Βρήκαν πώς να σταματήσουν την σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια. Η Valerie Sim είναι γοητευμένη από μια ασθένεια, που πολύ λίγοι στον κόσμο μπορούν να καταλάβουν, γνωστή ως σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών, ή ασθένεια των τρελών αγελάδων στα βοοειδή, ή ασθένεια Creutzfeldt – Jacob. Μέχρι σήμερα για την ασθένεια αυτή δεν υπάρχουν διαθέσιμες θεραπείες. Αλλά η πιο πρόσφατη έρευνα της Sim δίνει νέες ελπίδες για το μέλλον.
Της Μαρίας Χατζηδάκη
Η Sim, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα, Σχολή Ιατρικής & Οδοντιατρικής, και ο Leonardo Cortez, επιστημονικός συνεργάτης στο εργαστήριο της, είναι οι κύριοι συγγραφείς της μελέτης στο τεύχος Αυγούστου του περιοδικού Journal of Virology. Η μελέτη εξετάζει τη χρήση των δύο χολικών οξέων, ως πιθανές θεραπευτικές αγωγές για την ασθένεια αυτή.
Η έρευνα έδειξε ότι το ουρσοδεοξυχολικό οξύ (UDCA) και το ταυροουρσοδεοξυχολικό οξύ (TUDCA) βοήθησαν να επιβραδύνει η εξέλιξη της νόσου, εάν δοθούν νωρίς στην εξέλιξη της διαδικασία της νόσου. Τα χολικά οξέα φαίνεται να συνδέονται με τις πρωτεΐνες που προκαλούν την ασθένεια και τις αποτρέπουν από το να την διαδώσουν. «Αυτές οι ενώσεις συνήθως χρησιμοποιούνται για να βοηθήσουν την πέψη των λιπιδίων και των λιπών, όμως έχει ενδιαφέρον ότι τα οξέα αυτά χρησιμοποιούνται στην κινεζική naturopathic για τη θεραπεία ασθενειών εδώ και εκατοντάδες χρόνια», αναφέρει η Sim. «Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε καμία θεραπεία να προσφέρουμε στους ασθενείς με τη νόσο αυτή. Η ανακάλυψη αυτή θα μπορούσε να μας δώσει ελπίδες για το μέλλον.»
Η ασθένεια Creutzfeldt-Jacob εμφανίζεται σπάνια στους ανθρώπους, επηρεάζοντας περίπου 1 άτομο κάθε 1 εκατομμύριο ανθρώπους. Είναι μια θανατηφόρα νευροεκφυλιστική ασθένεια που προκαλείται όταν μια πρωτεΐνη στον εγκέφαλο παίρνει λάθος σχήμα, το οποίο στη συνέχεια μετατρέπει άλλες πρωτεΐνες να μετασχηματιστούν επίσης. Όταν συμβεί αυτό, αρχίζει μια εξαιρετικά επιταχυνόμενη μορφή άνοιας, που επηρεάζει τη μνήμη, το συντονισμό, την όραση και την ισορροπία του ατόμου. Παρόλο που οι περισσότερες περιπτώσεις είναι σποραδικές και απρόβλεπτες, σε περίπου 10% όλων των περιπτώσεων η νόσος κληρονομείται. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί επίσης να μεταδοθεί μέσω της κατανάλωσης μολυσμένου κρέατος.
Αν και η έρευνα της Sim σηματοδοτεί σημαντική νέα πρόοδο, αυτή προειδοποιεί ότι χρειάζεται περαιτέρω μελέτη σε ανθρώπους. Επισημαίνει, επίσης, ότι η χρήση των UDCA και TUDCA δεν θα είναι αποτελεσματική στις περισσότερες περιπτώσεις της ασθένειας, καθώς οι ασθενείς έρχονται για ιατρική φροντίδα αφού η ασθένεια έχει ήδη προχωρήσει πάρα πολύ. Πιστεύει ότι τα ευρήματα θα μπορούσαν να έχουν εφαρμογή στο 10% των ασθενών με Creutzfeldt-Jacob, που έχουν μια γενετική μορφή της νόσου και οι οποίοι θα μπορούσαν να έχουν έγκαιρη μακροχρόνια θεραπεία.