Σε όλο τον κόσμο, περίπου 280 εκατομμύρια άνθρωποι, ή το 5% του ενήλικου πληθυσμού, έχουν κατάθλιψη. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τη χαρακτήρισε ως «κύρια αιτία αναπηρίας παγκοσμίως». Μέχρι τώρα, διαθέσιμες θεραπείες, όπως τα αντικαταθλιπτικά και οι συμπεριφορικές θεραπείες είναι αποτελεσματικές για πολλούς ανθρώπους, αλλά δεν είναι κατάλληλες ή διαθέσιμες σε όλους. Ορισμένες έρευνες έχουν δείξει ότι η διατροφή μπορεί να έχει αντίκτυπο στην κατάθλιψη. Μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε επεξεργασμένα τρόφιμα έχει συνδεθεί με πιο σοβαρά συμπτώματα, ενώ η κατανάλωση περισσότερων φρέσκων, φυτικών τροφίμων μπορεί να μειώσει τα συμπτώματα.
Νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Cell Metabolism, υποδηλώνει ότι η σοβαρότητα της κατάθλιψης μπορεί να επηρεαστεί από ένα συγκεκριμένο αμινοξύ – την προλίνη. Η έρευνα δείχνει επίσης ότι τα βακτήρια του εντέρου ενός ατόμου μπορεί να επηρεάσουν τον τρόπο επεξεργασίας αυτού του αμινοξέος και μπορούν να αντιμετωπίσουν τις καταθλιπτικές του επιπτώσεις σε μερικούς ανθρώπους.
Τι είναι η προλίνη;
Τα αμινοξέα είναι τα δομικά στοιχεία των πρωτεϊνών. Υπάρχουν δύο τύποι: τα απαραίτητα αμινοξέα, τα οποία πρέπει να καταναλώνονται μέσω της διατροφής και τα μη απαραίτητα αμινοξέα που βρίσκονται στα τρόφιμα, αλλά συντίθενται και στον οργανισμό. Η προλίνη είναι ένα μη απαραίτητο αμινοξύ. Χρησιμοποιείται για την παραγωγή κολλαγόνου, της πρωτεΐνης που σχηματίζει συνδετικές ίνες στο δέρμα, τα οστά και τους μύες μας. Βρίσκεται κυρίως σε τροφές ζωικής προέλευσης που είναι πλούσιες σε κολλαγόνο, όπως κρέας, ψάρι, γαλακτοκομικά, αυγά. Μια φυτική διατροφή περιέχει χαμηλότερα επίπεδα προλίνης, αλλά οι βίγκαν μπορούν να λάβουν το αμινοξύ από συμπληρώματα διατροφής ή από ορισμένα λαχανικά, όπως: σπαράγγι, λάχανο, όσπρια και είδη σίκαλης.
Ο ρόλος του μικροβιώματος
Μερικοί συμμετέχοντες που είχαν υψηλή πρόσληψη προλίνης δεν ανέφεραν επιδείνωση στα συμπτώματα κατάθλιψης, σύμφωνα με την μελέτη. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αυτοί οι άνθρωποι είχαν χαμηλότερα επίπεδα προλίνης στο πλάσμα. Κατά την ανάλυση των βακτηρίων του εντέρου τους, διαπίστωσαν ότι η μικροχλωρίδα τους ήταν παρόμοια με εκείνη των συμμετεχόντων που ανέφεραν χαμηλά επίπεδα κατάθλιψης. Τα βακτήρια του εντέρου σε άτομα με υψηλή πρόσληψη προλίνης και χαμηλά επίπεδα κατάθλιψης περιείχαν είδη που εμπλέκονται στη μεταφορά και το μεταβολισμό της προλίνης. «Χωρίς αμφιβολία, το μικροβίωμα επηρεάζει τα επίπεδα προλίνης, αλλά ποια επίπεδα και πώς αυτό επηρεάζει τη διάθεση/κατάθλιψη ή άλλες πτυχές του σώματος μένει να καθοριστούν», δήλωσε ο Δρ. John Tsai, πιστοποιημένος γαστρεντερολόγος στο Austin Gastroenterology.
Έλεγχος 2 βακτηρίων του εντέρου
Για να ελέγξουν τη θεωρία τους, οι ερευνητές μεταμόσχευσαν δείγματα κοπράνων από τους συμμετέχοντες στη μελέτη σε ποντίκια. Τα ποντίκια που έλαβαν μικροβίωμα από πιο καταθλιπτικούς συμμετέχοντες με υψηλά επίπεδα προλίνης εμφάνισαν συμπεριφορές που σχετίζονται με την κατάθλιψη. Για να ελέγξουν περαιτέρω την επίδραση της προλίνης, οι ερευνητές απομόνωσαν τα βακτήρια του εντέρου που πίστευαν ότι μπορεί να κάνουν τη διαφορά. Βρήκαν υψηλότερα επίπεδα Bifidobacterium σε συμμετέχοντες με λιγότερα συμπτώματα κατάθλιψης μαζί με ορισμένα στελέχη Lactobacillus. Ένα άλλο βακτήριο του εντέρου, το Enterobacter, συσχετίστηκε με πιο σοβαρή κατάθλιψη.
Έδωσαν τροφή που περιείχε Lactobacillus ή Enterobacter στις μύγες των φρούτων (Drosophila melanogaster). Οι μύγες που έλαβαν το Lactobacillus είχαν πολύ μεγαλύτερο κίνητρο να φάνε και να πηδούν από εκείνες που έλαβαν το βακτήριο Enterobacter. Στο τελευταίο τους πείραμα, οι ερευνητές τροποποίησαν γενετικά τις μύγες έτσι ώστε η προλίνη να μην μπορεί να μεταφερθεί στον εγκέφαλο – αυτές οι μύγες αποδείχθηκαν εξαιρετικά ανθεκτικές στην κατάθλιψη.