Τόσο η κληρονομικότητα όσο και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες επηρεάζουν τον κίνδυνο μας καρδιαγγειακής νόσου. Μια νέα μελέτη, από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλα, δείχνει ότι η μνήμη από καρδιακή προσβολή μπορεί να αποθηκευτεί στα γονίδιά μας μέσω επιγενετικών αλλαγών. Τα αποτελέσματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Human Molecular Genetics.
Όλοι μας έχουμε κληρονομήσει τα γονίδια μας από τους γονείς μας κατά τη γέννηση μας. Κατά τη διάρκεια της ζωής μας συντελούνται χημικές τροποποιήσεις του DNA που ενεργοποιούν ή απενεργοποιούν τα γονίδιά μας – οι λεγόμενες επιγενετικές αλλαγές. Αυτές οι αλλαγές μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη των διαφόρων ασθενειών. Στην παρούσα μελέτη, οι ερευνητές εξέτασαν επιγενετικές αλλαγές σε άτομα που είχαν μια προηγούμενη καρδιακή προσβολή.
«Κατά τη διάρκεια μιας καρδιακής προσβολής τα σήματα του σώματος ενεργοποιούν ορισμένα γονίδια. Ο μηχανισμός αυτός προστατεύει τον ιστό κατά την οξεία φάση της νόσου, και επαναφέρει το σώμα μετά από την καρδιακή προσβολή. Συνεπώς, είναι πιθανό ότι το ίδιο συμβαίνει και με τος επιγενετικές αλλαγές που συνδέονται με την καρδιακή προσβολή», αναφέρει η Åsa Johansson, ερευνήτρια του Τμήματος Ανοσολογίας, Γενετικής και Παθολογίας, η οποία ηγήθηκε της μελέτης.
Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι προκλήθηκαν πολλές επιγενετικές μεταβολές σε άτομα που είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή. Αρκετές από αυτές τις αλλαγές αφορούν γονίδια που συνδέονται με την καρδιαγγειακή νόσο. Ωστόσο, δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί το εάν αυτές οι διαφορές συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ασθένειας, ή αν ζουν σε ως μνήμη του ενεργοποίησης γονιδίου που σχετίζεται με την καρδιακή προσβολή.
«Ελπίζουμε ότι τα νέα αποτελέσματά θα συμβάλλουν στην αύξηση των γνώσεων σχετικά με τη σημασία των επιγενετικών αλλαγών στην κλινική εικόνα της καρδιακής προσβολής, και μακροπρόθεσμα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε βελτίωση τόσο των φαρμάκων όσο και των θεραπειών», δήλωσε η Åsa Johansson.