Γιατί μερικοί άνθρωποι τείνουν να είναι, και τελικά καταλήγουν να είναι, άπιστοι; Πολλοί επιστημονικοί κλάδοι έχουν προσπαθήσει να δώσουν μια εξήγηση, από τη δική τους συστημική άποψη. Στον τομέα της ανθρωπολογίας, οι επιστήμονες τείνουν να πιστεύουν ότι οι άνθρωποι δεν είναι ούτε εντελώς μονογαμικοί ούτε εντελώς πολυγαμικοί.
Σχετικές πληροφορίες μας δίνει ο κ. Αναστάσιος Καλατζής –Ουρολόγος -Ανδρολόγος .
Σύμφωνα με την ανθρωπολόγο Bobbi Low, οι άνθρωποι είναι «ελαφρώς» πολυγαμικοί. Επίσης, η βραβευμένη με Pulitzer δημοσιογράφος και συγγραφέας Deborah Blum χαρακτηρίζει τους ανθρώπους ως «ασαφώς ή αμφιλεγόμενα μονογαμικούς», υποστηρίζοντας ότι, ως κομμάτι της εξελικτικής πορείας μας, εμφανίζουμε την τάση να απομακρυνόμαστε από τις συνήθειες των πολυγαμικών προγόνων μας. Αντίθετα, στο άρθρο του «Απιστία: Είναι η Μονογαμία Απλώς Ένας Μύθος;» ο ζωολόγος και ένας εκ των συγγραφέων του βιβλίου «Ο Μύθος της Μονογαμίας» David Barash και η σύζυγος του, Dr. Judith Eve Lipton μιλούν για μονογαμία και εξέλιξη και καταλήγουν ότι «Όταν μιλούμε για ανθρώπινα πλάσματα, δεν τίθεται απολύτως καμία αμφιβολία ή ερώτηση σχετικά με το εάν η μονογαμία είναι φυσιολογική. Δεν είναι».
Σύμφωνα με την ανθρωπολόγο Helen Fisher, υπάρχει επίσης και μια βιολογική πλευρά στην απιστία. Λέει: «Έχουμε δύο εγκεφαλικά συστήματα: ένα συνδεδεμένο με την αφοσίωση και το ρομαντικό έρωτα, και υπάρχει και το άλλο, το οποίο δεν είναι τίποτε άλλο από αμιγή σεξουαλική ορμή.
Μερικές φορές η σύνδεση ανάμεσα στα δύο αυτά εγκεφαλικά συστήματα είναι προβληματική, κι αυτό επιτρέπει στους ανθρώπους να γίνονται άπιστοι, μοιχοί, έτσι ώστε να ικανοποιούν τη σεξουαλική τους ορμή αγνοώντας την πλευρά τους αυτή που αποζητά την οικειότητα και την αφοσίωση». Από ψυχαναλυτικής απόψεως, η Γερμανίδα ψυχαναλύτρια M. Gambaroff υποστηρίζει ότι και η πίστη και η απιστία κινούνται από την ίδια ανάγκη για ένα «λιμάνι», μια «φωλιά».
Από την άλλη πλευρά, δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε την ανθρώπινη ορμή και επιθυμία για σεξουαλική έξαψη και πάθος. Η. Esther Perel, συγγραφέας του βιβλίου «Σύντροφος σε Αιχμαλωσία», υποστηρίζει ότι ο ερωτισμός δεν υπακούει στους νόμους της συντροφικότητας και της αλληλοκατανόησης. Η σεξουαλική επιθυμία κινείται σε δική της τροχιά. Οι παράλογες εμμονές, ο εγωισμός, η επιθυμία κυριαρχίας, η απώλεια ελέγχου αποτελούν τα συστατικά του ερωτικού πάθους.
Καθημερινότητα
Πόσοι άνθρωποι, όμως, είναι διατεθειμένοι να δώσουν πνοή στην καθημερινότητά τους, να αρνηθούν πεισματικά να παραδοθούν στην πλήξη και την ρουτίνα και να βάλουν τον ερωτισμό ξανά στη ζωή τους; Όλα αυτά βέβαια με την προϋπόθεση ότι μεταξύ του ζευγαριού υπάρχει αγάπη, κατανόηση και επικοινωνία.
Σε αυτό το πλαίσιο, δεν θα έπρεπε να υπάρχει (και υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν υπάρχει) καμία επιθυμία ή τάση αναζήτησης σωματικής ή συναισθηματικής σχέσης με άλλο άτομο, και είναι λιγότερο πιθανό οι σύντροφοι να αισθανθούν την ανάγκη να διοχετεύσουν τα σωματικά και συναισθηματικά τους αποθέματα, όπως το ρομαντικό έρωτα, την προσοχή ή ακόμη και απλώς το σεξουαλικό τους πάθος, σε ένα τρίτο πρόσωπο.
Η απιστία δεν εμφανίζεται ξαφνικά και δεν φταίει μόνο ο ένας εκ των συντρόφων. Η σχέση έχει ήδη φθαρεί, έχει κουράσει και έχει δημιουργηθεί ρήγμα, αφήνοντας έτσι περιθώριο στο «τρίτο πρόσωπο» να εισχωρήσει και να καλύψει το κενό.
Οπότε, τελικά, υπάρχει «θύτης» και «θύμα»; Το «τραύμα» της απιστίας είναι στα συναισθήματά μας ή στον εγωισμό μας; Κι όταν συγχωρούμε, συγχωρούμε από αγάπη, από ανασφάλεια και χαμηλή αυτοεκτίμηση, ή από συμφέρον; Τα ζευγάρια χωρίζουν γιατί η απιστία είναι η αιτία ή μήπως η αφορμή;
Τα άτομα τα οποία επιλέγουν να βρουν διέξοδο σε μία εξωσυζυγική σχέση, δηλώνουν εμμέσως την έλλειψη επικοινωνίας και κατανόησης από τον σύντροφό τους, την απομάκρυνσή τους από αυτόν, την έλλειψη σεξουαλικής έλξης και επαφής και μερικές φορές την ανάγκη τους για επιβεβαίωση, ειδικά στην μέση ηλικία των 46-50 ετών.