίσει και να απολυθεί. Κάποιος μπορεί να είναι και παθητικοεπιθετικός, να τηλεφωνήσει στην δουλειά και να δηλώσει άρρωστος χωρίς να αναφέρει κάτι στο αφεντικό.
Για ποιο λόγο μερικοί άνθρωποι δεν είναι διεκδικητικοί;
Πολλοί παράγοντες παίζουν ρόλο. Ο πρώτος είναι το στρες. Το εξελικτικό σύνδρομο απάντησης της μάχης ή φυγής μας οδηγεί στο είτε να επιτεθούμε ή να αποφύγουμε τον κίνδυνο. Ο κίνδυνος αφορά την κατάσταση ή την στιγμή που πρέπει να διεκδικήσουμε τις ανάγκες μας. Φυσικά, όταν αναφερόμαστε σε κίνδυνο, εννοούμε τον αντιλαμβανόμενο κίνδυνο, καθώς η διεκδίκηση αναγκών για κάποιους παρερμηνεύεται ως κίνδυνος.
Δεύτερον, το σύστημα αξιών και πεποιθήσεων του ατόμου παίζει ρόλο. Υπάρχουν εγκατεστημένες πεποιθήσεις στο μυαλό των ανθρώπων που τους εμποδίζουν να γίνονται διεκδικητικοί. Για παράδειγμα: ‘Το να είσαι καλός και υποχωρητικός με τους άλλους, σημαίνει ότι θα τα πηγαίνεις καλά μαζί τους’, ‘Δεν έχει σημασία για το αν θα είμαι διεκδικητικός, έτσι κι αλλιώς κανείς δεν θα δώσει σημασία στο πώς θα συμπεριφερθώ’, ‘Ακόμα και αν διεκδικήσω ο άλλος θα νευριάσει και θα με απορρίψει!’.
Είναι λοιπόν σημαντικό κάποιος να είναι ενήμερος των πεποιθήσεων του ώστε να τις αξιολογήσει λογικά και να καταλήξει σε ένα ρεαλιστικό συμπέρασμα για το τι πρέπει τελικά να κάνει και πώς να δράσει στην εκάστοτε περίπτωση. Κάποιοι με χαμηλή αυτοεκτίμηση μπορεί να νιώθουν ανεπαρκείς και να φοβούνται ακόμα και να ακουστεί η φωνή τους, ενώ άλλοι μπορεί να φοβούνται την αντιπαράθεση, το ρήγμα σε μία σχέση, την κριτική ή την απόρριψη.
Τρίτον, ο τρόπος ανατροφής παίζει ρόλο. Για παράδειγμα, σε κάποιες περιοχές οι γυναίκες μεγαλώνουν μαθαίνοντας ότι πρέπει να βάζουν στην άκρη τις ανάγκες και απόψεις τους και να συμφωνούν με τους άλλους χωρίς να δείχνουν κάποιο σημάδι διαφωνίας ή αντιπαράθεσης. Οι άντρες μπορεί να μεγαλώνουν μαθαίνοντας ότι πρέπει να αντιδράς επιθετικά όταν βλέπεις ότι καταπατούνται οι ανάγκες σου ή να είναι εντελώς φοβισμένοι να προκαλέσουν οποιαδήποτε αντίδραση, ιδιαίτερα στις σχέσεις, επαναλαμβάνοντας πιθανόν την συμπεριφορά που είχε και ο πατέρας τους στον γάμο.
Πώς να είναι κάποιος διεκδικητικός;
Η διεκδικητικότητα είναι μια δεξιότητα που θέλει εξάσκηση. Μπορεί να είναι πιο εύκολο βραχυπρόθεσμα να πνίξει κάποιος τα συναισθήματα του ή να επιτεθεί/φωνάξει στον άλλο, αλλά η διεκδικητικότητα είναι η καλύτερη στρατηγική και βραχυπρόθεσμα, αλλά και μακροπρόθεσμα. Εφαρμόζοντας τη, σέβεσαι και τον εαυτό σου αλλά και τους άλλους. Μέσω της διεκδικητικότητας δεν προσπαθούμε να γίνουμε κάποιος άλλος αλλά ούτε και να γίνουμε τέλειοι. Δεν προσπαθούμε να καταπιέσουμε την μοναδικότητα του άλλου αλλά και ούτε να προσποιηθούμε ότι είμαστε τέλειοι. Γινόμαστε απλά ο εαυτός μας.
