Για τον μηχανισμό δράσης των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων που χρησιμοποιούνται εδώ και δεκαετίες, κανένας επιστήμονας δεν είναι βέβαιος.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς προτείνουν τώρα μια νέα θεωρία, σύμφωνα με την οποία τα φάρμακα αυτά μπλοκάρουν ένα γονίδιο που κανονικά εμποδίζει το σχηματισμό νέων νευρώνων στον εγκέφαλο.
Τα σύγχρονα αντικαταθλιπτικά, όπως τα φάρμακα της κατηγορίας SSRI (εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης) αυξάνουν τα επίπεδα της σεροτονίνης, ενός νευροδιαβιβαστή που συνδέεται με την κατάθλιψη. Τη δεκαετία του 1990, πολλοί νευροβιολόγοι πίστευαν ότι η κατάθλιψη οφείλεται σε «διαταραχές» των επιπέδων της σεροτονίνης και άλλων νευροδιαβιβαστών, αργότερα όμως έγινε σαφές ότι η κατάσταση δεν είναι τόσο απλή.
Το μυστήριο περιπλέκεται από το γεγονός ότι τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα συνήθως χρειάζονται αρκετές εβδομάδες μέχρι να δράσουν πλήρως, παρόλο που η αύξηση στα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών είναι άμεση.
Κανείς δεν είναι σίγουρος για το πού οφείλεται αυτή η καθυστέρηση, τα τελευταία χρόνια όμως έχει προκύψει ένα σημαντικό νέο στοιχείο: τα αντικαταθλιπτικά φαίνεται ότι προάγουν το σχηματισμό νέων νευρώνων από βλαστικά κύτταρα του εγκεφάλου, μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο.
Την ίδια δράση έχει εξάλλου διαπιστωθεί ότι έχει η ηλεκτροσπασμοθεραπεία, περισσότερο γνωστή ως ηλεκτροσόκ, η οποία εφαρμόζεται ακόμα και σήμερα στην ανθεκτική κατάθλιψη (και δεν είναι βάρβαρη όπως πιστεύεται).
Πώς όμως μπορούν τα φάρμακα και η ηλεκτροσπασμοθεραπεία να προάγουν τη νευρογένεση; Για να διερευνήσει το θέμα, ο καθηγητής Χονγκζούν Σον και οι συνεργάτες του συνέκριναν σε πρώτη φάση ποντίκια που είχαν ή δεν είχαν υποβληθεί σε ηλεκτροσπασμοθεραπεία. Η ανάλυση έδειξε ότι η θεραπεία έδειχνε να μπλοκάρει το γονίδιο της πρωτεΐνης sFRP3.
Για να μελετήσουν τη δράση αυτής της πρωτεΐνης, οι ερευνητές μελέτησαν ποντίκια που είχαν τροποποιηθεί γενετικά ώστε να μην την παράγουν καθόλου. Τα πειραματόζωα αυτά συμπεριφέρονταν «σαν φυσιολογικά ποντίκια που έπαιρναν αντικαταθλιπτικά» αναφέρει η ερευνητική ομάδα. Επιπλέον, η συμπεριφορά αυτή δεν άλλαζε όταν χορηγούνταν αντικαταθλιπτικά σε αυτά τα ζώα.
Αυτό αποτελεί ισχυρή ένδειξη ότι τα αντικαταθλιπτικά αναστέλλουν τη δράση του γονιδίου της πρωτεΐνης sFRP3, η οποία είχε διαπιστωθεί με προηγούμενες μελέτες ότι αναστέλλει το σχηματισμό νέων νευρώνων.
Για να συνδέσουν τα ευρήματα στα ποντίκια με το τι συμβαίνει στον άνθρωπο, οι ερευνητές εξέτασαν μια βάση δεδομένων με πληροφορίες για 541 ασθενείς με κατάθλιψη και την απόκρισή τους στη θεραπεία με αντικαταθλιπτικά. Πράγματι, τρεις παραλλαγές του sFPR3 βρέθηκαν να συνδέονται με την απόκριση στη θεραπεία.
Τα αποτελέσματα των επιμέρους πειραμάτων δημοσιεύονται στις επιθεωρήσεις Molecular Psychiatry και Cell Stem Cell.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα, ο Δρ Σονγκ επισημαίνει ότι «Η δραστηριότητα αυτού του γονιδίου είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην ένταση της δραστηριότητας στον εγκέφαλο, οπότε το sFRP3 φαίνεται να είναι ένας φύλακας που συνδέει τα επίπεδα δραστηριότητας με το σχηματισμό νέων νευρώνων».
Σημειώνει επιπλέον ότι το γονίδιο δείχνει να επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες όπως η σωματική άσκηση.
Περαιτέρω μελέτες θα δείξουν αν το sFRP3 λύνει πράγματι το μυστήριο των αντικαταθλιπτικών.