Νιώθετε πως είστε άρρωστοι αλλά κανείς δεν σας πιστεύει; Λέτε πως έχετε κάτι σοβαρό αλλά καμία εξέταση δεν το επιβεβαιώνει; Σε τέτοιες περιπτώσεις η «ασθένεια» που έχετε λέγεται υποχονδρίαση.
Η υποχονδρίαση ανήκει στις σωματόμορφες διαταραχές και χαρακτηρίζεται από την μεγιστοποίηση συνηθισμένων σωματικών ενοχλημάτων και την δημιουργία φόβου ότι το άτομο πάσχει από κάποια ασθένεια. Ουσιαστικά το άτομο με υποχονδρίαση πιστεύει ότι είναι πολύ πιθανό να πάσχει ή να εμφανίσει σοβαρή νόσο και σταδιακά πείθεται ότι είναι άρρωστος, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι. Με το παραμικρό σύμπτωμα ο υποχόνδριος έχει επιβεβαιωθεί ότι είναι άρρωστος. Παράλληλα, συνήθως αντιστέκεται σθεναρά στον καθησυχασμό, όπως για παράδειγμα τις ιατρικές εξετάσεις και νομίζει ότι τα αποτελέσματα είναι λανθασμένα ή καθησυχάζεται για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα και στην συνέχεια πιστεύει ότι είναι άρρωστος. Το άτομο αποκτά εμμονή με την υγεία του, αναπτύσσει μη ρεαλιστικούς φόβους μόλυνσης και έντονο ενδιαφέρον για τις ιατρικές πληροφορίες, ενώ συχνά αποκτά έντονο φόβο για τα φάρμακα και τις αντιβιώσεις.
Η υποχονδρίαση οφείλεται σε ένα μεγάλο ποσοστό σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, δηλαδή πολλά άτομα που πάσχουν από υποχονδρίαση έχουν υποστεί σωματική και σεξουαλική κακοποίηση. Επιπροσθέτως, έχει παρατηρηθεί ότι άτομα που πέρασαν από διάφορες ασθένειες κατά την παιδική ηλικία τους ή άτομα που δέχονταν πίεση από τους γονείς τους επειδή ήταν υπερπροστατευτικοί, περνώντας τα χρόνια γίνονταν υποχόνδριοι. Επίσης υπάρχει και η περίπτωση υποχόνδριου που όντας παιδί μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον αδιαφορίας και προσπαθούσε να τραβήξει την προσοχή των γονιών του επικαλούμενο σωματικά συμπτώματα. Έτσι ενηλικιώνοντας το άτομο δημιουργεί υποχονδρίαση καθώς με τον τρόπο αυτό λαμβάνει προσοχή και φροντίδα από συγγενείς και φίλους. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα συμπτώματα υποχονδρίασης εμφανίζονται μετά από τραυματικές εμπειρίες, όπως προβλήματα υγείας που πέρασαν άτομα του οικείου περιβαλλοντος του ατόμου, προκαλώντας στο ίδιο έντονο άγχος και φόβο για νόσο, καθώς και τον θάνατο.
Η υποχονδρίαση άμεσα και έμμεσα μετατρέπεται σε απειλή για το ίδιο το άτομο, τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Πιο συγκεκριμένα, συχνά παρατηρούνται οργανικές αλλαγές που οφείλονται στο άγχος που αισθάνεται το άτομο, όπως για παράδειγμα αλλαγές στη λειτουργία του εντέρου, κοιλιακοί πόνοι, ναυτία, ζαλάδα, διαταραχές στον ύπνο κλπ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διαβεβαιώνει το άτομο ότι πάσχει από κάποιου είδους σοβαρής ασθένειας. Επίσης παρατηρούνται και αλλαγές στην συμπεριφορά του ασθενούς , ο οποίος γίνεται πιο εσωστρεφής και φοβικός τύπος, ενώ επίσης στο επίπεδο του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος όπως είναι λογικό εμφανίζονται προβλήματα λόγο του έντονου ενασχολισμού του ατόμου με την υγεία του. Ένα ακόμη σοβαρό εμπόδιο στη ζωή ενός υποχόνδριου είναι ότι επηρεάζεται η αποδοτικότητα και η λειτουργικότητα του στις καθημερινές του υποχρεώσεις, όπως για παράδειγμα στην δουλειά.
Η θεραπεία της υποχονδρίασης έχει να κάνει με την φαρμακευτική και την γνωσιακή αντιμετώπιση. Αρχικά, σύμφωνα με μελέτες ειδικών διαπιστώθηκε ότι η φαρμακευτική μέθοδος έχει αποτελέσματα. Σε μια έρευνα που έγινε το 1996 πήραν 20 υποχόνδριους και τους χώρισαν σε δύο ομάδες. Στην μια ομάδα χορηγούσαν εικονικά φάρμακα και στην άλλη φλουοξετίνη, έτσι μετά από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παρατηρήθηκε ότι το ποσοστό των ατόμων που ακολουθούσαν κανονική φαρμακευτική αγωγή σταμάτησαν να εμφανίζουν συμπτώματα υποχονδρίασης σε σχέση με τα άτομα που ακολουθούσαν εικονική αγωγή. Από την άλλη πλευρά η γνωσιακή θεραπεία είναι ουσιαστικά ψυχολογική θεραπεία. Πιο συγκεκριμένα, ο ασθενής συνεργάζεται με τον θεραπευτή, ο οποίος προσπαθεί να τον ενθαρρύνει, το αποτέλεσμα είναι το άτομο σταματάει να ασχολείται τόσο με τις ιατρικές πληροφορίες και τις επισκέψεις στον γιατρό, μειώνει το άγχος και ελέγχει καλύτερα τα συναισθήματα του. Τέλος από την μέθοδο αυτή το άτομο αποκτά γνώση και καθησυχάζεται καθώς μαθαίνει ότι αυτό που νιώθει είναι φυσιολογικό, για παράδειγμα είναι φυσιολογικό να σου κόβεται η ανάσα μετά από άσκηση.