Η αφρικανική τρυπανοσωμίαση ή ασθένεια του ύπνου «ταλαιπωρεί» εκατοντάδες κατοίκους 36 χωρών της Υποσαχάριας Αφρικής, όπου «βασιλεύουν» οι μύγες τσετσέ που μεταδίδουν την ασθένεια. Δεδομένου όμως, ότι ο αριθμός των νέων κρουσμάτων που έχουν αναφερθεί μεταξύ του 2000 και του 2012 μειώθηκε κατά 73%, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) στοχεύει στην εξάλειψη της ασθένειας μέχρι το 2020.
Η αφρικανική τρυπανοσωμίαση ή ασθένεια του ύπνου είναι μια παρασιτική ασθένεια των ανθρώπων. Προκαλείται από ένα παράσιτο της κατηγορίας Trypanosoma brucei. Υπάρχουν δύο τύποι που μολύνουν τους ανθρώπους: Trypanosoma brucei gambiense (T.b.g) και Trypanosoma brucei rhodesiense (T.b.r.). Το T.b.g προκαλεί πάνω από το 98% των καταγεγραμμένων περιπτώσεων. Και οι δύο μεταδίδονται συνήθως από το τσίμπημα μολυσμένης μύγας τσετσέ και εμφανίζονται συχνότερα σε αγροτικές περιοχές. Στόχος του ΠΟΥ είναι η εξάλειψη της ασθένειας ως το 2020.
Κατά το πρώτο στάδιο της ασθένειας, παρουσιάζονται πυρετοί, πονοκέφαλοι, φαγούρα και πόνος στις αρθρώσεις. Αυτό ξεκινά μία με τρεις εβδομάδες μετά το τσίμπημα. Εβδομάδες έως και μήνες αργότερα το δεύτερο στάδιο ξεκινά με σύγχυση, έλλειψη συντονισμού, μούδιασμα και διαταραχές ύπνου. Η διάγνωση γίνεται με την εύρεση του παράσιτου σε επίχρισμα αίματος ή στο υγρό ενός λεμφαδένα. Μια οσφυική παρακέντηση χρειάζεται συχνά για να γίνει κατανοητή η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου σταδίου της ασθένειας.
Η πρόληψη της σοβαρής ασθένειας συμπεριλαμβάνει την προφύλαξη του πληθυσμού που κινδυνεύει με αιματολογικές εξετάσεις για την ανίχνευση του παράσιτου T.b.g. Η θεραπεία είναι ευκολότερη όταν η ασθένεια εντοπίζεται νωρίς και πριν την εμφάνιση νευρολογικών συμπτωμάτων. Η θεραπεία του πρώτου σταδίου γίνεται με φαρμακευτική αγωγή πενταμιδίνης ή σουραμίνης. Η θεραπεία του δεύτερου σταδίου συμπεριλαμβάνει εφλορνιθίνη ή έναν συνδυασμό nifurtimox και εφλορνιθίνης για το T.b.g. Ενώ το melarsoprol αντιμετωπίζει και τα δύο, χρησιμοποιείται κατά κανόνα μόνο για την αντιμετώπιση του T.b.r. λόγω σοβαρών παρενεργειών.
Η ασθένεια εμφανίζεται τακτικά σε ορισμένες περιοχές της Υποσαχάριας Αφρικής, όπου ο πληθυσμός που κινδυνεύει ανέρχεται περίπου σε 70 εκατομμύρια σε 36 χώρες. Από το 2010 έχει προκαλέσει περίπου 9.000 θανάτους, από 34.000 το 1990. Κατ’ εκτίμηση 30.000 άνθρωποι έχουν μολυνθεί αυτή τη στιγμή. Περισσότερες από 80% αυτών των περιπτώσεων εντοπίζονται στην Δημοκρατία του Κονγκό. Τρεις μεγάλες εξάρσεις έχουν σημειωθεί στην πρόσφατη ιστορία: μία από το 1896 έως το 1906 κυρίως στην Ουγκάντα και στο Κονγκό και δύο το 1920 και 1970 σε διάφορες αφρικανικές χώρες.
Η αφρικανική τρυπανοσωμίαση «σκοτώνει» κάθε χρόνο χιλιάδες ανθρώπους σε 36 χώρες στην Υποσαχάρια Αφρική. Παρόλο που είχε τεθεί υπό έλεγχο τη δεκαετία του ‘60, η τρυπανοσωμίαση επανάκαμψε με διαστάσεις επιδημίας εξαιτίας των πολέμων, των πολιτικών συγκρούσεων και της κατάρρευσης της οικονομίας τα τελευταία 30 χρόνια. Δεδομένου όμως, ότι ο αριθμός των νέων κρουσμάτων που έχουν αναφερθεί μεταξύ του 2000 και του 2012 μειώθηκε κατά 73%, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) στοχεύει στην εξάλειψη της ασθένειας μέχρι το 2020.