Τα μωρά που έχουν κύστες γεμάτες υγρό στα νεφρά τους κατά τη διάρκεια της κύησης είναι πιθανότερο να αναπτύξουν προβλήματα του ουροποιητικού συστήματος στην παιδική τους ηλικία. Αυτό είναι το συμπέρασμα νέας έρευνας του βρετανικού πανεπιστημίου Κάρντιφ που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στη ιατρική επιθεώρηση PLOS Medicine.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι έγκυες γυναίκες υποβάλλονται σε ακτινογραφία στις 20 εβδομάδες της κύησης για να εντοπιστούν τυχόν ανωμαλίες στην ανάπτυξη του εμβρύου. Ορισμένα από τα ευρήματα της ακτινογραφίας αποτελούν δείκτες για μεταγενέστερα προβλήματα υγείας. Παρόλο όμως που σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί κύστες με υγρό στα νεφρά των εμβρύων, δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα αν αποτελούν ένδειξη για προβλήματα υγείας στο μέλλον.
Η μελέτη κοορτής (cohort study) πάνω στην οποία βασίζεται η νέα έρευνα συνδέει τα υπερηχογραφήματα με τις εισαγωγές στα νοσοκομεία στα 3 πρώτα χρόνια των παιδιών. Τα αποτελέσματα της μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη συμβουλευτική γονέων μετά την εύρεση κυστών με υγρό στα νεφρά των παιδιών, μια κατάσταση ευρύτερα γνωστή ως διαστολή της νεφρικής λεκάνης.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν εκτός από την προαναφερθείσα μελέτη και το πρωτόκολλο Welsh Study of Mothers and Babies, ενώ είχαν ως δείγμα τους 21,239 παιδιά. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας τους σε κάθε 7.6 στα 1000 παιδιά, η μέτρια διαστολή ήταν ευδιάκριτη στην ακτινογραφία της 20ης εβδομάδας. Ο κίνδυνος νοσοκομειακής εισαγωγής γι’ αυτά τα παιδιά ήταν όπως διαπιστώθηκε 7 φορές μεγαλύτερος από εκείνα που δεν αντιμετώπιζαν διαστολή της νεφρικής λεκάνης. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο κίνδυνος αυτός μεγάλωνε για τα παιδιά που εμφάνιζαν διαστολή της νεφρικής λεκάνης αργότερα στη ζωή τους, ωστόσο η κατάσταση αυτή δεν είχε διάρκεια. Οι δε εισαγωγές σε νοσοκομείο που σχετίζονταν με προβλήματα του ουροποιητικού συστήματος ήταν παρόμοιες αριθμητικά με εκείνες των παιδιών χωρίς διαστολή.