Κάποιες ιδέες για να ξεκινήσετε να εφαρμόζετε την διεκδικητική συμπεριφορά:
Ξεκινήστε με μικρούς και εύκολους στόχους: Δεν θα θέλατε να ξεκινήσετε να χρησιμοποιείτε μια καινούρια ηλεκτρική μηχανή χωρίς να έχετε διαβάσει πρώτα το βιβλίο οδηγιών για τον απλούστατο λόγο ότι δεν θα καταλαβαίνατε πώς συναρμολογείται αλλά και τί δυνατότητες έχει. Το να ξεκινάτε απροετοίμαστοι, είναι συνταγή για αποτυχία. Ξεκινήστε με το να γίνετε διεκδικητικοί σε ήπιες περιπτώσεις όπως το να ζητήσετε να αλλάξετε θέση με κάποιον στο εστιατόριο ή στο μετρό. Μπορεί να προχωρήσετε μετά και σε πιο δύσκολα θέματα όπως το να μιλήσετε με την σύζυγο σας για θέματα απιστίας.
Μάθετε να λέτε όχι: Μερικοί ανησυχούν ότι να λες όχι είναι εγωιστικό και αγενές. Δεν είναι. Η θέσπιση υγιών ορίων είναι σημαντική για να έχετε υγιείς σχέσεις.
Αφήστε την ενοχή να φύγει: Το να είναι κάποιος διεκδικητικός είναι μερικές φορές αρκετά δύσκολο και σκληρό – ιδιαίτερα αν για όλη του την ζωή ήταν παθητικός ή έτεινε συνεχώς να θυσιάζεται για τους άλλους. Τις πρώτες φορές μπορεί να είναι τρομακτικό. Αλλά θυμηθείτε ότι το να είστε διεκδικητικοί είναι άκρως σημαντικό για την ψυχική αλλά και σωματική υγεία. Μερικές φορές μπορεί να διαιωνίζετε τα ενοχικά συναισθήματα με αρνητικές σκέψεις ή ανησυχίες. Αντικαταστήστε τις αρνητικές σκέψεις όπως ‘Είμαι κακός άνθρωπος που δεν δάνεισα τα λεφτά στον φίλο μου’ με την περισσότερο ρεαλιστική σκέψη ‘Ο στόχος μου είναι να διατηρώ μία οικονομική σταθερότητα και αυτό το διάστημα δεν θέλω να ξοδέψω λεφτά’.
Εκφράστε τις ανάγκες και τα συναισθήματα σας: Μην υποθέτετε ότι οι άλλοι γνωρίζουν αυτόματα το πώς εσύ αισθάνεστε ή το τι έχετε ανάγκη σε κάθε κατάσταση. Πρέπει να τους το πείτε. Γίνετε συγκεκριμένοι, ξεκάθαροι, ειλικρινείς και με σεβασμό στα δικαιώματα του άλλου. Σε μια συζυγική διαφωνία για παράδειγμα, αντί να πείτε: ‘Δεν έχεις ιδέα τι περνάω στην ζωή μου! Έχεις πολύ εγωισμό!’, μπορείτε να πείτε: ‘Αισθάνομαι εξουθενωμένη και χρειάζομαι περισσότερη βοήθεια με τα παιδιά αυτή την περίοδο’.
Επίσης, αυτό που βοηθάει περισσότερο είναι να εκφράζεστε στο πρώτο ενικό πρόσωπο με δηλώσεις του ‘Εγώ’ και όχι με το ‘Εσύ’, διότι το τελευταίο ξεκινάει προς την κατεύθυνση του να κατηγορήσουμε τον άλλον και να δημιουργήσουμε ένα εχθρικό κλίμα. Τέλος, επικεντρωθείτε στο πραγματικό πρόβλημα και την πραγματική σας ανάγκη και όχι σε μικρές καθημερινές αφορμές. Θυμηθείτε ότι δεν είναι απαραίτητο ότι ο άλλος θα αλλάξει ή ότι τα πράγματα πάντα θα πηγαίνουν όπως τα θέλουμε. Χρειάζεται όμως να εκφράζουμε τις ανάγκες μας με έναν ψύχραιμο και εποικοδομητικό τρόπο, κάνοντας στον άλλον ξεκάθαρο του τί είναι αυτό που χρειαζόμαστε.