Η διαγενεακή τραυματική εμπειρία συχνά εμφανίζεται ως αποτέλεσμα ιστορικών τραυμάτων που έχουν επηρεάσει μεγάλες ομάδες ανθρώπων. Παραδείγματα αποτελούν η γενοκτονία των Αρμενίων, το Ολοκαύτωμα, η δουλεία, η αποικιοκρατία ή οι πόλεμοι. Οι άνθρωποι που έχουν βιώσει τέτοια γεγονότα μπορεί να υποφέρουν από σοβαρές συναισθηματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις, όπως άγχος, κατάθλιψη και διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD). Αυτές οι επιπτώσεις μπορούν να περάσουν στην επόμενη γενιά μέσω συμπεριφορών, οικογενειακών προτύπων και ασυνείδητων ψυχικών διεργασιών.
Έρευνες έχουν δείξει ότι το διαγενεακό τραύμα μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τη βιολογία των απογόνων, μέσα από την επιγενετική τροποποίηση. Αυτό σημαίνει ότι το τραύμα των προγόνων μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που εκφράζονται τα γονίδια των επόμενων γενεών, κάνοντάς τους πιο ευάλωτους σε άγχος, κατάθλιψη και άλλες ψυχικές διαταραχές.
Η αντιμετώπιση του διαγενεακού τραύματος απαιτεί κατανόηση των ιστορικών και οικογενειακών εμπειριών, καθώς και την αποδοχή της ανάγκης για θεραπεία. Μέσα από την ψυχοθεραπεία, την οικογενειακή υποστήριξη και την εστίαση στη συναισθηματική ανθεκτικότητα, οι άνθρωποι μπορούν να σπάσουν τον κύκλο του τραύματος και να προχωρήσουν προς μια υγιή, ισορροπημένη ζωή.