Η αυξημένη καρδιακή τροπονίνη, ένας διαγνωστικός δείκτης βλάβης στην καρδιά, μπορεί να προκύψει ακόμη και εάν ένας ασθενής δεν έχει υποστεί καρδιακή προσβολή, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JACC: Basic to Translational Science .
Σε ένα μοντέλο χοίρου με βραχεία ισχαιμία που οδηγεί σε αναστρέψιμη εμφάνιση λαθροβιούντος (stunned) μυοκαρδίου εν τη απουσία μυοκαρδιακής νέκρωσης ιστών, ο Brian R. Weil, PhD, και οι συνεργάτες του απέδειξαν επιβραδυμένη απελευθέρωση καρδιακής τροπονίνης Ι που υπερέβαινε το 99ο εκατοστημόριο για φυσιολογικά ζώα 60 λεπτά μετά την επαναιμάτωση η οποία αυξήθηκε σε ευκόλως ανιχνεύσιμα επίπεδα 24 ώρες αργότερα.
Αν και η ανάλυση των ιστών στα 60 λεπτά δεν έδειξε καμία ένδειξη νεκρωτικού κυτταρικού θανάτου μυοκυττάρων (όπως παρατηρείται μετα από έμφραγμα μυοκαρδίου), η χρώση TUNEL κατέδειξε απομονωμένα μυοκύτταρα που υφίστανται απόπτωση, η οποία όμως ήταν απούσα μετά από 24 ώρες. Αυτά τα αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι η ανύψωση της καρδιακής τροπονίνης Ι συμβαίνει μετά από καρδιακή βλάβη που δεν είναι αρκετά σοβαρή για να παράγει κλασική νέκρωση μυοκυττάρων (όπως παρατηρείται μετά από καρδιακή προσβολή) και ότι τα αυξημένα επίπεδα της τροπονίνης μπορεί να αντανακλούν τρώση των μυοκυττάρων ελλείψει παθολογικών ενδείξεων του μυοκαρδίου.
«Αυτή η μελέτη του Weil και των συνεργατών του, αν και πραγματοποιήθηκε σε ζωικό μοντέλο, μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες στην κλινική πράξη, δεδομένης της σύγχυσης της επιλογής των κατάλληλων διαγνωστικών επιλογών για τους νοσηλευόμενους ασθενείς που έχουν αυξημένα επίπεδα τροπονίνης.
Τα αυξημένα επίπεδα τροπονίνης ανιχνεύονται με ανησυχητική συχνότητα μετά την έγκριση από τον FDA των νέων δοκιμασιών τροπονίνης ‘υψηλής ευαισθησίας’, δήλωσε ο Douglas L. Mann, MD, FACC, αρχισυντάκτης της επιστημονικής επιθεώρησης JACC: Basic to Translational Science. Μια αύξηση στην τροπονίνη έχει παραδοσιακά συνδεθεί με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Κατά συνέπεια, όταν ένας ασθενής έχει ένα αυξημένο επίπεδο τροπονίνης, συχνά υπόκειται σε μια σειρά ακριβών μη επεμβατικών και επεμβατικών διαγνωστικών δοκιμασιών προκειμένου να είναι βέβαιο ότι ο ασθενής δεν κινδυνεύει να πεθάνει από «καρδιακή προσβολή». «Αυτή η μελέτη από τον Weil και τους συνεργάτες του δείχνει σαφώς ότι οι αυξήσεις της τροπονίνης μπορεί να συμβούν εν τη απουσία ενός κλασικού εμφράγματος του μυοκαρδίου, αλλά μπορεί να συμβούν από μια διαφορετική μορφή κυτταρικού θανάτου, την απόπτωση.
Η μελέτη δεν μπορεί να ανακόψει τις περιττές εξετάσεις που ακολουθούν την τυχαία ανίχνευση ενός αυξημένου επίπεδου τροπονίνης. Θα πρέπει μελλοντικές ερευνητικές προσπάθειες να επικεντρωθούν στην κατανόηση του πώς και γιατί η τροπονίνη απελευθερώνεται από την καρδιά. Έτσι θα έχουμε μια καλύτερη κατανόηση του πώς να ενημερώνονται οι ασθενείς όταν ανιχνεύεται ένα αυξημένο επίπεδο τροπονίνης σε τακτικό εργαστηριακό έλεγχο».