Παχυσαρκία SARS-CoV-2: Κλινικές δοκιμές έχουν δείξει ότι τα εμβόλια κατά της Covid-19 είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά στη μείωση της βαρύτητας των συμπτωμάτων, της νοσηλείας και των θανάτων που προκαλούνται από τον ιό, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με παχυσαρκία. Επιστήμονες από τα Πανεπιστήμια του Κέμπριτζ και του Εδιμβούργου ανακάλυψαν, ωστόσο, ότι τα άτομα με παχυσαρκία είναι πιθανό να χρειάζονται πιο συχνές αναμνηστικές δόσεις για να διατηρήσουν ισχυρό το ανοσοποιητικό τους σύστημα, καθώς η προστασία που προσφέρει ο εμβολιασμός σε αυτά τα άτομα μειώνεται ταχύτερα συγκριτικά με όσους έχουν φυσιολογικό βάρος. Η νέα μελέτη δείχνει ότι η ικανότητα των αντισωμάτων να εξουδετερώνουν τον ιό μειώνεται ταχύτερα σε εμβολιασμένα άτομα που έχουν παχυσαρκία. Τα άτομα με παχυσαρκία είναι πιο πιθανό να νοσηλευτούν, να χρειαστούν οξυγόνο και να πεθάνουν λόγω Covid-19.
Οι ερευνητές θέλησαν να διερευνήσουν κατά πόσο δύο από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα εμβόλια, προστατεύουν τα άτομα με παχυσαρκία σε σύγκριση με αυτά με κανονικό βάρος, με την πάροδο του χρόνου. Οι ειδικοί από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, με επικεφαλής τον καθηγητή Sir Aziz Sheikh, εξέτασαν δεδομένα σε πραγματικό χρόνο που παρακολουθούσαν την υγεία 3,5 εκατομμυρίων ανθρώπων στον πληθυσμό της Σκωτίας ως μέρος της μελέτης EAVE II. Μελέτησαν στοιχεία για τη νοσηλεία και τη θνησιμότητα από COVID-19 σε ενήλικες που έλαβαν δύο δόσεις εμβολίου (είτε Pfizer-BioNTech είτε AstraZeneca). Διαπίστωσαν ότι τα άτομα με σοβαρή παχυσαρκία (ΔΜΣ μεγαλύτερο από 40 kg/m2) είχαν 76% υψηλότερο κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών λόγω COVID-19, σε σύγκριση με εκείνα με φυσιολογικό ΔΜΣ. Μια μέτρια αύξηση του κινδύνου παρατηρήθηκε σε άτομα με παχυσαρκία (30–39,9 kg/m2) και σε όσους ήταν λιποβαρείς. Ο καθηγητής Aziz Sheikh είπε: «Τα ευρήματά μας αποδεικνύουν ότι η προστασία που αποκτάται μέσω του εμβολιασμού κατά της COVID-19 μειώνεται πιο γρήγορα στα άτομα με σοβαρή παχυσαρκία από εκείνα με φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος. Η χρήση στοιχείων μεγάλης κλίμακας όπως η πλατφόρμα EAVE II στη Σκωτία μας έδωσε τη δυνατότητα να ανακαλύψουμε σημαντικά στοιχεία που επιτρέπουν βελτιώσεις στα προγράμματα εμβολιασμών για την COVID-19 στη φάση μετά τη πανδημία στο Ηνωμένο Βασίλειο». Η ερευνητική ομάδα μελέτησε άτομα με παχυσαρκία και συνέκρινε τον αριθμό και τη λειτουργία των κυττάρων του ανοσοποιητικού στο αίμα τους σε σχέση με τα άτομα κανονικού βάρους. Μελέτησε τους ανθρώπους έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου και στη συνέχεια εξέτασε την ανταπόκριση σε μια τρίτη «αναμνηστική» δόση με την πάροδο του χρόνου. Έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου, τα άτομα με σοβαρή παχυσαρκία είχαν παρόμοια επίπεδα αντισωμάτων με τα άτομα φυσιολογικού βάρους. Αλλά η ικανότητα αυτών των αντισωμάτων να λειτουργούν αποτελεσματικά για την καταπολέμηση του ιού (γνωστή ως «ικανότητα εξουδετέρωσης») μειώθηκε στα άτομα με παχυσαρκία. Το 55% των ατόμων με σοβαρή παχυσαρκία βρέθηκε να έχουν μη ανιχνεύσιμη «ικανότητα εξουδετέρωσης» σε σύγκριση με το 12% των ατόμων με φυσιολογικό ΔΜΣ.
«Αυτή η μελέτη υπογραμμίζει ότι η παχυσαρκία αλλάζει την απόκριση του εμβολίου και επίσης επηρεάζει τον κίνδυνο μόλυνσης», δήλωσε η Δρ. Agatha van der Klaauw από το Ινστιτούτο Μεταβολικής Επιστήμης Wellcome-MRC και πρώτη συγγραφέας της εργασίας. «Χρειάζεται επειγόντως να κατανοήσουμε πώς να αποκαταστήσουμε τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και να ελαχιστοποιήσουμε αυτούς τους κινδύνους για την υγεία». Τα αντισώματα που παράγονται στα άτομα με σοβαρή παχυσαρκία ήταν λιγότερο αποτελεσματικά στην εξουδετέρωση του ιού SARS-CoV-2, πιθανώς επειδή δεν ήταν σε θέση να συνδεθούν με τον ιό με την ίδια ισχύ. Όταν χορηγήθηκε τρίτη δόση εμβολίου COVID-19, η ικανότητα των αντισωμάτων να εξουδετερώνουν τον ιό αποκαταστάθηκε τόσο σε ομάδες φυσιολογικού βάρους όσο και σε ομάδες με σοβαρή παχυσαρκία. Ωστόσο, η ανοσία μειώθηκε και πάλι πιο γρήγορα στα άτομα με σοβαρή παχυσαρκία, θέτοντάς τους σε μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης με την πάροδο του χρόνου.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nature Medicine.