Ο πρόεδρος της Κολομβίας, Χουάν Μανουέλ Σάντος ανακοίνωσε πως περισσότερες από 3.100 έγκυοι και συνολικά 25.645 άνθρωποι στη χώρα, έχουν προσβληθεί από τον ιό Ζίκα κι ενώ η επιδημία συνεχίζει να εξαπλώνεται με ταχύτητα στη Νότια Αμερική.
Όπως μετέδωσε το Reuters, ο πρόεδρος της χώρας διευκρίνισε ότι μέχρι στιγμής δεν έχουν καταγραφεί περιπτώσεις μικροκεφαλίας που να συνδέονται με τον ιό Ζίκα. Ανέφερε πως 25.645 άνθρωποι έχουν προσβληθεί από τον ιό Ζίκα στην Κολομβία, ανάμεσά τους 3.177 έγκυοι και πρόσθεσε: «Η πρόγνωση είναι ότι είναι πιθανόν να φθάσουμε στα 600.000 κρούσματα»,
Εκτίμησε επίσης πως είναι πιθανή η εμφάνιση 1.000 περιπτώσεων του συνδρόμου Guillain-Barre, μίας σπάνιας και σοβαρής νευρολογικής νόσου που μπορεί να προκαλέσει παράλυση και ορισμένες κυβερνήσεις έχουν συνδέσει με τον ιό Ζίκα.
Οι κρατικές και οι τοπικές αρχές σε ολόκληρη τη χώρα λαμβάνουν μέτρα κατά των κουνουπιών πραγματοποιώντας ψεκασμούς και βοηθώντας τους κατοίκους να απαλλαγούν από τα στάσιμα νερά, είπε ο πρόεδρος της Κολομβίας, ενώ ο υπουργός Υγείας Αλεχάντρο Γκαβίρια δήλωσε ότι θεωρεί πως τρεις θάνατοι στη χώρα συνδέονται με τον ιό Ζίκα, ενώ εκτιμά ότι τα μη καταγεγραμμένα κρούσματα και οι ελαφρές ή οι ασυμπτωματικές περιπτώσεις πρέπει να ανέρχονται σε 80.000 έως 100.000 στην Κολομβία.
Ο Ύπατος Αρμοστής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ κάλεσε τα κράτη που πλήττονται από τον ιό Ζίκα να θέσουν στη διάθεση των πολιτών συμβουλευτικές υπηρεσίες στους τομείς των σεξουλικών σχέσεων και της αναπαραγωγής και να υποστηρίξουν το δικαίωμα διακοπής της κύησης.
«Νόμοι και πολιτικές που περιορίζουν την πρόσβαση στις υπηρεσίες αυτές πρέπει να αναθεωρηθούν επειγόντως σε εναρμόνιση με τις υποχρεώσεις σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ώστε να διασφαλισθεί στην πράξη το δικαίωμα στην υγεία για όλους», αναφέρει σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο Ύπατος Αρμοστής Ζέιντ Ράαντ Αλ Χουσέιν.
Η εκπρόσωπος του Ύπατου Αρμοστή Σεσίλ Πουγί, όταν ερωτήθηκε σχετικά με χώρες, όπως το Ελ Σαλβαδόρ που ποινικοποιούν την άμβλωση, δήλωσε: «Για τον λόγο αυτόν ζητούμε από τις κυβερνήσεις αυτές να γυρίσουν πίσω και να τροποποιήσουν αυτούς τους νόμους, διότι πώς μπορεί να ζητήσει κανείς από τις γυναίκες αυτές να παραμείνουν έγκυοι; Επίσης όμως πώς μπορεί κανείς να μην προσφέρει σε αυτές άμεση ενημέρωση που είναι διαθέσιμη, αλλά επίσης και τη δυνατότητα διακοπής της κύησής τους, εάν το επιθυμούν;»